Τoυ Δημήτριου Πανοζάχου, MSc, οικονομολόγου – φοροτεχνικού συμβούλου, διευθύνοντος συμβούλου της Ορθολογισμός Α.Ε.
ΟΙ ΈΜΜΕΣΕΣ τεχνικές ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 27 του Ν. 4987/2022, είναι τεχνικές (κυρίως μαθηματικοί υπολογισμοί) που δύναται να εφαρμόσει η φορολογική διοίκηση για τον προσδιορισμό του φορολογικού εισοδήματος νομικού ή φυσικού προσώπου, στηριζόμενο σε διάφορα μη λογιστικά ταξινομημένα στοιχεία που αποκτά.
ΒΑΣΙΚΗ αρχή για την εφαρμογή των έμμεσων τεχνικών, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Ν. 4172/2013, αποτελεί η αναξιοπιστία των τηρουμένων λογιστικών βιβλίων και των αναγραφόμενων οικονομικών δεδομένων της φορολογικής δήλωσης του φορολογούμενου. Ανάμεσα στα αίτια αμφισβήτησης της αξιοπιστίας των φορολογικών δεδομένων του φορολογούμενου (παράγραφος 2, άρθρο 28 Ν. 4172/2013) συμπεριλαμβάνεται και η περίπτωση που «…το ποσό του δηλούμενου εισοδήματος δεν επαρκεί για την κάλυψη των προσωπικών δαπανών διαβίωσης».
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ διάστημα, με μια σειρά αποφάσεων της ΔΕΔ (π.χ. ΔΕΔ Θ 1260/2023 κ.λπ.), στο δηλούμενο εισόδημα δεν συμπεριλαμβάνεται η νόμιμη επίκληση αποκτηθέντων εισοδημάτων παρελθόντων ετών από τον φορολογούμενο. Αυτό σημαίνει ότι κάθε φορά που ο φορολογούμενος αποκτά περιουσιακά στοιχεία σημαντικής αξίας, όπως αυτοκίνητο ή ακίνητο, και λογικά για την απόκτηση αυτών χρησιμοποιεί χρήματα που απέκτησε τα προηγούμενα έτη και για τα οποία φορολογήθηκε, θα πρέπει να συμβιβαστεί με το ότι η πολιτεία αυτόματα τον θεωρεί φοροφυγά.
Πρέπει, λοιπόν, να αποδεχθεί την άμεση αυτή προσβολή από την πολιτεία, να θεωρούνται δηλαδή οι υποβληθείσες δηλώσεις εισοδήματός του αναξιόπιστες; Είναι αυτό πράξη σύγχρονης πολιτείας; Δεν αποτελεί -τουλάχιστον- εισοδηματική διάκριση η επιλογή της πολιτείας να θεωρεί ειλικρινείς τους πλούσιους πολίτες των οποίων τα ετήσια εισοδήματα αρκούν για την απόκτηση μιας κατοικίας, αλλά ανειλικρινείς όλους τους πολίτες που ανήκουν στη μεσαία τάξη και για την απόκτηση μιας κατοικίας χρησιμοποιούν τα νόμιμα αποκτηθέντα και φορολογηθέντα εισοδήματα παρελθόντων ετών;
Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθεί και η εσφαλμένη χρήση των προβλεπόμενων έμμεσων μεθόδων από τους ελεγκτές της φορολογικής διοίκησης, είτε από ημιμάθεια είτε γιατί
οι σχετικές εγκύκλιοι δεν έχουν προβλέψει όλα τα ενδεχόμενα της χρήσης των αποκτηθέντων εισοδημάτων των παρελθόντων ετών από τους φορολογούμενους κ.λπ.
ΕΙΝΑΙ, συνεπώς, επιτακτική ανάγκη η φορολογική διοίκηση να επανεξετάσει τη διατύπωση στον φορολογικό νόμο πότε είναι επιτρεπτή η χρήση των έμμεσων τεχνικών. Σαφώς και πρέπει να υφίσταται η νομοθετική πρόβλεψη της χρήσης αυτών σε περιπτώσεις που τεκμηριώνεται η φοροδιαφυγή από τον φορολογούμενο. Πρέπει, ωστόσο, να σταματήσει η υπερβολή να θεωρείται «φορολογικά παράνομος» όποιος επικαλείται κατά την απόκτηση των περιουσιακών του στοιχείων τα δηλωθέντα και φορολογηθέντα εισοδήματα προηγουμένων ετών και να βρίσκεται αντιμέτωπος με φορολογικές επιβαρύνσεις και πρόστιμα χωρίς πραγματική αιτία.
ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να διαφεύγει της πολιτείας ότι στην πατρίδα μας η κοινωνική αντίληψη «να βάλω ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μου» είναι ισχυρή. Όταν η πολιτεία με έμμεσο τρόπο προκαλεί τρόμο στους νόμιμους φορολογούμενους αυτής της χώρας, δεν είναι εύλογο αυτοί να αναζητούν άλλες μεθόδους αντιμετώπισης της φορολογικής λαίλαπας που αισθάνονται «επί της κεφαλής τους»; Αν η φορολογική διοίκηση δεν εξετάσει εκ νέου τις ακρότητες εφαρμογής των έμμεσων τεχνικών, τότε αναπόφευκτα ωθεί τους συνεπείς φορολογούμενους να αναζητούν άλλες «διαδρομές» κατά την απόκτηση οικογενειακής στέγης.