Τα Κέντρα Δεδομένων υπερκλίμακας (hyperscale datacenters) είναι τεράστιες εγκαταστάσεις καίριες για κρίσιμες, επεκτάσιμες και ευέλικτες εφαρμογές, τα οποία ξεπερνούν κατά πολύ σε απόδοση, χωρητικότητα και επεκτασιμότητα τα συμβατικά κέντρα δεδομένων εταιρειών και δημόσιων φορέων, ενώ η παγκόσμια αγορά Κέντρων υπερκλίμακας αναμένεται να φτάσει περίπου τα 593 δισ. δολάρια έως το 2030, από 62 δισ. δολάρια το 2021.
Οι τυπικές εγκαταστάσεις υπερκλίμακας έχουν τουλάχιστον 5.000 διακομιστές σε έκταση αρκετών στρεμμάτων, αλλά τείνουν να είναι πολύ μεγαλύτερες, με συστήματα ψύξης ιδιαίτερα απαιτητικά σε ενέργεια και νερό. Τεχνολογικοί κολοσσοί όπως το Yahoo, το Facebook, η Microsoft, η Apple, η Google, η Amazon και η IBM λειτουργούν τα περισσότερα Κέντρων Δεδομένων υπερκλίμακας παγκοσμίως. Το ζήτημα των ενεργειακών και υδατικών απαιτήσεων τους απασχολεί και αυτούς τους ίδιους τους κολοσσούς, οι οποίοι έχουν επιδοθεί τελευταία σε διακηρύξεις και επενδύσεις στον «πράσινο» τρόπο λειτουργίας τους με βάση τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.καινοτ
Στην Ελλάδα
«Φιλοδοξία της κυβέρνησης είναι η Ελλάδα να εξελιχθεί σε υπερσύγχρονο κόμβο δεδομένων» είναι μια μόνιμη επωδός του Πρωθυπουργού ο οποίος πρόσφατα κατέθεσε την ιδιαίτερη χαρά του για τη σημαντική απόφαση της Google να δημιουργήσει Κέντρο Δεδομένων υπερκλίμακας. Όπως είπε ο πρωθυπουργός, η επένδυση αυτή μπορεί να συνεισφέρει πάνω από 2 δισ. ευρώ στο ελληνικό ΑΕΠ ως το 2030 και να δημιουργήσει 20.000 καλοπληρωμένες νέες θέσεις εργασίας. Παρέλειψε, όμως, να αναφέρει πώς προκύπτουν αυτοί οι εντυπωσιακοί αριθμοί…
Είναι δικαιολογημένη, άραγε, αυτή η πρωθυπουργική ευφορία ή πρόκειται για μια ακόμη έκφραση επικοινωνιακού χαρακτήρα; Το ερώτημα εστιάζεται στο ποια είναι η ουσιαστική συνεισφορά της επένδυσης σε Κέντρα Δεδομένων υπερκλίμακας για την αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας. Η πρόσφατη διεθνής εμπειρία μάλλον καταδεικνύει ότι η λειτουργία τέτοιας κλίμακας Κέντρων πουθενά δεν αποτέλεσε αυτή καθαυτή σημαντικό αναπτυξιακό εργαλείο, αλλά αντίθετα έχει οδηγήσει σε ολοένα εντεινόμενους προβληματισμούς για την ανταποδοτικότητα των εθνικών δεσμεύσεων και τις κοινωνικές επιπτώσεις που συνδέονται με τον τρόπο χρηματοδότησης και λειτουργίας τους.
Ειδικότερα για την εγκατάσταση Κέντρων Δεδομένων υπερκλίμακας στη χώρα μας, εγείρεται μια σειρά ερωτημάτων σχετικά με τους όρους, τις δεσμεύσεις, τα ανταποδοτικά οφέλη και την προστιθέμενη αξία αυτών των επενδύσεων.
1. Ενεργειακές απαιτήσεις και περιβαλλοντικές επιπτώσεις
Η λειτουργία τους έχει τεράστιες και διαρκώς αυξανόμενες ενεργειακές απαιτήσεις. Συμβάλλοντας στο 0,3% του συνόλου των παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα, καταναλώνουν σχεδόν το 1% της παγκόσμιας ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Στην Ευρώπη, το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 2,7% για το 2018, με πρόβλεψη να φτάσει το 3,2% το 2030.
Για αυτούς τους λόγους, σε χώρες που παραδοσιακά φιλοξενούν μεγάλα Κέντρα Δεδομένων (όπως η Ιρλανδία και η Ολλανδία) υπάρχει πίεση για μη επέκταση σε νέα δίκτυα και αναθεώρηση των υπαρχουσών συμβάσεων. Σήμερα, στο πλαίσιο των προβλεπόμενων δημόσιων επιδοτήσεων της ηλεκτρικής ενέργειας, μεγάλο μέρος από το κόστος της λειτουργίας τους θα επιβαρύνει το Δημόσιο.
Είναι η Ελλάδα έτοιμη να φιλοξενήσει τέτοιες ενεργοβόρες επενδύσεις εντάσσοντάς τις με τρόπο ομαλό στο ενεργειακό της δίκτυο;
2. Θέσεις εργασίας
Οι περισσότερες από τις μόνιμες θέσεις εργασίας σε Κέντρα Δεδομένων που δημιουργούνται από μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες δεν καλύπτονται από κατοίκους των περιοχών στις οποίες εγκαθίστανται, σύμφωνα με άρθρο των New York Times του 2016. Προσωρινές θέσεις εργασίας δημιουργούνται κατά τη διάρκεια της κατασκευής τους η οποία, όμως, δεν διαρκεί περισσότερο από την αντίστοιχη για την οικοδόμηση ενός εργοστασίου.
Η λειτουργία τους απαιτεί λιγότερες από 200 μόνιμες θέσεις για τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις. Μάλιστα, οι θέσεις υψηλής εξειδίκευσης είναι περιορισμένες ενώ σε τοπικό επίπεδο οι προσλήψεις αφορούν σε θέσεις μέτριων ή χαμηλών απαιτήσεων εξειδίκευσης.
Με ποια στοιχεία τεκμηριώνεται η δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας στα Κέντρα Δεδομένων υπερκλίμακας, όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός;
3. Κρατικές ενισχύσεις και οικονομικά οφέλη
Αξίζει να έχουμε κατά νου τον προβληματισμό που αναπτύσσεται στις ΗΠΑ για την ανταποδοτικότητα των κρατικών ενισχύσεων: το κόστος κάθε προκύπτουσας θέσης εργασίας φθάνει τα 1,95 εκ. δολάρια (!) και θεωρείται πρακτικά αδύνατο να επιστρέψει ποτέ αυτή η δαπάνη στο Δημόσιο από τα φορολογικά έσοδα όσων απασχολούνται σε αυτές τις υποδομές.
Στην Ελλάδα, οι εξαγγελθείσες επενδύσεις των πολυεθνικών κολοσσών δεν συνοδεύονται από συγκεκριμένα στοιχεία κόστους και ανταποδοτικότητας της όποιας κρατικής ενίσχυσης, αν και εντάσσονται στο προνομιακό πλαίσιο των «στρατηγικών επενδύσεων». Η μεγαλύτερη επένδυση που έχει εγκριθεί από την κυβέρνηση για 32 «στρατηγικές επενδύσεις» είναι αυτή των Κέντρων Δεδομένων της Microsoft, συνολικού ύψους 976 εκατ. ευρώ. Αλήθεια, ποια είναι η συνεισφορά του ελληνικού δημοσίου και ποια η προκύπτουσα ανταποδοτικότητα;
Γενικότερα, υπάρχει θέμα αδιαφάνειας του κόστους ως προς το οικονομικό όφελος, συμπεριλαμβανομένων και ειδικών φορολογικών κινήτρων για το οποία τίποτα δεν έχει αναφερθεί. Υπάρχει σχέδιο ανταποδοτικότητας στην ελληνική οικονομία όσον αφορά τις εθνικές ενισχύσεις, τις φοροαπαλλαγές και ενεργειακές επιχορηγήσεις;
Πέρα από οποιαδήποτε τεχνολατρική εξιδανίκευση ή τεχνοφοβική περιχαράκωση, η αναγκαία ψηφιοποίηση της ελληνικής οικονομίας προϋποθέτει σοβαρές τεχνολογικές επενδύσεις για τη στήριξη των διαδικτυακών υπηρεσιών και εφαρμογών του κράτους, των πολιτών και των επιχειρήσεων. Όμως, η εγκατάσταση Κέντρων Δεδομένων υπερκλίμακας είναι διαφορετικό ζήτημα και σε κάθε περίπτωση οι όροι για την εγκατάστασή τους πρέπει να είναι διαφανείς και να απαντούν στα παραπάνω ερωτήματα.
Για υπέρμετρα οφέλη τα οποία μπορεί να προκύψουν, υπάρχουν μόνο μελέτες κατά παραγγελία από τις εταιρείες Κέντρων Δεδομένων υπερκλίμακας, οι οποίες δεν αρκούν. Η ουσιαστική προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος προϋποθέτει ενδελεχή συζήτηση για την ανταποδοτικότητα των υποχρεώσεων που αναλαμβάνει το ελληνικό δημόσιο στις σχετικές συμφωνίες.
Η κυβέρνηση επιδίδεται σε ένα κρεσέντο ατεκμηρίωτων και φθηνού επικοινωνιακού χαρακτήρα πανηγυρισμών για μια επιχειρηματική επένδυση στη χώρα, χωρίς να παρουσιάζονται οι όροι, η συνεισφορά του Δημοσίου και η ανταποδοτικότητά της.
Σε αντίθεση, οι στρατηγικές επενδύσεις πρέπει να έχουν σταθερή στόχευση την κοινωνική ευημερία και τη βιώσιμη, συμπεριληπτική και δίκαιη ανάπτυξη. Αυτό πρέπει να κατοχυρωθεί και για την εγκατάσταση Κέντρων Δεδομένων υπερκλίμακας στην Ελλάδα.
*Ο Κώστας Φωτάκης είναι πρώην Αν. Υπουργός Έρευνας & Καινοτομίας και Ομ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης
** Ο Αλέξανδρος Σελίμης είναι Διδάκτωρ Φυσικής Πανεπιστημίου Κρήτης