Του Βασίλη Κορκίδη*
Με άξονα την ελληνική οικονομία και βασικά γνωρίσματα την εξωστρέφεια, την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία, θα ήθελα να χαιρετίσω την έναρξη της 84ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, του μεγαλύτερου εκθεσιακού γεγονότος της χώρας μας και ενός εκ των σημαντικότερων στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Το βήμα της ΔΕΘ παραδοσιακά και ουσιαστικά σηματοδοτεί τις προσδοκίες της επιχειρηματικής κοινότητας για το επόμενο οικονομικό έτος της χώρας μας. Στη φετινή διοργάνωση αποφασίστηκε Τιμώμενη Χώρα να είναι η Ινδία, που αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες αγορές του κόσμου. Κατ’ επέκταση, η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα, ανοίγοντας πάντα διαύλους επικοινωνίας, προσδοκά την προσέλκυση επενδύσεων από ινδικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα δώσουν προστιθέμενη αξία στο ΑΕΠ της χώρας μας και, το σημαντικότερο απ’ όλα, θα δημιουργήσουν περισσότερες εμπορικές συναλλαγές με έμφαση στις εξαγωγές μας.
Ομολογουμένως, η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης αποτελεί έναν πραγματικό καθρέφτη της οικονομίας, των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σ’ αυτή, αλλά και γενικότερα της ζωής του τόπου, καθώς αντανακλά τη φυσιογνωμία, την εξέλιξη και την προοπτική του μοντέλου ανάπτυξης της χώρας, για το οποίο, ως παραγωγικοί φορείς, έχουμε καταθέσει πολλές φορές στο παρελθόν τις απόψεις μας. Το παραγωγικό κενό της χώρας, δηλαδή η διαφορά μεταξύ πραγματικού και δυνητικού ΑΕΠ, φθάνει τα 100 δισ. ευρώ και οπωσδήποτε πρέπει να «τρέξει» και να αποδώσει άμεσα το συγκροτημένο σχέδιο της νέας κυβέρνησης για την αναπλήρωσή του. Ως εκ τούτου ζητούμενο εξακολουθεί να παραμένει η προσέλκυση άμεσων, ξένων και εγχώριων επενδύσεων, καθώς και η ενδυνάμωση της ελληνικής επιχειρηματικότητας με την αξιοποίηση των λιμανιών μας στη Βόρεια Ελλάδα, ώστε να παραχθούν κέρδη και να δημιουργηθούν νέες καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας.
Κατά την άποψή μου, ζητήματα που αντιμετωπίζονται πλέον ρεαλιστικά και με αποφασιστικότητα είναι: η δημιουργία ενός απλού, σταθερού φορολογικού συστήματος, ανάλογου της φοροδοτικής μας ικανότητας, που ενισχύει την αύξηση των εισοδημάτων και είναι φιλικό προς την επιχειρηματικότητα, η δημιουργία σύγχρονων δομών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, που αποδομούν τη γραφειοκρατία, ο ταχύτερος και αποδοτικότερος ψηφιακός εκσυγχρονισμός της σχέσης κράτους και επιχειρηματικότητας. Πρότασή μας είναι η μετεξέλιξη των Επιμελητηρίων σε «κέντρα ψηφιακών γνώσεων», που θα μας οδηγήσουν με ασφάλεια στην ψηφιακή οικονομία και σε μία βιώσιμη ανάπτυξη, αντίστοιχη των οικονομικά ισχυρών ευρωπαϊκών χωρών. Άλλωστε, τα Επιμελητήρια της χώρας προσφέρουν δημόσιες υπηρεσίες στον ιδιωτικό τομέα, με χρήματα των επιχειρήσεων, χωρίς να επιβαρύνουν καθόλου τον κρατικό προϋπολογισμό, γι’ αυτό πρέπει να αξιοποιηθούν ακόμη περισσότερο από τη νέα κυβέρνηση.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς, καταβάλλοντας συνεχώς συστηματικές προσπάθειες για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και εξωστρέφειας των επιχειρήσεων-μελών του, αποτελεί έναν αξιόπιστο σύμμαχο της επιχειρηματικότητας. Κατ’ επέκταση, συμμετέχει με δικό του Περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, με στόχο να προβάλει την πειραϊκή εμπορική, βιομηχανική και ναυτιλιακή επιχειρηματικότητα. Επιπλέον παρουσιάζει και φέτος το πρώτο ελληνικό ναυτιλιακό Cluster «Maritime Hellas», εκπροσωπώντας δυναμικά τον κλάδο της Ναυτιλίας σε συνεργασία με το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος και την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών. Παράλληλα, φιλοξενεί και συνδιοργανώνει, στο τέλος Σεπτεμβρίου, Διεθνές Συνέδριο στον Πειραιά, με θέμα: «Σύγχρονες Τεχνολογίες στη Ναυτιλιακή Βιομηχανία της Ελλάδας και της Γερμανίας» κατά την οποία γερμανικές και ελληνικές εταιρίες του κλάδου θα παρουσιάσουν τα προϊόντα, τις δυνατότητες συνεργασίας και κυρίως τις προοπτικές εφαρμογής νέων «οικολογικών» τεχνολογιών στην παγκόσμια ναυτιλιακή αγορά. Στη Βόρεια Ελλάδα η «θαλάσσια οικονομία» έχει πολλές δυνατότητες με το επενδυτικό ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και να ακολουθεί αυτό της Αλεξανδρούπολης. Η ορθή αξιοποίηση των δύο αυτών στρατηγικών λιμένων αναμένεται να βοηθήσει γενικότερα την οικονομική ανάπτυξη των ευαίσθητων περιοχών της Μακεδονίας και Θράκης.
Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης εξελίσσεται σε αναπτυξιακό πόλο και μετατρέπεται ταχύτατα σε μεγάλο στρατηγικό λιμένα της Βόρειας Ελλάδας και των Βαλκανίων. Με βασικό πλεονέκτημα την εγγύτητα με τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης διεκδικεί δυναμική θέση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, τόσο για εισαγωγές όσο και για τις εξαγωγές προς την Ασία. Η μεγέθυνση του λιμανιού θα βοηθήσει την οικονομική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής, ενώ θα δημιουργήσει εξαγωγικό προσανατολισμό, στο πλαίσιο των διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών «logistics», αλλά και τη φιλόδοξη ανάπτυξη των «ενδοποτάμιων μεταφορών». Οι υποχρεωτικές επενδύσεις θα ξεπερνούν τα 180 εκατ. ευρώ και με την ολοκλήρωσή τους, στο τέλος του 2022, θα αλλάξουν πλήρως τη δυναμική του λιμανιού που θα μετατραπεί στο πιο βαθύ λιμάνι των Βαλκανίων, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα να προσεγγίζουν φορτηγά πλοία μεγάλης χωρητικότητας και πλοία κοντέινερς 18.000 TEUs. Ο εκσυγχρονισμός επίσης προβλέπει τη λειτουργία του επιβατηγού λιμένα της Θεσσαλονίκης ως «home porting» κρουαζιέρας, δηλαδή σαν λιμάνι εκκίνησης μεγάλων κρουαζιερόπλοιων και όχι μόνο «transit» ως «call porting». Με τη μελέτη του Γενικού Προγραμματικού Σχεδίου Ανάπτυξης «Master Plan» αντιμετωπίζονται οι υφιστάμενες και μελλοντικές ανάγκες του λιμένα, ώστε να ανταποκρίνεται με επιτυχία στο λιμενικό ανταγωνισμό ως προς την ταχύτητα, την ασφάλεια και την οικονομία των προσφερόμενων υπηρεσιών. Αφετέρου, προγραμματίζεται η μελλοντική εξέλιξη και ανάπτυξη του λιμένα με γνώμονα τα τεχνοοικονομικά στοιχεία, από την άποψη, τόσο της κατασκευής λιμενικών έργων υποδομής, όσο και προμήθειας κατάλληλου μηχανολογικού εξοπλισμού συστημάτων διαχείρισης φορτίων. Οι στρατηγικοί στόχοι της ΟΛΘ Α.Ε. είναι η εξέλιξη σε «smart port», καθώς και η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της γεωγραφικής θέσης του λιμένα, με σκοπό τη δημιουργία «extended gates», για τα εμπορεύματα προέλευσης και προορισμού των βαλκανικών χωρών.
Το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης μπορεί να έχει επί του παρόντος πολλά προβλήματα, αλλά έχει και σημαντικά πλεονεκτήματα. Η θέση, οι υποδομές και η προοπτική του είναι τα πλεονεκτήματα που δεν υπάρχουν σε άλλα περιφερειακά λιμάνια. Οι 4 αναπτυξιακοί άξονες του Σχεδίου Χωροταξικής Οργάνωσης του λιμένα Αλεξανδρούπολης, «master plan», είναι η δημιουργία διαμετακομιστικού κέντρου εμπορευμάτων σε οργανωμένες υποδομές «logistics», ο ενεργειακός κόμβος με χερσαίες και λιμενικές εγκαταστάσεις που θα φιλοξενούν τη δραστηριότητα του αγωγού ΤΑΡ, του τερματικού LNG-FSRU και του αγωγού IGB, η κατασκευή κρηπιδώματος ακτοπλοΐας, λιμενικών υποδομών προσέλευσης σκαφών αναψυχής και τέλος η δημιουργία ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης για την οποία ο ΟΛΑ αναζητά χρηματοδότηση. Να σημειωθεί ότι το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης βρίσκεται πρώτο στη λίστα ανάμεσα στα 10 προς αξιοποίηση περιφερειακά λιμάνια, σύμφωνα πάντα με το μοντέλο και τη μέθοδο των υποπαραχωρήσεων. Είναι γεγονός ότι τα χρονοδιαγράμματα του σχεδιασμού αναβάθμισης και αξιοποίησης του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης επιβεβαιώνουν μία μέχρι σήμερα αδράνεια από όλες τις πλευρές.
Με αυτές τις σκέψεις, θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους τους συμμετέχοντες φέτος στην 84η ΔΕΘ καλή επιτυχία, στις επιχειρήσεις πολλές επικερδείς συμφωνίες και στην πατρίδα μας να επιτύχει το «restart» της ελληνικής οικονομίας, να αντιστρέψει το «brain drain», αλλά και το «business drain». Το ΕΒΕΠ είναι πάντα στη διάθεση των Επιμελητηρίων της Βορείου Ελλάδας που έχουν στην περιοχή ευθύνης τους περιφερειακά λιμάνια και επιχειρήσεις με ναυτιλιακές δραστηριότητες να συνδράμει στο έργο τους, μέσω του πανελλήνιας εμβέλειας cluster «Maritime Hellas». Η θαλάσσια οικονομία μπορεί να κλείσει αρκετές ανοικτές πληγές της οικονομικής κρίσης, αξιοποιώντας την παγκόσμια δύναμη της ελληνικής ναυτιλίας και αναπτύσσοντας τα λιμάνια της Βόρειας Ελλάδας, σύμφωνα με τις ανάγκες της ευρύτερης περιοχής, αλλά και τις μεγάλες δυνατότητές τους.