Τoυ Γιώργου Στάμτση, διδάκτορος μηχανικού Πανεπιστημίου Ντούισμπουργκ Έσεν
ΠΕΡΑ από τον ισχυρό καύσωνα που δοκιμάζει την αντοχή (και) του ηλεκτρικού συστήματος και την κορύφωση της τουριστικής περιόδου που δοκιμάζει τα όρια της φέρουσας ικανότητας σε πολλές τουριστικές περιοχές, η Ελλάδα και η Ισπανία έχουν κάτι ακόμα κοινό αυτή τη θερινή περίοδο. Και στις δύο μεσογειακές χώρες βρίσκεται υπό αναθεώρηση το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).
ΣΤΗ ΜΕΝ ΙΣΠΑΝΙΑ η αναθεώρηση έχει ήδη δημοσιευτεί και προβλέπει μια πολύ μεγάλη αύξηση της ηλεκτρικής ισχύος από ανανεώσιμες πηγές, σε σχέση πάντα με το αρχικό ΕΣΕΚ που είχε εκπονηθεί το 2019. Βλέπετε, η ενεργειακή κρίση και η ευρωπαϊκή δέσμευση για απεξάρτηση από τα ρωσικά καύσιμα έχουν δώσει μια σημαντική ώθηση στην ενεργειακή μετάβαση στην Ε.Ε. Προκειμένου να μπορέσει να λειτουργήσει ένα ηλεκτρικό σύστημα με δεκάδες επιπλέον γιγαβάτ (1.000 μεγαβάτ=1 γιγαβάτ) αιολικών και φωτοβολταϊκών, η Ισπανία σχεδιάζει τον τριπλασιασμό της μεταφορικής ικανότητας των ηλεκτρικών γραμμών που τη συνδέουν με τη γειτονική Γαλλία. Νέες γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, είτε υποθαλάσσια μέσω του Βισκαϊκού κόλπου είτε διασχίζοντας τα Πυρηναία, θα επιτρέψουν το πλεόνασμα της ισπανικής ανανεώσιμης παραγωγής ηλεκτρισμού -κατά τις χιλιάδες ώρες που η παραγωγή θα υπερκαλύπτει τη ζήτηση και την αποθήκευσηνα εξάγεται προς τον μεγάλο ενεργειακό γείτονα.
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, από την άλλη, η αναθεώρηση του ΕΣΕΚ δεν έχει ολοκληρωθεί. Υπάρχει όμως δημοσιευμένη μια παρουσίαση των κατευθύνσεων της αναθεώρησης από τον Ιανουάριο 2023, όπως και τα πιο πρόσφατα στοιχεία που κατέθεσε τον Απρίλιο 2023 ο ΑΔΜΗΕ στον Ευρωπαϊκό Διαχειριστή Ηλεκτρικών Συστημάτων ENTSOE, στο πλαίσιο εκπόνησης της ετήσιας ευρωπαϊκής μελέτης επάρκειας.
ΑΠΟ ΑΥΤΑ τα στοιχεία, λοιπόν, φαίνεται ότι σε δέκα χρόνια από τώρα, το 2033, η εγκατεστημένη ηλεκτρική ισχύς από έργα ΑΠΕ στη χώρα μας θα είναι 32-33 γιγαβάτ και η παραγωγή τους για χιλιάδες ώρες (από τις 8.760 ώρες που έχει το έτος) θα είναι τουλάχιστον 16-20 γιγαβάτ. Από την άλλη πλευρά της ζυγαριάς, η μέση ζήτηση για ηλεκτρισμό το 2033 στην Ελλάδα εκτιμάται ότι θα είναι γύρω στα 8 γιγαβάτ και η ισχύς των μπαταριών γύρω στα 5 γιγαβάτ (και αυτό για 3 ώρες, μετά γεμίζουν οι μπαταρίες).
ΑΥΤΟ σημαίνει ότι για χιλιάδες ώρες κάθε χρόνο η παραγωγή των ΑΠΕ θα ξεπερνά τη ζήτηση και αποθήκευση κατά 4-7 γιγαβάτ, νούμερο που συχνά θα αγγίζει και τα 10 γιγαβάτ όταν θα είναι γεμάτες οι μπαταρίες. Προφανώς ο μόνος δρόμος είναι να εξαγάγουμε αυτές τις ώρες την περίσσεια της ενέργειας. Όμως η μεταφορική ικανότητα των διασυνδέσεων της Ελλάδας με γειτονικές χώρες είναι σήμερα μόλις 2,5 γιγαβάτ, και δυστυχώς προβλέπεται να αυξηθεί μόλις κατά 1 περίπου γιγαβάτ τα επόμενα χρόνια. Μιλάμε βέβαια για τις διασυνδέσεις προς Βορρά και Δύση, όπου μπορούμε να εξάγουμε τη δική μας πράσινη ενέργεια.
ΓΙΑΤΙ η διασύνδεση με την Αίγυπτο θα είναι καθαρά εισαγωγική – θα πρέπει μάλιστα να βρούμε τι θα κάνουμε τα 3 γιγαβάτ που κάθε ώρα του έτους θα μας έρχονται από αυτή τη διασύνδεση, σύμφωνα με τον σχεδιασμό. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη και την εξ Αιγύπτου ενέργεια, η ανάγκη για νέες διασυνδέσεις από την Ελλάδα προς τα βόρεια είναι σίγουρα γύρω στα 10 γιγαβάτ.
Η ΛΥΣΗ σε αυτό το αδιέξοδο είναι γνωστή και έχει προταθεί εδώ και πάνω από δέκα χρόνια: μια νέα απευθείας γραμμή μεταφοράς ηλεκτρισμού που θα ενώνει την Ελλάδα με τη Γερμανία, στην περιοχή της Βαυαρίας. Η Ισπανία έχει την τύχη να έχει μεγάλο ενεργειακό γείτονα. Εμείς πάλι όχι -καθώς η Ιταλία έχει κορεσμένο εσωτερικό δίκτυο μεταφοράς και δεν θα μπορούσε να απορροφήσει την ενέργεια που θα της δίναμε κάπου στα νότια-, οπότε πρέπει να προχωρήσουμε σε πιο καινοτόμες ιδέες. Όπως ακριβώς είναι η ηλεκτρική λεωφόρος, με μεταφορική ισχύ τουλάχιστον 6 γιγαβάτ για να συγκεντρώνει ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια και από τα υπόλοιπα Βαλκάνια και να την εξάγει εκεί όπου είναι η μεγάλη ευρωπαϊκή κατανάλωση. Έτσι, μπορούμε να πετύχουμε την πράσινη μετάβαση στην Ελλάδα. Αλλιώς: no transmission, no transition.