Skip to main content

Η ανάπτυξη μπορεί να προέλθει μόνο μέσα από έναπιο ανταγωνιστικό περιβάλλον

Του Ιωάννη Μασούτη*

Η μακροχρόνια οικονομική κρίση ήρθε να υπογραμμίσει μια σειρά δομικών αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας. Αδυναμιών που είχαν λάβει χρόνιο χαρακτήρα γιατί, αν και τις γνωρίζαμε, και εμείς τουλάχιστον ως επιχειρηματική κοινότητα πάντα τις επισημαίναμε, καμία κυβέρνηση δεν ήθελε να αντιμετωπίσει.

Σήμερα καλούμαστε να αποφασίσουμε αν θέλουμε επιτέλους να προχωρήσουμε μπροστά και να μπούμε στο τρένο της ανάπτυξης ή να μείνουμε κολλημένοι σε νοοτροπίες του παρελθόντος και να «τρώμε τις σάρκες μας».

Απαιτείται λοιπόν μια επανεκκίνηση της οικονομίας για να επανέλθουμε σε φάση ανάπτυξης.

Η ανάπτυξη μπορεί να προέλθει μόνο μέσα από τη δημιουργία ενός πιο ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, που θα είναι φιλικό προς το επιχειρείν και θα προσελκύσει επενδύσεις, οι οποίες θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και τις κατάλληλες συνθήκες για επιστροφή του ανθρώπινου δυναμικού που έφυγε από τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, το ανταγωνιστικότερο περιβάλλον θα ενισχύσει τις εξαγωγές ελληνικών αγαθών και υπηρεσιών.

Στο σημείο αυτό πρέπει να πω ότι τα πρώτα «δείγματα γραφής» της νέας κυβέρνησης από τις πρόσφατες φορολογικές μεταρρυθμίσεις ήταν ένα καλό ξεκίνημα και έδωσαν ένα μήνυμα αισιοδοξίας στην αγορά δημιουργώντας  θετικές επιχειρηματικές προσδοκίες. Η λήψη όλων των εκείνων των μέτρων, που θα κάνουν πράξη τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, θα στείλουν τα σωστά μηνύματα τόσο στους Ευρωπαίους εταίρους μας όσο και στις διεθνείς χρηματαγορές. Ήδη είδαμε τις πρώτες σημαντικές μειώσεις των επιτοκίων.

Επιπλέον, θα πρέπει τώρα να ληφθούν μέτρα για την αποκατάσταση της  ρευστότητας στην αγορά. Με ιδιαίτερη ικανοποίηση πληροφορηθήκαμε την απόφαση άρσης των capital controls, που σε συνδυασμό με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς το κράτος, θα βοηθήσουν στην επιστροφή των καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Παράλληλα, θα πρέπει να επιταχυνθούν οι επιστροφές των οφειλών του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, να λειτουργήσει αποτελεσματικά η ρύθμιση των κόκκινων δανείων, να επιταχυνθεί ο εξωδικαστικός συμβιβασμός με την αξιοποίηση των επιμελητηριακών δομών και να εξετασθεί η δυνατότητα μείωσης της προκαταβολής φόρου για όλα τα νομικά πρόσωπα.

Περιμένουμε όμως να δούμε και μέτρα που θα πατάξουν επιτέλους το λαθρεμπόριο και το παρεμπόριο, δύο μάστιγες που σχετίζονται άμεσα με τη φοροδιαφυγή, την εισφοροδιαφυγή και τη διαφθορά, που στερούν από το κράτος έσοδα 6-8 δισεκατομμυρίων ευρώ κάθε χρόνο.  

Όσον αφορά τη Θεσσαλονίκη και την τοπική οικονομία θα πρέπει να αναφερθεί ότι η πόλη έχει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης γιατί διαθέτει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Δυστυχώς όμως έχει μείνει πολύ πίσω σε υποδομές κι έτσι τα πλεονεκτήματα της πόλης παρέμειναν για πολλά χρόνια αναξιοποίητα. Έχω τονίσει πολλές φορές ότι η ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης και η ανάδειξή της σε μεγάλο επιχειρηματικό και πολιτιστικό κέντρο της ΝΑ Ευρώπης θα στηριχτεί σε πέντε πυλώνες που δεν είναι άλλοι από το λιμάνι, το εκθεσιακό και συνεδριακό κέντρο, το αεροδρόμιο, τη ζώνη καινοτομίας και το μετρό.

Ήδη με την παραχώρηση του αεροδρομίου και του λιμανιού έγιναν τα πρώτα βήματα και πριν λίγες μέρες με μεγάλη χαρά ακούσαμε ότι η ανάπλαση του εκθεσιακού και συνεδριακού κέντρου είναι μέσα στους πρώτους στόχους της κυβέρνησης στον τομέα των έργων αστικής ανάπλασης.

Τέλος, θα αναφέρω για μια ακόμη φορά και την ανάγκη αναβάθμισης της Ζώνης Καινοτομίας. Μόνο με τη θέσπιση ισχυρών κινήτρων για εγκατάσταση καινοτόμων επιχειρήσεων από την ευρύτερη περιοχή, αλλά και την εξασφάλιση των σχετικών χρηματοδοτικών πρωτοβουλιών και «εργαλείων» το συγκεκριμένο έργο θα πάρει σάρκα και οστά.

Με την παραχώρηση της ΤΡΕΝΟΣΕ έχει ξεκινήσει η δρομολόγηση των σύγχρονων συρμών που έχουν αναβαθμίσει τη σιδηροδρομική σύνδεση της Θεσσαλονίκης φέρνοντάς την «πιο κοντά» στην Αθήνα. Περιμένουμε να δούμε και την υλοποίηση έργων που θα συνδέουν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης με το πρώην στρατόπεδο Γκόνου αλλά και το λοιπό σιδηροδρομικό δίκτυο, με παράλληλη ανάπλαση και της περιοχής γύρω από το εν λόγω πρώην στρατόπεδο.

Παράλληλα, έχουν δρομολογηθεί και άλλα μικρότερα έργα όπως η ανάπλαση της Πλατείας Ελευθερίας, του Μουσείου Ολοκαυτώματος, της αγοράς Μοδιάνο, κ.ά. που θα δώσουν κι αυτά αναπτυξιακό «αέρα» στην πόλη μας.

Δημιουργείται λοιπόν ένα κλίμα θετικών προσδοκιών στην τοπική οικονομία. Επιπλέον, αν εξετάσει κανείς και τις θετικές προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί από τις εξαγγελίες και τα πρώτα «δείγματα γραφής» της νέας κυβέρνησης για δημιουργία ενός φιλικότερου επιχειρηματικού κλίματος στη χώρα, μπορούμε να βλέπουμε το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία.

Μέσα σ’ αυτό το γενικότερο κλίμα διοργανώνεται η 84η ΔΕΘ, ένα ιδιαίτερα σημαντικό οικονομικό και πολιτικό γεγονός το οποίο κάθε χρόνο φέρνει τη Θεσσαλονίκη στο προσκήνιο, καθιστώντας την κέντρο εξαγγελίας του οικονομικού προγράμματος της εκάστοτε κυβέρνησης. Έτσι λοιπόν η φετινή ΔΕΘ λόγω των αυξημένων θετικών προσδοκιών του επιχειρηματικού κόσμου αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία. Η 84η ΔΕΘ, με Τιμώμενη Χώρα την Ινδία, μία από τις μεγαλύτερες και ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες παγκοσμίως, φιλοδοξεί να αποτελέσει την επιχειρηματική πλατφόρμα για την ισχυροποίηση της οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας μεταξύ Ινδίας και Ελλάδας.

Στο πλαίσιο αυτό, το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, ως επιχειρηματικός φορέας που πιστεύει στο θεσμό της ΔΕΘ, και σε συνέχεια των προηγούμενων ιδιαίτερα επιτυχημένων συμμετοχών του στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, αποφάσισε την ενοικίαση μεγάλου εκθεσιακού χώρου στο Περίπτερο 16, καθαρού εμβαδού 740 τ.μ. προκειμένου να στεγάσει επιχειρήσεις – μέλη του, απ’ όποιον κλάδο κι αν προέρχονται, επιδοτώντας τη συμμετοχή τους στη διοργάνωση. Είμαι βέβαιος ότι η 84η ΔΕΘ θα είναι ιδιαίτερα επιτυχημένη ξεπερνώντας κάθε προσδοκία.