Τoυ Γιώργου Λαγαρία, Chief Economist στη Mazars Ηνωμένου Βασιλείου
ΚΑΠΟΙΕΣ ιδέες είναι καταδικασμένες να πεθάνουν νωρίς. Μπορούν πάντα όμως να αφήσουν σημαντικά μαθήματα.
ΤΑ ΚΡΥΠΤΟΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ήταν μια από αυτές τις καινοτόμες ιδέες που βρήκαν πολύ πρόθυμο κοινό. Ένα νέο είδος «νομίσματος», σε μια εποχή που οι κεντρικές τράπεζες τύπωναν τεράστιους όγκους «παραδοσιακού» χρήματος, που χρησιμοποιεί μια καινούργια τεχνολογία, το blockchain. Λίγες σύγχρονες επενδύσεις αποδείχτηκαν περισσότερο ελκυστικές.
ΚΑΙ ΟΜΩΣ, σχεδόν μία δεκαετία μετά τη γέννησή του, το bitcoin ήδη αντιμετωπίζει το πιθανό τέλος του. Η αξία του έχει πέσει από τα 67.000 δολ. πριν από δύο χρόνια στα 17.000 δολ. σήμερα, μια πτώση της τάξης του 75%. Τα προβλήματα επιδεινώνονται. Η FTX, ένα δημοφιλές χρηματιστήριο
κρυπτονομισμάτων, κατέρρευσε. Το ίδιο και η Three Arrows Capital, ένα hedge fund κρυπτονομισμάτων. Εταιρείες όπως η Genesis Global Trading και η Gemini πρακτικά έκλεισαν. Το
Binance, το μεγαλύτερο χρηματιστήριο κρυπτονομισμάτων, έχει προσλάβει ελεγκτές για να επαληθεύσουν τα αποθέματά του.
ΠΡΟΣ το παρόν, η απαξίωση του bitcoin δεν έχει σημαντικές προεκτάσεις. Άλλωστε, όλο το νόημά του ήταν η αποφυγή του τραπεζικού συστήματος εξ ολοκλήρου.
ΑΥΤΟ δεν σημαίνει, ωστόσο, πως δεν υπάρχουν σημαντικά μαθήματα που πρέπει όλοι οι επενδυτές να πάρουν, ακόμα κι αν δεν έχουν οι ίδιοι έκθεση στο κρυπτονόμισμα.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ δεν πίστεψα ποτέ στα κρυπτονομίσματα, ακόμα και όταν τράπεζες όπως η JP Morgan έστηναν funds και desks κρυπτονομισμάτων. Δεν αποτελούν «αποθήκη» αξίας, ούτε αναγνωρισμένο μέσο συναλλαγής. Η αχίλλειος πτέρνα τους είναι η αντι-συστημικότητά τους. Πώς μπορεί κανείς να πιστέψει ότι μπορούν να ανατρέψουν μισή χιλιετία τραπεζικής ιστορίας και δεκατέσσερις αιώνες χαρτονομισμάτων, όταν, μάλιστα, οι κεντρικές αρχές είναι εναντίον τους; Τα τηλεφωνήματα που δέχομαι καθημερινά για «ευκαιρίες να πλουτίσω» απλώς ενισχύουν τις υποψίες μου για τη φύση της αγοράς των κρυπτονομισμάτων.
ΟΜΩΣ το «σας τα ‘λεγα» δεν είναι σοβαρή ανάλυση, πολλώ δε μάλλον που τα κρυπτονομίσματα δεν είναι τελείως νεκρά. Ως διαχειριστές περιουσίας πρέπει να πληροφορούμε και να μαθαίνουμε, όχι να «διδάσκουμε» από καθέδρας.
ΓΙΑΤΙ πρέπει να μένουμε ταπεινοί;
ΓΙΑΤΙ οι επενδυτές που πίστεψαν δεν το έκαναν από κουταμάρα, αλλά από φόβο «μήπως μείνουν εκτός». Το φαινόμενο είναι γνωστό και στις αγορές των μετοχών και των ομολόγων και επηρεάζει όλους τους επενδυτές. Αν είχαμε αγνοήσει τελείως αυτό το συναίσθημα και επικεντρωνόμασταν μόνο στα θεμελιώδη, θα έπρεπε να μην επενδύουμε από το 2008, χάνοντας έτσι το μεγαλύτερο ράλι στην ιστορία.
ΕΤΣΙ, λοιπόν, παραμένοντας νηφάλιοι, πρέπει να δούμε ποια είναι τα πραγματικά μαθήματα.
ΠΡΩΤΟΝ: η δυναμική των περιθωριακών και αντι-συστημικών αφηγημάτων στην εποχή των social media. Είναι η ίδια δυναμική που βλέπουμε και στην πολιτική. Ιδέες καταδικασμένες προηγουμένως να μείνουν στο σκοτάδι, βγήκαν στο φως και εξαπλώθηκαν σαν φωτιά, σε μια εποχή που οι πολίτες ανταλλάσσουν ειδήσεις μεταξύ τους, αντί να αναφέρονται σε παραδοσιακά μέσα πληροφόρησης.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ: η δυσαρέσκεια των πολιτών με το οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα, ιδιαιτέρως ανάμεσα στις νεότερες ηλικίες. Οι νέοι επιχειρηματίες, ιδιαιτέρως μετά το 2008,
αποφεύγουν να πάνε στις τράπεζες για χρηματοδότηση, την οποία ξέρουν βέβαια πως δεν θα τη λάβουν ή αν τη λάβουν, οι όροι θα είναι δυσβάσταχτοι. Γι’ αυτό απευθύνονται στους ιδιώτες επενδυτές. Το bitcoin ήταν ένα είδος «εκδίκησης» απέναντι στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, που
πολλάκις σώθηκε με λεφτά φορολογουμένων και που επωφελήθηκε για χρόνια από το «τύπωμα χρήματος», αλλά αποτυγχάνει να κάνει τη βασική του δουλειά: να μεταφέρει χρήματα από τους αποταμιευτές στους (σωστούς) επενδυτές.
ΤΡΙΤΟΝ: το πολιτικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορούσε, και μπορεί, να «κλείσει» τελείως τα κρυπτονομίσματα. Όμως δεν το κάνει. Ο λόγος είναι μάλλον προφανής: να προετοιμάσει το έδαφος για μια οικονομία χωρίς μετρητά ή παραδοσιακά νομίσματα, αλλά βασισμένη στα «ψηφιακά νομίσματα».
ΤΟ ΙΔΙΟ το bitcoin μπορεί τελικά να εξαφανιστεί, αλλά οι συνθήκες που το δημιούργησαν παραμένουν. Οι άνθρωποι θα εξακολουθήσουν να μην εμπιστεύονται τελείως τα παραδοσιακά media και να στρέφονται σε λιγότερο παραδοσιακές μορφές πληροφόρησης.
ΟΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ανισότητες και συνεπώς η έλλειψη εμπιστοσύνης στο σύστημα επίσης θα συνεχιστούν. Για δεκατέσσερα χρόνια οι κεντρικές τράπεζες πρόσθεσαν πάνω από 20 τρισ. δολ. στις παγκόσμιες χρηματαγορές. Αυτός ο πλούτος, όμως, έμεινε κυρίως σε εκείνους που είχαν μετοχές, ομόλογα και ακίνητα, δηλαδή το υψηλότερο 5%-10% των εισοδημάτων. Οι ίδιες κεντρικές τράπεζες είναι διατεθειμένες να προκαλέσουν ύφεση προκειμένου να αποτρέψουν τις αυξήσεις μισθών. Αν και υπάρχει κάποια οικονομική λογική (εφόσον κάποιος θεωρεί πως μπορούν να πολεμήσουν έναν κατά κύριο λόγο ενεργειακό πληθωρισμό), το «σύστημα» δεν κάνει τίποτα για να παραμείνει δημοφιλές. Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, αυτό δεν χρειαζόταν. Στην εποχή μας, όμως, ως το μοναδικό πρακτικά οικονομικό παράδειγμα, πρέπει να πείθει τον κόσμο για τη
χρηστικότητά του.
ΟΣΟ για το χρήμα αυτό καθαυτό; Πρακτικά είναι ήδη ηλεκτρονικό. Η τετράχρονη κόρη μου θα μάθει για τα «μετρητά» μάλλον από τα βιβλία της ιστορίας.
ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ, λοιπόν, η ζήτηση για μια πιο βιώσιμη και δίκαιη έκδοση του καπιταλισμού και η πίεση στους πολιτικούς να την πραγματοποιήσουν είναι πιο ζωντανή από ποτέ.
ΠΟΛΛΟΙ, όπως ο πρώην πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας Γκόρντον Μπράουν και η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ (και πρώην επικεφαλής της Fed) Τζάνετ Γέλεν, μιλάνε για την ανάγκη ενός νέου Bretton Woods, τον επανασχεδιασμό δηλαδή του χρηματοπιστωτικού και μονεταριστικού μας
συστήματος. Ο καπιταλισμός έχει τη δυνατότητα να «ξεπερνάει τα προβλήματα που ο ίδιος δημιουργεί» λέει ο Φράνσις Φουκουγιάμα, γι’ αυτό είναι το κυρίαρχο σύστημα από τον 17ο αιώνα.
ΟΣΟ όμως καθυστερεί η συζήτηση για το ποια θα πρέπει να είναι η καινούργια του έκδοση, τόσο η παγκόσμια οικονομία θα υποφέρει.
ΤΟ BITCOIN δεν είναι απλώς μια επένδυση που ήρθε και παρήλθε. Είναι μια προειδοποίηση: Κάντε τον καπιταλισμό σπουδαίο ξανά – και αυτή τη φορά για (πολύ) περισσότερους.