Σταθερή στα περίπου 3,7 δισ. ευρώ παραμένει τα τελευταία χρόνια η συνολική αξία των φαρμάκων που διακινούνται από τα ιδιωτικά φαρμακεία, με τα αποζημιωνόμενα σκευάσματα να είναι της τάξης των 3,35 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, όπως αποδεικνύεται, η όποια προσπάθεια γίνεται ώστε να επιτευχθεί εξοικονόμηση στη φαρμακευτική δαπάνη μέσα από τις μειώσεις τιμών φαίνεται να πέφτει στο κενό.
Ήδη τα στοιχεία για την αγορά φαρμάκου τα οποία έχουν ενσωματώσει το σύνολο των μειώσεων που έγιναν με τα δελτία του 2016 αποδεικνύουν ότι η υποκατάσταση παλαιών φαρμάκων με νέα ακριβότερα, αλλά και η αύξηση του όγκου των νέων καινοτόμων φαρμάκων αυξάνουν τη δαπάνη. Το γεγονός αυτό δικαιώνει για μια ακόμη φορά εκείνους που υποστηρίζουν ότι οι μειώσεις τιμών λειτουργούν αντίστροφα από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα για μείωση των υπερβάσεων και περιορισμό των δαπανών.
Συγκεκριμένα, πληροφορίες της αγοράς, που βασίζονται σε στοιχεία που ανέλυσε ενδελεχώς η QuintilesIMS, έδειξαν πως το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2017, ενώ η υποχώρηση στις τιμές των φαρμάκων θα έπρεπε να είχε οδηγήσει και σε μείωση των πωλήσεων των σκευασμάτων κατά περίπου 201 εκατ. ευρώ, τελικά κάτι τέτοιο δεν επιτεύχθηκε. Η συνολική εξοικονόμηση διαμορφώθηκε στα μόλις 13 εκατ. ευρώ, εξαιτίας κυρίως της υποκατάστασης. Η πορεία αυτή επί της ουσίας συντήρησε την εικόνα που αποτυπώθηκε και στα αντίστοιχα στοιχεία του 2016. Συγκεκριμένα, το 2016 ενώ η μείωση των τιμών οδήγησε σε μείωση της δαπάνης κατά περίπου 45 εκατ. ευρώ, την ίδια στιγμή υπήρξε άνοδος του τζίρου των φαρμάκων κατά περίπου 180 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα συγκεκριμένα στοιχεία, το τέλος του Ιουνίου 2017 σημειώθηκε άνοδος του όγκου των πωλούμενων φαρμάκων στα ελληνικά φαρμακεία η οποία ήταν της τάξης του 2,8%, διατηρώντας έτσι και τον τζίρο κοντά στα επίπεδα των 3,7 δισ. ευρώ. Θα ανέμενε κανείς ότι λόγω της μείωσης των τιμών ο τζίρος θα υποχωρούσε, όμως τελικά αυτό δεν επαληθεύτηκε, γεγονός το οποίο αποτελεί μία ιδιαίτερα αρνητική παράμετρο στο εγχείρημα της κυβέρνησης να περιορίσει τη δαπάνη μέσα από τις μειώσεις τιμών στα επικείμενα δελτία που θα εκδώσει. Να επισημάνουμε δε ότι μέσα στο πρώτο εξάμηνο ωρίμασαν και οι μειώσεις τιμών που περιέχονταν στα περσινά δελτία τιμών, ενώ η αγορά δεν έχει ενσωματώσει, όπως είναι λογικό, τις μειώσεις από το δελτίο του Ιουνίου.
Η αιτία λοιπόν της «υποτροπής» της δαπάνης βρίσκεται στο γεγονός ότι αφενός από την αύξηση του όγκου των φαρμάκων προκλήθηκε άνοδος στον τζίρο η οποία υπολογίζεται στα περίπου 103 εκατ. ευρώ, αφετέρου από την αλλαγή του θεραπευτικού μίγματος πωλούμενων φαρμάκων (θα μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε και ως καθαρή αξία υποκατάστασης), από την οποία προκλήθηκε επίσης άνοδος πωλήσεων της τάξης των 85 εκατ. ευρώ. Έχουμε λοιπόν συνολικά 188 εκατ. ευρώ αύξηση στη δαπάνη η οποία κάλυψε το μεγαλύτερο μέρος από τα 201 εκατ. ευρώ που εξοικονομήθηκαν.
Να αναφέρουμε ακόμη ότι με βάση την κατηγοριοποίηση του ΕΟΦ, η αξία των πρωτότυπων φαρμάκων (εντός και εκτός προστασίας) εξακολουθεί να κατέχει το 78% της αγοράς, ενώ το μερίδιο των γενοσήμων έχει υποχωρήσει στο περίπου 18% από 19%. Επίσης υπάρχει και ένα ποσοστό μη κατηγοριοποιημένων στο περίπου 4%. Τα γενόσημα μάλιστα δείχνουν την τάση να υποχωρούν κατά περίπου 3% όταν τα πρωτότυπα φαίνεται να μη χάνουν καθόλου σε αξία. Τα στοιχεία δείχνουν ακόμη ότι από το σύνολο της αγοράς φαρμάκων, τα περίπου 3,37 δισ. ευρώ είναι εκείνα τα οποία αποζημιώνονται και τα υπόλοιπα περίπου 330 εκατ. ευρώ αφορούν σε μη αποζημιούμενα φάρμακα.
Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει το γεγονός ότι το περιθώριο κέρδους των φαρμακοποιών παραμένει στο περίπου 22,4% (προ ΦΠΑ). Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία της ανάλυσης της QuintilesIMS, το 12μηνο Ιούλιος 2016-Ιούνιος 2017 οι φαρμακευτικές προχώρησαν σε πωλήσεις φαρμάκων αξίας 2,6 δισ. ευρώ προς τα ιδιωτικά φαρμακεία μέσω φαρμακαποθηκών (δεν περιλαμβάνονται στις πωλήσεις αυτές τα σκευάσματα υψηλού κόστους, ήτοι του Ν.3816 τα οποία και έχουν τιμή άνω των 200 ευρώ). Σε αυτό το ποσό αν προστεθούν τα περιθώρια κέρδους των φαρμακαποθηκών, των φαρμακείων και ο ΦΠΑ, ο τελικός τζίρος έφτασε λίγο πάνω από τα 3,7 δισ. ευρώ όπως αναφέραμε.
Επιστρέφοντας στο θέμα της υποκατάστασης, αξίζει να σημειώσουμε ότι τα φάρμακα τα οποία ευνοούνται γενικότερα είναι τα on patent, ενώ αντίθετα τα γενόσημα καταφέρνουν να περιορίζουν ελάχιστα τις απώλειές τους μέσα από την αλλαγή του μίγματος της συνταγογράφησης. Βέβαια γίνονται προσπάθειες ώστε να συνταγογραφούνται περισσότερα γενόσημα, όμως μάλλον αυτές πέφτουν στο κενό.
Την ίδια στιγμή η αγορά αναμένει το νέο δελτίο που θα βγει τέλος Δεκεμβρίου και το οποίο θα επιφέρει δραστικές περαιτέρω μειώσεις. Βέβαια υπάρχει η… αισιοδοξία ότι το δελτίο αυτό θα είναι το τελευταίο το οποίο θα εκδοθεί με την ισχύουσα νομοθεσία, καθώς από την αρχή του 2018 αναμένεται ριζική αναμόρφωση του πλαισίου και πάνω σ’ αυτό ήδη έχει αρχίσει και συζητά η Επιτροπή Παρακολούθησης της Φαρμακευτικής Δαπάνης.
Μια ακόμη παράμετρος η οποία δεν αναφέρεται στα προηγούμενα στοιχεία είναι και τα φάρμακα που διακινούνται από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ και όπου εκεί υπάρχει μεγάλη υπέρβαση. Ο οργανισμός «παλεύει» σ’ αυτό το μέτωπο με την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης η οποία αυτή τη στιγμή ασχολείται με τα φάρμακα για την Οικογενή Υπερχοληστερολαιμία, το Μελάνωμα και την Πολλαπλή Σκλήρυνση.