Του Παναγιώτη Αβραμίδη, αναπληρωτή καθηγητή Χρηματοοικονομικών στο Alba Graduate Business School, The American College of Greece, και μέλους του Institute for Hellenic Growth and Prosperity, The American College of Greece
ΜΕ ΠΡΟΣΦΑΤΗ νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης, οι Εταιρείες Παροχής Πιστώσεων (ΕΠΠ) έχουν πλέον τη δυνατότητα να χορηγούν στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια. Για αυτούς που αντιτίθενται άκριτα στην απελευθέρωση να σημειώσουμε ότι πιστώσεις σε επιχειρήσεις (σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα) παρέχουν σήμερα σχεδόν το σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων μέσω της λεγόμενης εμπορικής πίστης. Το παράδειγμα αυτό δίνεται για να κατανοήσουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα το πρωτοποριακό στο να επιτραπεί σε μη τραπεζικές επιχειρήσεις να προσφέρουν πιστώσεις.
Ο ΣΤΟΧΟΣ της νομοθετικής παρέμβασης είναι να ενισχυθεί περαιτέρω ο ανταγωνισμός στον τομέα πιστώσεων. Πιο συγκεκριμένα, τα προσδοκώμενα οφέλη είναι δύο. Πρώτο όφελος είναι η μείωση του κόστους χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Ο στόχος αυτός είναι εφικτός, διότι οι νέες ΕΠΠ θα έχουν μειωμένα λειτουργικά κόστη σε σύγκριση με τις τράπεζες και επιπλέον δεν υποχρεούνται να διατηρούν εποπτικά κεφάλαια και ρευστότητα, γιατί δεν χρηματοδοτούνται από καταθέσεις. Επιπλέον, με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη διαδικασία πιστοληπτικής αξιολόγησης, προσφέροντας πιο ανταγωνιστικές τιμές. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται και το δεύτερο όφελος, το οποίο είναι η εξασφάλιση χρηματοδότησης επιχειρήσεων και νοικοκυριών τα οποία μέχρι τώρα δεν είχαν πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα.
ΠΑΡΑ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ότι τα οφέλη από τη λειτουργία των ΕΠΠ είναι σημαντικά, εάν κρίνουμε από το παρελθόν, δύσκολα μπορεί να είναι κανείς αισιόδοξος για την επιτυχία της πρωτοβουλίας αυτής. Η πρώτη διεύρυνση της κατηγορίας των εταιρειών που επιτρέπεται να χορηγούν κατ’ επάγγελμα πιστώσεις στην Ελλάδα εντοπίζεται στο «μακρινό» 2002. Από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια χωρίς ουσιαστική ανάπτυξη του μη τραπεζικού κλάδου παροχής πιστώσεων. Ο λόγος είναι ότι δεν υπήρχαν οι κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε το εγχείρημα να έχει θετική κατάληξη.
Η ΠΡΩΤΗ προϋπόθεση είναι ο εκδημοκρατισμός της πληροφορίας. Μέχρι σήμερα, όλες οι πληροφορίες συνδιαλλαγών και οικονομικής διαχείρισης ανήκουν στην εκάστοτε τράπεζα μέσω της οποίας γίνονται οι συναλλαγές. Χωρίς την πληροφορία αυτή, καμία ΕΠΠ δεν μπορεί να αξιολογήσει τους πελάτες και επομένως δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τις τράπεζες. Η λύση στο πρόβλημα είναι γνωστή ως ανοιχτή τραπεζική (open banking) και δίνει τη δυνατότητα σε τρίτα μέλη, σε γνώση του ενδιαφερόμενου δανειολήπτη, να αντλούν πληροφορίες που τον αφορούν. Η δεύτερη, συναφή της πρώτης, προϋπόθεση είναι η ανάπτυξη κόμβων επιχειρηματικής και λιανικής πληροφορίας ώστε για κάθε ενδιαφερόμενο δανειολήπτη να μπορεί να αντλείται το πιστοληπτικό προφίλ του με εύκολο και δομημένο τρόπο. Η τρίτη προϋπόθεση είναι η ανάπτυξη της δευτερογενούς αγοράς δανείων. Μην έχοντας πρόσβαση σε καταθέσεις, οι ΕΠΠ δεν μπορούν να διακρατούν για μεγάλο διάστημα τις χορηγούμενες πιστώσεις. Το προσφιλές επιχειρηματικό μοντέλο είναι αυτό της τιτλοποίησης, ήτοι της χορήγησης και στη συνέχεια της πώλησης της πίστωσης σε τρίτους επενδυτές.
ΣΕ ΑΥΤΟ το σημείο κρύβεται και ο μεγάλος κίνδυνος. Το μοντέλο της τιτλοποίησης ορθά κατηγορείται για την παγκόσμια κρίση του 2008, όταν οι αμερικανικές ΕΠΠ χορηγούσαν ενυπόθηκα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης και στη συνέχεια πουλούσαν τα δάνεια αυτά σε τρίτους κερδίζοντας από τις προμήθειες. Επομένως η βιώσιμη ανάπτυξη του κλάδου των ΕΠΠ θα πρέπει να συνδυαστεί με τη συστηματική εποπτεία και την υιοθέτηση κανονισμών οι οποίοι θα διασφαλίζουν ότι οι ΕΠΠ αναλαμβάνουν μέρος του πιστωτικού κινδύνου ακόμα και μετά την πώληση, ώστε να μειωθεί ο ηθικός κίνδυνος.
ΕΝΑΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ κίνδυνος είναι η εξάρτηση των ΕΠΠ από τη νομισματική πολιτική. Πιο συγκεκριμένα, ελλείψει καταθέσεων, οι ΕΠΠ δανείζονται στο επιτόκιο της αγοράς και επομένως όταν η νομισματική πολιτική γίνεται περιοριστική (π.χ. λόγω πληθωρισμού) τότε η χορήγηση δανείων από τις ΕΠΠ μειώνεται δραματικά. Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε έντονα στην Αμερική, όπου πολλές ΕΠΠ πάγωσαν τη ροή πιστώσεων μετά τις πρόσφατες αυξήσεις επιτοκίων. Αν και η μείωση της δανειοδότησης σε καιρούς υψηλού πληθωρισμού είναι καλοδεχούμενη από μακροοικονομικής πλευράς, η μακροπρόθεσμη επιβίωση των ΕΠΠ προϋποθέτει ότι θα μπορούν να λειτουργούν ακόμα και σε παρατεταμένες περιόδους υψηλών επιτοκίων.
ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ τεχνολογικές εξελίξεις και η ανάδυση των fintech συνθέτουν ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τον κλάδο των πιστώσεων από μη τραπεζικούς οργανισμούς. Η ενίσχυση του ανταγωνισμού στον τομέα πιστώσεων είναι προς όφελος όλων. Ακόμα και για τις ίδιες τις τράπεζες, η ανάπτυξη των ΕΠΠ μπορεί να λειτουργήσει ευνοϊκά, καθώς θα μπορούσαν να συνεργάζονται εμπορικά, ενώ θα επωφεληθούν και από τη διάχυση της πληροφορίας, η οποία θα μείωνε το κόστος αξιολόγησης δανειοληπτών. Αρκεί βέβαια τα μαθήματα από την κρίση του 2008 να έχουν γίνει κατανοητά. Σε διαφορετική περίπτωση, η ανάπτυξη των ΕΠΠ χωρίς εποπτεία θα ναρκοθετήσει τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.