Τoυ Γιώργου Σ. Καραχάλιου, δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω
ΛΙΑΝ προσφάτως και στο πλαίσιο των αντιρρήσεων για το νέο φορολογικό σύστημα, δεχθήκαμε ως Σώμα (ακόμα μία) επίθεση κατά της «τιμής και της υπόληψής μας», λαμβάνοντας την απαξιωτική κρίση κυβερνητικού στελέχους, ο οποίος θεωρεί «αρνητές του μεροκάματου και του προσωπικού κόπου» τους δικηγόρους οι οποίοι επιλέγουν να μην υποβαθμίζουν την προσωπικότητά τους κάνοντας άλλα επαγγέλματα!
ΖΗΤΗΘΗΚΕ συγνώμη. Ανεξαρτήτως του αν είναι ειλικρινής ή όχι, ο σκοπός επετεύχθη: η κοινωνία συναίνεσε, τέτοιοι είναι οι δικηγόροι, καλά τους τα είπε!
ΞΕΡΟΥΜΕ καλά εσάς τους δικηγόρους, ζείτε εις βάρος της κοινωνίας και εισπράττετε χρήματα χωρίς να παράγετε. Άκριτα, αλόγιστα, αδικαιολόγητα και αναπόδεικτα, όλοι οι δικηγόροι είστε πλούσιοι και ζείτε εις βάρος όλων. Όλοι εισπράττετε πολλά (μαύρα) χρήματα και «καλά κάνουν και σας βρίζουν». Ως φαίνεται, η εικόνα των (μεγαλο)δικηγόρων που συχνάζουν σε τηλεοπτικούς δέκτες ή σίριαλ αποτελεί τη φαινομενική αντανάκλαση όλου του δικηγορικού σώματος.
ΚΑΙ ΕΝΩ αυτή η εικόνα έχει εντυπωθεί στην κοινωνία, περνούν τα χρόνια και γερνάς, και ασπρίζεις, και τρέχεις να προλάβεις ουρές και προθεσμίες, και γνωρίζεις ότι ο μόνος που αναγνωρίζει αυτό που κάνεις είναι η οικογένειά σου, που σε βλέπει ελάχιστα γιατί «έχω αυτόφωρο/συμβόλαιο/συναινετικό διαζύγιο/έλεγχο τίτλων/ραντεβού στο γραφείο».
ΓΙΑΤΙ στην «Ελλάδα 2.0» δικηγόρος μαχόμενος σημαίνει ότι:
Δεν σταματάς ποτέ να διαβάζεις/επιμορφώνεσαι/συμμετέχεις σε σεμινάρια/αγοράζεις νέα συγγράμματα πληρώνεις συνδρομές σε νομικά περιοδικά, και όλα αυτά χωρίς ενίσχυση από κανέναν.
Το μόνο βέβαιο είναι ΕΞΟΔΑ, το αβέβαιο το πότε και το αν θα αμειφθείς. Κάνεις καλύτερες τιμές, εισπράττεις σε δόσεις και συχνά αναμένεις να πληρωθείς «τέλος του μηνός», χωρίς αυτό το τέλος να φτάνει ποτέ.
Εργάζεσαι πυρετωδώς να εξυπηρετήσεις. Κάνεις ραντεβού/εξηγείς/ξαναεξηγείς. Βρίσκεις λύσεις. Γράφεις/ σβήνεις/γράφεις κάτι καινούργιο. Και όταν τα έχεις όλα έτοιμα, σε καλεί ο εντολέας και λέει: «Τελικά δεν θα κάνουμε τη μήνυση/αγωγή/εξώδικο, το μετάνιωσα». Και δεν ρωτάει ποτέ αν και τι χρωστάει. «Δεν έκανες τίποτα»
Γράφεις προτάσεις. Απαριθμείς σχετικά. Διαβάζεις ποινικές δικογραφίες. Εφευρίσκεις ισχυρισμούς και ενστάσεις και επιχειρήματα και δίνεις και πάλι την ψυχή σου να δημιουργήσεις άμυνα ή επίθεση του πελάτη σου. Και ετοιμάζεσαι για να δικάσεις και την ημέρα εκείνη έχει απεργία ή αποχή ή δεν φτάνει το ωράριο του γραμματέα ή η άλλη πλευρά ζητά αναβολή. Και εσύ δεν πληρώνεσαι. Γιατί «δεν δικάσαμε».
Ελέγχεις τη νομική σειρά των τίτλων ενός ακινήτου. Βγάζεις τα μάτια σου με συμβόλαια 50-60 ετών. Συντάσσεις συμφωνητικά. Διαπραγματεύεσαι για το συμφέρον του πελάτη σου, για να αποκτήσει το πολυπόθητο ακίνητο. Και την ώρα της αμοιβής σού λέει «πολλά δεν είναι;». Αν φυσικά αναλογιστείς το σύνολο των εξόδων της μεταβίβασης, η αμοιβή σου είναι ελάχιστο ποσοστό αυτών. Αλλά ναι, «δεν έκανες και τίποτα».
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ που τέθηκε από τον ανωτέρω κυβερνητικό δεν αποτελεί ζήτημα φορολογικό, φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής ή γενικά δημοσιονομικό. Το ζήτημα είναι καθαρά αξιακό και έχει δρομολογηθεί από ετών: ο (μικρο) δικηγόρος δεν βολεύει, δεν ελέγχεται, πρέπει να εκλείψει. Η δυσβάσταχτη φορολογία είναι ένα εργαλείο εξάλειψης, αλλά ο πραγματικός πόλεμος που υφίσταται είναι η μη αναγνώριση της πραγματικής εργασίας/λειτουργήματός του, για το οποίο η κοινωνία, μετά από έτη απαξίωσης και προβολής ψευδούς εικόνας, έχει σχηματίσει εσφαλμένες εντυπώσεις.