Skip to main content

Θ. Πλεύρης: Αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής με κίνητρα

ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ / EUROKINISSI

Όποιος λαμβάνει την απόδειξη να μπορεί να τη χρησιμοποιήσει ως έκπτωση στο φορολογητέο δικό του εισόδημα

Του Θάνου Πλεύρη, αν. κοινοβουλευτικού εκπροσώπου, βουλευτή Α΄ Αθηνών Ν.Δ.

ΑΠΟΤΕΛΕΙ κοινό μυστικό ότι οι πολίτες προσλαμβάνουν με μεγάλη δυσπιστία κάθε εξαγγελία κυβερνήσεων για πάταξη της φοροδιαφυγής, καθώς μέχρι σήμερα κάθε προσπάθεια παρέμεινε στο επίπεδο της εξαγγελίας. Αντίστοιχα αποτελεί κοινό μυστικό ότι η δραστηριότητα στο ελεύθερο επάγγελμα, που έχει συνήθως και προσωποπαγή χαρακτηριστικά, είναι πολύ πιο εκτεθειμένη στη φοροδιαφυγή ή απόκρυψη φορολογητέας ύλης.

ΕΙΔΙΚΑ σε μια οικονομία όπως η ελληνική, με μεγάλο αριθμό ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων, σε συνδυασμό με πληθώρα προσωπικών εταιρειών, η άμεση επαφή του παρέχοντος την υπηρεσία με τον λήπτη της υπηρεσίας δημιουργεί πιο γόνιμο έδαφος για απόκρυψη εισοδήματος.

Η ΑΝΑΓΚΗ για καλύτερη φορολογική συμμόρφωση περνά από αντικειμενικά μέτρα, ελέγχους, αλλά και την παροχή κινήτρων. Τα μέτρα που σχετίζονται με την ευρύτερη χρησιμοποίηση του ηλεκτρονικού χρήματος, τραπεζικών μεταφορών, χρήση POS και του περιορισμού των μετρητών είναι οπωσδήποτε στη σωστή κατεύθυνση και δυσκολεύει τη φοροδιαφυγή, αλλά αγνοεί έναν βασικό παράγοντα. Αφορά το χρήμα που έτσι και αλλιώς θα φορολογηθεί, αφήνοντας περιθώριο για το άδηλο. Με απλά λόγια, εάν έναν γιατρό ή υδραυλικό πρέπει να τον πληρώνεις μόνο με POS, το ποσό που θα φορολογηθεί θα πληρωθεί με POS, αλλά υπάρχει το περιθώριο να υπάρχει και κρυφό επιπλέον τίμημα που συμφωνείται και δίνεται μετρητά. Έτσι, με τη χρήση του πλαστικού χρήματος περιορίζουμε ένα τμήμα φοροδιαφυγής, καθώς θα πρέπει να υπάρξει έστω ένα παραστατικό, αλλά δεν το αντιμετωπίζουμε δραστικά.

Η ΥΠΑΡΞΗ αντικειμενικών κριτηρίων βάσει του τρόπου ζωής του φορολογούμενου και των εξόδων που έχει, σε συνδυασμό με συχνούς ελέγχους που παρακολουθούν εάν ο τρόπος ζωής συνάδει με τις δηλώσεις είναι οπωσδήποτε κομβικής σημασίας μέτρο. Διότι με αυτόν τον τρόπο ο φορολογούμενος επιδιώκει να αυξήσει τα εισοδήματά του που φορολογούνται για να μπορεί να δικαιολογήσει το κόστος ζωής του (έξοδα, μισθώματα, αγορά αυτοκινήτου κ.λπ.). Επομένως, ο περιορισμός των μετρητών και η σύνδεση του κόστους ζωής με τον έλεγχο των δηλώσεων βοηθούν στη φορολογική συμμόρφωση.

ΩΣΤΟΣΟ, παράλληλα είναι απαραίτητο και η παροχή κινήτρων στον πολίτη να λάβει το παραστατικό. Η παροχή αυτού του κινήτρου θα πρέπει να συνδέεται με τη δυνατότητα όποιος λαμβάνει την απόδειξη να μπορεί να τη χρησιμοποιήσει ως έκπτωση στο φορολογητέο δικό του εισόδημα. Θα φέρω ένα παράδειγμα για να γίνει αντιληπτό. Για μια δικηγορική πράξη που στοιχίζει π.χ. 1.000 ευρώ, ο πολίτης θα πληρώσει 1.240 ευρώ με τον ΦΠΑ και ο δικηγόρος που θα είναι σε μια φορολογική κλίμακα 33% θα εισπράξει 650 ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται άλλες κρατήσεις. Η διαφορά των 650 που θα εισπράξει ο επαγγελματίας έως τα 1.240 ευρώ που θα πληρώσει ο πελάτης δίνει μεγάλο εύρος «διαπραγμάτευσης» με τον πολίτη για καλύτερη τιμή και μη έκδοση παραστατικού. Το ίδιο ισχύει στην ταβέρνα, στον γιατρό, στον ηλεκτρολόγο, στον υδραυλικό κ.λπ. Εάν αντιθέτως την απόδειξη ο πολίτης τη χρησιμοποιούσε για δική του έκπτωση στον φόρο θα είχε κίνητρο να τη λάβει.

ΚΙΝΗΤΡΟ αντίστοιχα είναι και η μείωση φορολογικών συντελεστών, όπως κάναμε με την κατάργηση των εισφορών του ΣΥΡΙΖΑ και τη μείωση του εισαγωγικού φόρου από το 22% στο 9%.

Η ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ συμμόρφωση είναι απαραίτητη και για τα έσοδα του κράτους και για την εμπέδωση της αρχής της ισότητας στη φορολόγηση. Αυτή περνά μέσα από τα κίνητρα, τους ελέγχους βάσει εισοδημάτων, τους καλύτερους φορολογικούς συντελεστές και την ύπαρξη αντικειμενικών κριτηρίων σε κάποιες πράξεις. Εάν λάβουν χώρα τα ανωτέρω, τότε και ο περιορισμός των μετρητών θα λειτουργήσει καταλυτικά.