Του Χρήστου Λαμπούδη, οικονομολόγου – συμβούλου Λογιστικής, διευθυντή Τμήματος Υποστήριξης Φορέων Δημοσίου της ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Α.Ε. και του Κώστα Λειβαδόπουλου, οικονομολόγου – συμβούλου Λογιστικής, Manager Τμήματος Υποστήριξης ΝΠΔΔ & ΟΤΑ της ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Α.Ε.
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑIΑ χρόνια, σε κάθε συζήτηση στη χώρα για τα δημόσια οικονομικά γίνεται αναφορά για τη δημόσια περιουσία, καθώς το ελληνικό κράτος εκτιμάται ότι κατέχει μέσω των δημόσιων φορέων σημαντικά περιουσιακά στοιχεία ακίνητης περιουσίας, κληροδοτημάτων, λοιπού εξοπλισμού κ.λπ.
ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ λογιστικό σύστημα δεν περιλαμβάνει την παρακολούθηση της περιουσίας των φορέων του Δημοσίου (φορείς γενικής κυβέρνησης). Είναι ένα λογιστικό μοντέλο παρακολούθησης εσόδων εξόδων σε ταμειακή βάση, δηλαδή παρακολούθηση εισπράξεων και πληρωμών. Πριν από αρκετά χρόνια, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, οι φορείς του Δημοσίου υποχρεώθηκαν να εφαρμόσουν παράλληλα με τη δημόσια λογιστική και διπλογραφικά λογιστικά συστήματα, κατόπιν έκδοσης σχετικών προεδρικών διαταγμάτων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την έναρξη σύνταξης ισολογισμών των δημόσιων φορέων, στους οποίους αποτυπώνεται και η περιουσία τους.
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ του ισολογισμού ενάρξεως κάθε φορέα διενεργήθηκε απογραφή περιουσίας και καταγράφηκε στα λογιστικά του βιβλία. Μάλιστα, το ίδιο το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, ήδη από το 2011, συντάσσει οικονομικές καταστάσεις με διπλογραφική λογιστική μέθοδο συμπεριλαμβάνοντας τα περιουσιακά του στοιχεία. Στην προσπάθεια, λοιπόν, της ορθής αποτύπωσης των οικονομικών της χώρας, ανεξαρτήτως των ελλείψεων που παρουσιάζει, έχουν γίνει θετικά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, αφού είναι αυτονόητο ότι μια τέτοια μετάβαση απαιτεί χρόνο. Στο πλαίσιο της μετάβασης προς την ολοκλήρωση του συστήματος παρακολούθησης των οικονομικών όλων των φορέων του Δημοσίου, με ομοιόμορφο διπλογραφικό λογιστικό σύστημα, εκδόθηκε το Π.Δ. 54/2018. Ένα Διπλογραφικό Λογιστικό Σύστημα, που στηρίζεται στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογιστικού Σχεδίου (ESA) και στοχεύει στην εισαγωγή νέων χρηματοοικονομικών αναφορών και καταστάσεων, που δίνουν τη δυνατότητα σε οποιονδήποτε θέλει να ελέγχει τα οικονομικά στοιχεία ενός φορέα και να κάνει τις ανάλογες συγκρίσεις.
Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ του Π.Δ. 54/2018 από όλους τους φορείς του Δημοσίου θα βοηθήσει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους να συντάξει ορθότερες Εθνικές Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις. Η καθολική έναρξη της εφαρμογής του μετατέθηκε για την 1η.1.2025 κατόπιν παράτασης, καθώς δεν υπήρξε η απαραίτητη προετοιμασία.
ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΤΑΣΗ, δίνεται η ευκαιρία στους φορείς γενικής κυβέρνησης να ξεκινήσουν την προετοιμασία για την εφαρμογή του Π.Δ. 54/2018 και από τις πρώτες ενέργειες που θα πρέπει να πράξουν είναι η απογραφή της περιουσίας τους, είτε για πρώτη φορά -αν δεν το είχαν πράξει στο παρελθόν- είτε επικαιροποιώντας τις παλιές -προ ετών- απογραφές περιουσίας.
ΑΛΛΩΣΤΕ, όταν αναφερόμαστε διαρκώς στο δημόσιο χρέος ή και στο Υπερταμείο και γενικά στα οικονομικά του κράτους, για τη δημόσια περιουσία, κανείς δεν μπορεί με ακρίβεια να την προσδιορίσει. Η εφαρμογή του Π.Δ. 54/2018 αποτελεί την κατάλληλη αφορμή ώστε να ξεκινήσει συγκροτημένα η απογραφή της περιουσίας του Δημοσίου και αυτό μπορεί να γίνει μόνο από τους ίδιους τους φορείς της γενικής κυβέρνησης.
ΔΕΝ ΜΠΟΡΕI να θεσμοθετείται αξιολόγηση των διοικήσεων των δημόσιων φορέων και η πολιτεία να μην απαιτεί από αυτές να συμπεριλάβουν στις πρώτες τους ενέργειες την απογραφή της περιουσίας του εκάστοτε δημόσιου φορέα και ειδικά όταν μέρος αυτής αποτελεί άμεση ή έμμεση εγγύηση του Δημοσίου έναντι του δημόσιου χρέους.
ΑΠΟΔΕΧΟΜΕΝΟΙ ότι το σύνολο της οικονομίας επηρεάζεται άμεσα από την οικονομική αξιοπιστία του κράτους, η εφαρμογή του Π.Δ. 54/18 αποτελεί μια μεγάλη μεταρρύθμιση, καθώς η σύνταξη αξιόπιστων και σύγχρονων οικονομικών καταστάσεων μπορεί να βοηθήσει στην τεκμηρίωση της ικανότητας της χώρας να ανταποκριθεί στο υψηλό δημόσιο χρέος απρόσκοπτα. Οι φορείς του Δημοσίου έχουν υποχρέωση να εξελίξουν το μοντέλο παρακολούθησης της οικονομικής τους διαχείρισης, ξεκινώντας άμεσα με την αξιόπιστη καταγραφή της περιουσίας που διαχειρίζονται.