Από την έντυπη έκδοση
Της Τέτης Ηγουμενίδη
[email protected]
Την απαγόρευση πώλησης μη ηλεκτρικών αυτοκινήτων από το 2030 και καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης από το 2025 και προθεσμίες για την αντικατάσταση των ταξί και των ενοικιαζόμενων με ηλεκτρικά οχήματα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ο Εθνικός Κλιματικός Νόμος.
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας όπως κατατέθηκε χθες στη Βουλή έχει διαφοροποιήσεις σε σχέση με το αρχικό κείμενο που είχε δοθεί πέρσι τον Νοέμβριο σε διαβούλευση, με βασικότερη αυτή που αφορά τους καυστήρες πετρελαίου θέρμανσης.
Στο αρχικό κείμενο προβλεπόταν η καθολική απαγόρευση χρήσης καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης από το 2030, ενώ σε αυτό που εισάγεται στη Βουλή προβλέπεται ότι από το 2030 γίνεται υποχρεωτική η χρήση πετρελαίου θέρμανσης το οποίο θα είναι αναμεμιγμένο με βιοκαύσιμα σε ποσοστό 30%. Η πρόβλεψη ότι από το 2025 απαγορεύεται η πώληση και η εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου θέρμανσης παραμένει. Γενικότερα οι περισσότερες πρόνοιες του Κλιματικού Νόμου είναι υπεραισιόδοξες και, το κυριότερο, δύσκολα θα τεθούν σε εφαρμογή, εντός των προθεσμιών που τίθενται. Όπως έχει δηλώσει σχετικά και ο ίδιος ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, κατά την πρώτη παρουσίαση του εν λόγω νόμου, βασικός στόχος του είναι «να δείξει την κατεύθυνση στην κοινωνία και στην αγορά».
Ο πρώτος λοιπόν Εθνικός Κλιματικός Νόμος ορίζει το θεσμικό πλαίσιο και θέτει συγκεκριμένους στόχους για τη σταδιακή μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, προκειμένου να επιτευχθούν οι εθνικοί κλιματικοί στόχοι για το 2030 και η μετάβαση σε καθεστώς κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.
Προβλέπει τη διακοπή λειτουργίας όλων των λιγνιτικών μονάδων το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2028 με ρήτρα επανεξέτασης το 2025, με προϋπόθεση τη διασφάλιση της επάρκειας ισχύος και την ασφάλεια εφοδιασμού.
Αναλυτικότερα, εκτός από τα προαναφερόμενα, σε σχέση με τους καυστήρες πετρελαίου, για τη μείωση των εκπομπών αερίου θερμοκηπίου στα κτήρια με κάλυψη μεγαλύτερη των 500 τ.μ. (βιομηχανίες, αποθήκες, εμπορικά κτήρια κ.ά.) για τα οποία θα υποβληθούν από την 1η Ιανουαρίου 2023 οικοδομικές άδειες ανέγερσης ή προσθηκών σε υφιστάμενα κτήρια, εξαιρουμένων των τουριστικών καταλυμάτων και των ναών, καθίσταται υποχρεωτική η τοποθέτηση συστημάτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά ή θερμικά ηλιακά συστήματα σε ποσοστό που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 30% της κάλυψης.
Μέτρα προσαρμογής
Από το 2025 τα νέα κτήρια που βρίσκονται σε ζώνες υψηλής τρωτότητας θα πρέπει υποχρεωτικά να ασφαλίζονται (προϋπόθεση για την ηλεκτροδότηση). Ως ζώνες υψηλής τρωτότητας θεωρούνται οι περιοχές που βρίσκονται σε ζώνες υψηλής πιθανότητας πλημμύρας, όπως αποτυπώνονται στους χάρτες επικινδυνότητας πλημμύρας και σε ζώνες που είναι κοντά σε δασικές περιοχές, που χαρακτηρίζονται από υψηλό κίνδυνο πυρκαγιάς.
Προώθηση της ηλεκτροκίνησης
Από το 2030 απαγορεύεται η ταξινόμηση νέων οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης υπό την αίρεση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Η χώρα μας θα υιοθετήσει την ημερομηνία που θα τεθεί από τον σχετικό Ευρωπαϊκό Κανονισμό. Από το 2024 το 1/4 των νέων εταιρικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης που ταξινομούνται θα πρέπει να είναι αμιγώς ηλεκτρικά ή υβριδικά ηλεκτρικά οχήματα εξωτερικής φόρτισης με ρύπους έως 50γρ. CO² /χλμ.
Από το 2026 όλα τα νέα ταξί σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και το 1/3 των νέων ενοικιαζόμενων οχημάτων θα πρέπει να είναι ηλεκτροκίνητα.
Πάντως, έως την 31η Δεκεμβρίου 2023, το Αυτοτελές Τμήμα Ηλεκτροκίνησης του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε συνεργασία με την αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, θα επαναξιολογήσει την προβλεπόμενη ημερομηνία εφαρμογής των ως άνω μέτρων και τη σκοπιμότητα επέκτασής τους και σε άλλες περιφέρειες ή περιφερειακές ενότητες της Επικράτειας και θα εισηγηθεί την έκδοση κοινής απόφασης, κατόπιν εκτίμησης των σχετικών επιπτώσεων
Οι υποχρεώσεις που θα έχουν οι δήμοι
Ακόμη, στο νομοσχέδιο προβλέπεται έως την 31η Μαρτίου 2023 κάθε δήμος να υπολογίζει το ανθρακικό αποτύπωμα, το οποίο επαληθεύεται από πιστοποιημένο φορέα, και να καταρτίζει Δημοτικό Σχέδιο Μείωσης Εκπομπών (ΔηΣΜΕ). Το ΔηΣΜΕ επικαιροποιείται ετησίως. Στόχος είναι η μείωση εκπομπών 10% το 2025 και 30% το 2030, σε σχέση με το 2019. Η εκπόνηση του ΔηΣΜΕ και οι επικαιροποιήσεις του από την 1η Ιανουαρίου 2024 αποτελούν προαπαιτούμενο για την αξιολόγηση προτάσεων των δήμων για την υλοποίηση προγραμμάτων μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων στον τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας και της κλιματικής αλλαγής.
Μελέτες και εκθέσεις επιπτώσεων από τις εταιρείες
Αναφορικά με τις επιχειρήσεις, από την 1η Ιανουαρίου 2024 οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) για όλα τα έργα και δραστηριότητες θα πρέπει να περιλαμβάνουν υποχρεωτικά ποσοτική καταγραφή μειώσεων/ αυξήσεων εκπομπών CO² , που θα προκύψουν από τη λειτουργία του έργου/δραστηριότητας και οδικό χάρτη για την επίτευξη των στόχων της απανθρακοποίησης.
Οι εγκαταστάσεις που κατατάσσονται στα συστήματα περιβαλλοντικών υποδομών (ΧΥΤΑ, βιολογικοί καθαρισμοί, ΚΔΑΥ κ.λπ.), στις τουριστικές, αστικής ανάπτυξης κτηριακού τομέα αθλητισμού και αναψυχής, στις πτηνοκτηνοτροφικές, στις υδατοκαλλιέργειες, στις βιομηχανικές δραστηριότητες, θα πρέπει να έχουν μειώσει κατ’ ελάχιστο τις εκπομπές CO² 30% έως το 2030 σε σχέση με το 2019.
Εξαιρούνται οι εγκαταστάσεις επιχειρήσεων που εντάσσονται στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου (ΣΕΔΕ). Σε περίπτωση μη επίτευξης του στόχου, επιβάλλεται πρόστιμο που δεν υπερβαίνει το 0,5% των ετήσιων εσόδων της εταιρείας.
Έως το 2026 θα πρέπει να έχουν τροποποιήσει την Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων τους (ΑΕΠΟ) και από το 2026 και κάθε χρόνο να υποβάλλουν έκθεση σχετικά με τις εκπομπές του προηγούμενου έτους, η οποία θα επαληθεύεται από πιστοποιημένο φορέα.
Σε περίπτωση μη υποβολής προβλέπεται πρόστιμο 100 ευρώ ανά ημέρα καθυστέρησης, το οποίο δεν υπερβαίνει το 0,1% των ετήσιων εσόδων της εταιρείας.
Από το 2023 επιχειρήσεις που ανήκουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες θα πρέπει να υποβάλλουν ετήσια έκθεση σχετικά με το ανθρακικό τους αποτύπωμα για το προηγούμενο έτος, η οποία θα επαληθεύεται από πιστοποιημένο φορέα. Η υποβολή της έκθεσης θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως 31/10 κάθε έτους. Το μέτρο αφορά μεταξύ άλλων επιχειρήσεις εισηγμένες στο χρηματιστήριο, πιστωτικά ιδρύματα, ασφαλιστικές, επενδύσεων, σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, ύδρευσης και αποχέτευσης, ταχυμεταφορών, παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και αλυσίδες λιανεμπορίου που απασχολούν πάνω από 500 εργαζόμενους.
Σε περίπτωση μη υποβολής προβλέπεται πρόστιμο 50 ευρώ ανά ημέρα καθυστέρησης, το οποίο δεν υπερβαίνει το 0,01% των ετήσιων εσόδων της εταιρείας.