Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
«Μπορούμε να δούμε τη Θεσσαλονίκη και το λιμάνι της να γιγαντώνεται ως ναυτιλιακή πύλη της Μεσογείου προς την Ανατολική Ευρώπη και όχι μόνο, και να αποκτά σημαίνοντα ρόλο στην εθνική πολιτική για περαιτέρω ανάπτυξη της ευρύτερης ναυτιλιακής βιομηχανίας».
Τα παραπάνω επεσήμανε ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών Θεόδωρος Βενιάμης μιλώντας πρόσφατα στο Export Summit VII που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Ο κ. Βενιάμης πρόσθεσε ακόμη ότι «η ελληνική ναυτιλία έχει διαχρονικά χρίσει τη χώρα μας σε σύγχρονο ναυτιλιακό και εμπορικό σταυροδρόμι των ηπείρων. Η Βαλκανική ενδοχώρα και ο ευρύτερος χώρος της εγγύς Ανατολής, αλλά και η προώθηση του κινεζικούεμπορίου στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας, συνηγορούν υπέρ της ύπαρξης ενός μεγάλου σύγχρονου στόλου και ανταγωνιστικών ναυτιλιακών υπηρεσιών στη χώρα μας. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η προσέλκυση εγκατάστασης περισσότερων ναυτιλιακών εταιρειών, ελληνικών αλλά και ξένων συμφερόντων στην Ελλάδα, θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα για τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας για πολλούς άλλους συναφείς παραγωγικούς τομείς υπηρεσιών της εθνικής μας οικονομίας».
Παράλληλα ο πρόεδρος της ΕΕΕ προχώρησε σε ορισμένες επίκαιρες επισημάνσεις αναφορικά με τη λειτουργία των λιμανιών, με στόχο να αποτελέσουν πόλο ανάπτυξης. Παρατηρώ, είπε, με μεγάλο ενδιαφέρον τις θετικές εξελίξεις στην επαναλειτουργία των ελληνικών ναυπηγείων, καθώς και τα αναπτυξιακά σχέδια των λιμένων της χώρας.
«Η διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον τρόπο λειτουργίας και οργάνωσης των λιμένων της καταδεικνύει την ιδιαίτερη σημασία που αποδίδεται στο σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι 1.200 εμπορικοί θαλάσσιοι λιμένες στην οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω των οποίων διακινείται το 74% των φορτίων από και προς την Ευρώπη, και άνω του 30% του ενδοκοινοτικού εμπορίου», ανέφερε ο κ. Βενιάμης και συμπλήρωσε: «Οι σύγχρονες ανάγκες του διεθνούς εμπορίου, και ειδικότερα των διεθνών θαλάσσιων μεταφορών, υπαγορεύουν νέες απαιτήσεις και υποχρεώσεις για τους λιμένες, προς τις οποίες θα πρέπει και αυτοί να ανταποκριθούν, ούτως ώστε να είναι σε θέση να υποστηρίξουν με νέες υποδομές και ποιοτικά παρεχόμενες, αλλά και ανταγωνιστικές, λιμενικές υπηρεσίες τις τεχνολογικές εξελίξεις στα πλοία, λόγω της αύξησης των μεγεθών τους και των δυνατοτήτων φορτοεκφόρτωσης ιδιαίτερα μεγάλου όγκου εμπορευμάτων».
«Πρέπει λοιπόν», τόνισε, «να τεθούν στόχοι που θα αποσκοπούν στη διευκόλυνση της πρόσβασης στην αγορά λιμενικών υπηρεσιών και στη βελτίωση της ποιότητας και αποδοτικότητας των υπηρεσιών που παρέχονται στους χρήστες του λιμένα, καθώς και στη δημιουργία κινήτρων για την προώθηση θαλάσσιων μεταφορών μικρών αποστάσεων και για τον καλύτερο συνδυασμό των διεθνών θαλάσσιων μεταφορών με τις σιδηροδρομικές, εσωτερικές πλωτές και οδικές μεταφορές στο πλαίσιο της εφοδιαστικής αλυσίδας (supply chain)».
Για τον πρόεδρο της ΕΕΕ «η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια στον τρόπο λειτουργίας των φορέων διαχείρισης των λιμένων, ο εξορθολογισμός των χρεώσεων με εμπορικά και διαφανή αντικειμενικά κριτήρια, καθώς και η δυνατότητα πρόσβασης σε έναν ικανό αριθμό παρόχων ποιοτικών υπηρεσιών (εδώ περιλαμβάνονται οι υπηρεσίες πιλότων και ρυμουλκών και η διαχείριση αποβλήτων), αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής των λιμένων. Όλες οι ανωτέρω παράμετροι πρέπει να είναι σεβαστές και να εξυπηρετούνται πλήρως από την εθνική πολιτική λιμένων».
Στη συνέχεια ο κ. Βενιάμης αναφέρθηκε και στη ναυτιλιακή εφοδιαστική αλυσίδα, επισημαίνοντας ότι είναι ένας σχετικός κλάδος που μπορεί «να δώσει νέα δυναμική στην εθνική οικονομία και στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας». Προς τούτο, η απλούστευση και επιτάχυνση των διοικητικών διαδικασιών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση που θα συνδράμει καταλυτικά στην ανάπτυξη της ναυτιλιακής εφοδιαστικής αλυσίδας, αλλά και των logistics στην Ελλάδα.
Ο κ. Βενιάμης αναφέρθηκε και στον σημαντικό παράγοντα-πρόκληση του ανθρώπινου δυναμικού, ο οποίος αποτελεί την κινητήριο δύναμη κάθε βιομηχανίας, ως φορέας της απαιτούμενης τεχνογνωσίας και εξειδίκευσης.
«Στο σημείο αυτό», είπε, «θα επαναλάβω ότι οφείλουμε ως ναυτικό έθνος να επαναφέρουμε τη ναυτοσύνη στην Ελλάδα μέσω της καταξίωσης του ναυτικού επαγγέλματος και της αναβάθμισης της ναυτικής εκπαίδευσης και ως επακόλουθο της προσέλκυσης ικανών νέων στελεχών στα πλοία και στις εταιρείες μας που θα εγγυώνται την ποιοτική λειτουργία των πλοίων αλλά και των γραφείων μας».
«Επιπρόσθετα, δυστυχώς», συνέχισε, «η επιστημονική μετανάστευση, το λεγόμενο brain drain, πλήττει την πατρίδα μας, με αρνητικότατες επιπτώσεις στην εθνική οικονομία και στη σύνθεση της κοινωνίας, στερώντας τον τόπο μας από μορφωτικά καταρτισμένους νέους». Η ναυτιλία και οι παραναυτιλιακές δραστηριότητες που την πλαισιώνουν, υπογράμμισε ο κ. Βενιάμης, είναι ένας από τους λίγους επιχειρηματικούς πυλώνες που έχει τη δυναμική να κρατήσει στην πατρίδα μας νέους ανθρώπους, προσφέροντάς τους θέσεις εργασίας με επαγγελματικές προοπτικές».
Ο πρόεδρος της ΕΕΕ αναφέρθηκε και στην ανάπτυξη της ελληνόκτητης ναυτιλίας, τονίζοντας ότι τις τελευταίες δεκαετίες βρίσκεται αδιάλειπτα στην πρώτη θέση της διεθνούς ναυτιλιακής κατάταξης.
Η ναυτιλία των Ελλήνων, είπε ο κ. Βενιάμης, αποτελεί εθνικό κεφάλαιο, υπερκομματικού χαρακτήρα, με καθοριστική και πολυδιάστατη στρατηγική, πολιτική και οικονομική σημασία για την πατρίδα μας και ανέφερε κάποια εντυπωσιακά νούμερα. Ο ελληνόκτητος στόλος ανέρχεται σήμερα σε περίπου 5.000 πλοία, χωρητικότητας 390 εκατομμυρίων τόνων deadweight και αντιπροσωπεύει άνω του 21% του παγκόσμιου στόλου και το 53% του στόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αποτελεί, δε, έναν από τους νεότερους και ποιοτικότερους στόλους. Ο ελληνόκτητος στόλος ελέγχει ειδικότερα το 32% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενόπλοιων, το 23% του παγκόσμιου στόλου φορτηγών πλοίων χύδην φορτίων και το 15% του παγκόσμιου στόλου πλοίων μεταφοράς χημικών και παραγώγων προϊόντων πετρελαίου.
Επίσης είναι σημαντικό να αναφερθεί το ότι η μεγαλύτερη ναυτιλιακή ζώνη «πλοιοκτησίας» στον κόσμο βρίσκεται στο πλέγμα Αθήνα / Πειραιάς, η οποία συνδέεται στενά με την εθνική ιδιοκτησιακή βάση της. Πρόκειται κυρίως για μικρές και μεσαίες ιδιωτικές εταιρείες αλλά και μεγάλους επιχειρηματικούς κολοσσούς που όμως έχουν στη συντριπτική πλειοψηφία τους προσωποπαγή χαρακτήρα και οικογενειακή φυσιογνωμία, ενσαρκώνουν το αληθινό πνεύμα της επιχειρηματικότητας και στηρίζονται στην προσωπική ευθύνη και αξιοπιστία.
Δεν είναι τυχαίο ότι εκτός Ευρώπης, για παράδειγμα στη Σιγκαπούρη, το Ντουμπάι, και προσφάτως και εντός Ευρώπης, έχουν αναπτυχθεί σημαντικά ναυτιλιακά κέντρα, τα οποία προσπαθούν να προσελκύσουν την ελληνόκτητη ναυτιλία λόγω του μεγέθους που εκπροσωπεί, θέτοντας στη διάθεσή της ένα επιχειρηματικό περιβάλλον άκρως ανταγωνιστικό και άρα ελκυστικό από κάθε άποψη.
Είναι λοιπόν φανερό ότι η ποντοπόρος ναυτιλία και το ευρύτερο ναυτιλιακό πλέγμα, μπορεί να αποτελέσει αναπτυξιακό πόλο της πατρίδας μας για τα επόμενα χρόνια, εφόσον διαφυλαχθεί η ανταγωνιστικότητα και άρα η βιωσιμότητα του κλάδου, δημιουργώντας προοπτικές ενίσχυσης της προστιθέμενης αξίας της οικονομίας, τόνισε ο πρόεδρος της ΕΕΕ και συμπλήρωσε ότι «στόχος του ελληνικού εφοπλισμού είναι η διατήρηση της ηγετικής υπόστασης της ναυτιλίας στο παγκόσμιο ναυτιλιακό γίγνεσθαι, στόχος εφικτός λόγω της δυναμικής που έχει, με παράλληλη μεγιστοποίηση των συνακόλουθων ωφελειών για τον τόπο μας».
Βασικό μέλημα της χώρας μας, είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο κ. Βενιάμης, πρέπει να είναι η σχεδίαση και εφαρμογή μέτρων, πάντα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που υπάρχουν, για τη στήριξη και περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ναυτιλίας, μέσω της οποίας θα διατηρήσει το στρατηγικό πλεονέκτημα εξασφάλισης των αναγκαίων εισαγωγών – εξαγωγών (όπως ενέργεια, πρώτες ύλες), θα αυξήσει τις θέσεις εργασίας και θα πολλαπλασιάσει τα οφέλη για την εθνική οικονομία. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε, όπως πρόσφατα τόνισα και σε άλλο ακροατήριο, ότι βάσει οικονομικού θεωρήματος, η επένδυση ενός δολαρίου στη θάλασσα αποδίδει τέσσερα δολάρια στην ξηρά.