Skip to main content

Κρίσιμα ορυκτά και ηλεκτροκίνηση – Οι προκλήσεις

N SOCIETY

Του Σπύρου Παπαευθυμίου, καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης

Η ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ μετάβαση είναι πλέον πραγματικότητα και μέρος αυτής ο συνεχώς αναπτυσσόμενος τομέας της ηλεκτροκίνησης. Σύμφωνα με το IRENA, για την επίτευξη του στόχου του 1,5°C και της ανθρακικής ουδετερότητας, η ηλεκτροκίνηση αναμένεται να κυριαρχήσει στις οδικές μεταφορές, με κοντά στα 1,8 δισ. ηλεκτρικά αυτοκίνητα (EVs) να κυκλοφορούν έως το 2050, μια σχεδόν 200πλασια αύξηση σε σχέση με τα ήδη 10 εκατ. που κυκλοφορούν σήμερα.

ΣΕ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ επίπεδο η ηλεκτροκίνηση ανθεί και η αυξανόμενη ζήτηση ηλεκτρικών οχημάτων και κατά συνέπεια των ορυκτών πρώτων υλών, απαραίτητων για την κατασκευή των κινητήρων και μπαταριών, αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τη βιομηχανία. Σε σύγκριση με ένα συμβατικό, ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο χρειάζεται περίπου 10 φορές περισσότερη ποσότητα ορυκτών υλικών, «κρίσιμων» όπως χαρακτηρίζονται λόγω της σημαντικότητάς τους για τη λειτουργία των σύγχρονων τεχνολογιών, αλλά και εξαιτίας του κινδύνου διατάραξης των αλυσίδων εφοδιασμού τους. Τέτοια υλικά, όπως το λίθιο, το νικέλιο, το κοβάλτιο, το μαγγάνιο και ο γραφίτης, εξορύσσονται και διατίθενται με αυξανόμενους ρυθμούς.

ΣΥΜΦΩΝΑ με την Adamas Intelligence, το πρώτο εξάμηνο του ’22 έγινε διάθεση 117.200 τόνων λιθίου (LCE) παγκοσμίως για την κατασκευή μπαταριών ηλεκτρικών αυτοκινήτων, με αύξηση κατά 76% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του ’21, ενώ η διάθεση για το νικέλιο και το κοβάλτιο έφτασε στους 88.200 και 18.500 τόνους αντιστοίχως, με αύξηση κατά 50% και 44%.

Η ΚΑΛΥΨΗ της συνεχούς αυξανόμενης ζήτησης αυτών των ορυκτών αποτελεί πλέον προτεραιότητα και συνάμα πρόκληση, καθώς κρίνεται ολοένα και περισσότερο δύσκολη η εξόρυξή τους, τόσο λόγω γεωπολιτικών και οικονομικών ασταθειών, αλλά και λόγω των περιβαλλοντικών και κοινωνικών συνεπειών που αυτή επιφέρει.

ΣΥΜΦΩΝΑ με την έκθεση του αυστριακού ομοσπονδιακού υπουργείου Γεωργίας, Περιφερειών και Τουρισμού «World Mining Data 2020», μόνο ένα μικρό ποσοστό των μετάλλων που απαιτούνται για τη στήριξη της ενεργειακής μετάβασης παράγεται σε χώρες πολιτικά σταθερές, που όμως και αυτές δεν διαθέτουν τα απαραίτητα θεσμικά πλαίσια για τη στήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης της εξορυκτικής βιομηχανίας.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΡΥΞΗ, την επεξεργασία, αλλά και τη μεταφορά και διάθεση των κρίσιμων ορυκτών χρειάζεται ενέργεια, η οποία όμως αφήνει συνήθως υψηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Από τέτοιες δραστηριότητες έντασης ενέργειας προκύπτουν σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όπως εκπομπές αερίων θερμοκηπίου. Ειδικότερα, περίπου το 10% των παγκόσμιων εκπομπών σήμερα οφείλεται στις εξορυκτικές δραστηριότητες, ποσοστό που θα αυξηθεί σημαντικά σύμφωνα με τις απαιτήσεις της ενεργειακής μετάβασης.

ΤΕΤΟΙΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ζητήματα απαιτούν άμεσες, συντονισμένες και καινοτόμες λύσεις, και η επαναχρησιμοποίηση ή η ανακαίνιση συσκευών που περιέχουν κρίσιμα ορυκτά αποτελεί επίσης επιλογή ως μέρος της κυκλικής οικονομίας. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η ανακύκλωση και η επαναχρησιμοποίηση των μπαταριών ηλεκτρικών αυτοκινήτων μπορεί να αποφέρει σημαντικά οφέλη σε ό,τι αφορά θέματα ασφάλειας αλλά και περιβάλλοντος, μειώνοντας την απαίτηση εφοδιασμού για «κρίσιμα» ορυκτά έως και 12% έως το 2040.

ΤΟ ΚΑΤΑ πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των «κρίσιμων» ορυκτών στην ενεργειακή μετάβαση, καθώς και πόσο κρίσιμη είναι η βιώσιμη χρήση τους, διαφαίνεται και στην ομιλία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μετά την πρόσφατη αναγγελία του ψηφίσματος του νόμου περί κρίσιμων πρώτων υλών (Σεπτέμβρης ’22): «Σύντομα το λίθιο και οι σπάνιες γαίες θα είναι σημαντικότερα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. […] Πρέπει να αποφύγουμε να βρεθούμε ξανά σε σχέση εξάρτησης όπως συνέβη με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο […] Θα εντοπίσουμε στρατηγικά έργα σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού, από την εξόρυξη έως τη διύλιση, από την επεξεργασία έως την ανακύκλωση».