Της Άννας Μισέλ Ασημακοπούλου, oικονομολόγου, νομικού και βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, αντιπροέδρου της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (INTA) και εκπροσώπου Τύπου της ευρωομάδας της Νέας Δημοκρατίας
ΣΤΙΣ ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΕΣ βουλευτικές εκλογές αναδεικνύεται ένα διακύβευμα πιο ξεκάθαρο από ποτέ. Σταθερό διακύβευμα όλων των εκλογικών αναμετρήσεων, διαχρονικά, ήταν προφανώς ποια πολιτική προκρίνουμε και
ποιον πολιτικό αρχηγό επιλέγουμε να την εφαρμόσει. Το ίδιο ισχύει φυσικά και σήμερα, αλλά αυτήν τη φορά οι πολίτες έχουν να κρίνουν και να επιλέξουν όχι απλώς μεταξύ εξαγγελιών, αλλά μεταξύ δύο περιόδων με πεπραγμένα, λάθη, παραλείψεις, επιδόσεις και αποτελέσματα. Σύγκριση και κρίση, λοιπόν, είναι οι σημασίες που θα καθορίσουν το αποτέλεσμα των επικείμενων εκλογών.
ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ θα συγκρίνουν δύο περιόδους, αυτήν του 2015-2019, με συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα, με την περίοδο 2019-2023, με αυτοδύναμη κυβέρνηση και πρωθυπουργό τον
Κυριάκο Μητσοτάκη. Θα συγκρίνουν δύο περιόδους, δύο κυβερνήσεις, αλλά και δύο πρωθυπουργούς. Επίσης, θα συγκρίνουν τις υποσχέσεις και τις εξαγγελίες του 2015 και το πώς κατέληξαν στην πορεία με τις εξαγγελίες της Ν.Δ. και το κατά πόσο υλοποιήθηκαν. Θα συγκρίνουν τη θέση της χώρας τότε και σήμερα.
Ο ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ, η καταστροφολογία και η τοξικότητα, επομένως, που με επιμέλεια έχει εισαγάγει στο
πολιτικό σκηνικό ο ΣΥΡΙΖΑ, εξηγούνται ακριβώς γιατί τα πεπραγμένα και τα αποτελέσματα κατά την περίοδο της διακυβέρνησής του δεν αντέχουν στη σύγκριση.
ΕΠΕΙΔΗ, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, κατηγορεί την κυβέρνηση της Ν.Δ. για όλες τις κρίσεις
που διαχειρίστηκε, τίθενται στην κρίση των πολιτών δύο επιπλέον καίρια ζητήματα.
ΠΡΩΤΟΝ, εάν θα τα κατάφερνε καλύτερα ή χειρότερα μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σε αυτές τις κρίσεις. Έβρος, πανδημία,
πόλεμος στην Ουκρανία, πληθωριστική κρίση, ενεργειακή κρίση, τουρκική προκλητικότητα. Θα προτιμούσαν άραγε οι πολίτες να έχει διαχειριστεί αυτές τις κρίσεις μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Πιστεύουν πως θα είχε καλύτερες επιδόσεις και αποτελέσματα;
ΔΕΥΤΕΡΟΝ, με δεδομένο ότι η κυβέρνηση της Ν.Δ. κατάφερε να διαχειριστεί με επιτυχία όλες αυτές τις πρωτόγνωρες και απανωτές κρίσεις, αλλά και να επιδείξει σημαντικά επιτεύγματα σε κάθε τομέα διακυβέρνησης -που αποδεικνύονται με αδιαμφισβήτητα και ακλόνητα στοιχεία, τα οποία προφανώς θα αναδειχθούν περαιτέρω κατά την προεκλογική περίοδο-, ποιες θα ήταν άραγε οι επιδόσεις αυτής της κυβέρνησης και η πορεία της χώρας εάν δεν υπήρχαν όλες αυτές οι συμφορές και αν οι συνθήκες ήταν ομαλότερες;
ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ θα κληθούν, επίσης, να κρίνουν και να συγκρίνουν δύο πολιτικές προτάσεις για το αύριο. Την ξεκάθαρη πρόταση της Ν.Δ., που ζητά με συνέπεια μια αυτοδύναμη εντολή για να συνεχίσει να οικοδομεί μια σύγχρονη και αυτοδύναμη Ελλάδα, και μια συγκεχυμένη και αόριστη πρόταση «προοδευτικής διακυβέρνησης», που οι προβαλλόμενοι, μάλιστα, ως μελλοντικοί συμμετέχοντες αρνούνται τη συμμετοχή τους. Αυτή, ως πρόταση για την επόμενη μέρα της χώρας, σημαίνει μόνον ένα πράγμα: Περιπέτειες. Περιπέτειες που όλοι, άλλωστε, τις έχουμε πρόσφατα βιώσει. Περιπέτειες, ξανά, τώρα που η Ελλάδα έχει βγει σε ένα ξέφωτο ελπίδας και προοπτικής για το αύριο και τελικά περιπέτειες μέσα σε ένα πολύ δύσκολο και ασαφές διεθνές περιβάλλον κρίσεων και προκλήσεων, όπου η σταθερότητα είναι το κορυφαίο ζητούμενο.
ΚΑΤΑ τη γνώμη μου, όλες οι παραπάνω κρίσεις και συγκρίσεις συμπυκνώνουν, σε τελευταία ανάλυση, το διακύβευμα των επερχόμενων εκλογών. Και αυτό δεν είναι άλλο από το σταθερά μπροστά ή επιστροφή στις περιπέτειες.