Του Γιώργου Δημητριάδη, προέδρου ΠΑΣΥΠ κατά του braindrain, αντιπροέδρου ΕΚΚ, μέλους ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, αν. γραμματέα Τομέα Συνδικαλιστικού ΠΑΣΟΚ & υπ. διδάκτορα
ΕΝΑ ΑΠΟ τα θέματα που προβληματίζει και σίγουρα θα πρέπει να μας απασχολήσει ως γενιά, ως κράτος και ως πολιτεία είναι ο τρόπος με τον οποίο χειριζόμαστε σήμερα τα επιδόματα στήριξης. Συγκεκριμένα, τα στοχευμένα επιδόματα που δίνονται σε νέους ηλικιακά ανθρώπους είναι ένα πολύ λεπτό ζήτημα, καθώς με λανθασμένη χρήση μπορεί να φέρουν τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που είχαν οριστεί εξαρχής να φέρουν.
ΤΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ανά τα χρόνια λειτουργούν αναμφίβολα ως μέσο στήριξης και αποτελεσματικής κοινωνικής πολιτικής για τους ευάλωτους και ασθενέστερους συμπολίτες μας. Όμως θα πρέπει να τονιστεί πως υπάρχει μεγάλη διαφορά στη λειτουργικότητα των επιδομάτων των υπερηλίκων, των
ατόμων με αναπηρία και των μεσηλίκων οικογενειαρχών από ό,τι στα επιδόματα των νέων κάτω των 30 ετών, που βρίσκονται στην πιο παραγωγική φάση της ζωής τους.
ΤΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θεωρούνται ως πανάκεια στα ζοφερής σημασίας προβλήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως χώρα. Ειδικά σήμερα, τα επιδόματα τα οποία δίνονται από την κυβέρνηση δεν προσφέρουν καμία ουσιαστική ανακούφιση, αφού προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό λόγω της ακρίβειας. Αυτή την περίοδο οι πολίτες πληρώνουν αυξημένες τιμές στα προϊόντα λόγω του αυξημένου ΦΠΑ, ένα μέρος λοιπόν αυτών των εσόδων μετατρέπεται σε επιδόματα, όπου στο τέλος φτάνουν να επιδοτούν την αισχροκέρδεια, αφού ουσιαστικά ένα μεγάλο μέρος αυτών καταλήγει στις εταιρείες παραγωγής ενέργειας!
ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ παραμένουν και μάλιστα κάποιες φορές χειροτερεύουν, καθώς με τη στήριξη αυτή ο νέος, σε αρκετές περιπτώσεις, δεν ενεργοποιείται αλλά, εν αντιθέσει, αδρανοποιείται. Πολλώ δε μάλλον σήμερα, που οι νέοι εργαζόμενοι στρέφονται ολοένα και περισσότερο στη μαύρη και αδήλωτη εργασία, η οποία χαρακτηρίζεται από χαμηλούς μισθούς και μεγάλη αναντιστοιχία ως προς τις ώρες, τις ημέρες, τα ένσημα και τις απολαβές, αποθαρρύνονται περισσότερο από ποτέ στην αναζήτηση εργασίας. Ακόμη, με το νέο εργασιακό νομοσχέδιο, το οποίο νομιμοποιεί την κατάργηση
του οκταώρου, τις απλήρωτες υπερωρίες και την κατάλυση των συλλογικών συμβάσεων, η κατάσταση έχει γίνει πολύ χειρότερη, με αποτέλεσμα οι νέοι να χάσουν κάθε πίστη και ελπίδα σ’ ένα ασφαλέστερο και πιο δίκαιο εργασιακό μέλλον.
ΟΛΟΙ ΑΥΤΟΙ οι άνθρωποι βιώνουν έντονα πλέον το άγχος και την ανασφάλεια, δύο συναισθήματα που καταρρακώνουν τη σωματική και την ψυχική τους υγεία. Ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα που ανακύπτει από αυτή την κατάσταση είναι και η αύξηση της υπογεννητικότητας. Οι χαμηλοί μισθοί και η ανεργία στους νέους ανθρώπους καθιστούν δύσκολη έως αδύνατη τη δημιουργία οικογένειας και την ανατροφή παιδιών, αυξάνοντας έτσι κατά πολύ το δημογραφικό πρόβλημα. Οι επιπτώσεις του
προβλήματος αυτού έχουν αρχίσει να επηρεάζουν αισθητά ολόκληρη την πατρίδα μας, καθώς η ολοένα και μεγαλύτερη αύξησή του έχει συρρικνώσει τον πληθυσμό της χώρας κατά πολύ τα τελευταία χρόνια.
ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ σενάριο όμως είναι πως η επιδοματική πολιτική της χώρας μας στρέφεται σε ένα μοντέλο «ελέγχου της μάζας» και ειδικά της νέας γενιάς, με τον όρο της υπακοής στην κεντρική εξουσία. Σύμφωνα με το πρόσφατο, νέο ψηφισθέν νομοσχέδιο της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης, αν ο επιδοτούμενος από το κράτος, για παράδειγμα, δεν συμμορφώνεται με ορισμένους κανόνες και αποφάσεις, τότε παύει και η χορήγηση του επιδόματος.
ΑΝ ΣΥΝΔΥΑΣΕΙ μάλιστα κανείς τα παραπάνω γεγονότα με τα γνωστά επιδόματα της πανδημίας, θα δει πως δυστυχώς δημιουργούνται εκείνες οι συνθήκες μέσα στις οποίες οι άνθρωποι της χώρας φτάνουν στο σημείο να προτιμούν να ζουν με επιδόματα και να μην εργάζονται, αφού αν εργάζονταν θα το έκαναν για να λάβουν τα ίδια χρήματα με αυτά που θα λάμβαναν από το επίδομα. Αποτέλεσμα
όλου αυτού είναι να μη δημιουργούνται νέες εργασιακές ευκαιρίες, γιατί «πλασματικά» λεφτά άνευ πραγματικού αντικρίσματος δημιουργούνται εύκολα, αλλά πραγματικά λεφτά πάρα πολύ δύσκολα πλέον. Εδώ όμως θα πρέπει να τονίσουμε πως οι πραγματικές οικονομίες απαιτούν πραγματικούς πόρους και πραγματικές δουλειές, όχι… επιδόματα. Και κάπως έτσι φτάνουμε στο σημείο να μην
αναπτύσσεται η οικονομία μας, καθώς η λανθασμένη επιδοματική πολιτική καθηλώνει την πιο παραγωγική ομάδα ανθρώπων, τους νέους ανθρώπους αυτού του τόπου.
ΜΗΠΩΣ θα πρέπει να βρούμε έναν τρόπο ώστε να μπορέσουμε να αντιστρέψουμε τον ρόλο των επιδομάτων όπως τα ξέρουμε σήμερα;
ΠΡΟΤΑΣΗ: Εφόσον θέλουμε να μιλάμε με ρεαλιστικούς όρους και όχι με αντιπολιτευτικούς ή προεκλογικούς, θα πρέπει να σκεφτούμε πώς θα αντιστρέψουμε τον ρόλο των επιδομάτων σε ρόλο ενδυνάμωσης και ώθησης της νέας γενιάς. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό στην πράξη; Με το να
μετατραπούν τα επιδόματα σε μπόνους εργασίας. Το βασικό δεδομένο μας αυτή τη στιγμή είναι πως δημοσιονομικά δεν υπάρχει ο χώρος ώστε να αυξηθεί ο μισθός στα 1.000 ευρώ όπως θα θέλαμε, συνεπώς τι θα μπορούσε να γίνει; Πολύ εύκολα θα μπορούσε εντέχνως το επίδομα να προστίθεται στον κατώτατο μισθό του κάθε εργαζόμενου, έτσι ώστε να λειτουργεί ως ένα μεγάλο κίνητρο εύρεσης εργασίας αλλά και ως ένα μέσο ισοστάθμισης για έναν καλύτερο μισθό ο οποίος θα φτάνει όσο πιο κοντά γίνεται στα ευρωπαϊκά επίπεδα και δεδομένα. Έτσι δίνεται το έναυσμα στον νέο άνθρωπο να μπει άμεσα στην παραγωγική διαδικασία, αφού στο τέλος η συγκεκριμένη εργασία θα του αποφέρει ικανοποιητικές απολαβές, οι οποίες θα παίξουν καταλυτικό ρόλο στην πραγματική αύξηση της ποιότητας ζωής του.