Skip to main content

Στα 1.550 εκατ. ευρώ η υποχώρηση στην αγορά ιατροτεχνολογικών προϊόντων

Του Χρήστου Καζάση,
εμβιομηχανικού εμπειρογνώμονα Αξιολόγησης & Διάχυσης Ιατρικής Τεχνολογίας

O σύγχρονος οικονομικός χάρτης μοιάζει πιο επίπεδος από κάθε άλλη φορά μέσα από τη σύγκλιση των τεχνολογιών και των συνθηκών των αγορών. Το σημερινό διεθνές οικονομικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από σημαντικές αστάθειες και αβεβαιότητες, οι οποίες, προφανώς, επηρεάζουν και τον τομέα των ιατροτεχνολογικών υλικών και νοσοκομειακών προϊόντων.

Πραγματικές ή δυνητικές αλλαγές των οικονομικών και επιχειρηματικών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένης της ύφεσης και του πληθωρισμού, αντιλήψεις, περιορισμοί των δαπανών ή δημογραφικές τάσεις επηρεάζουν το επιχειρησιακό περιβάλλον. Ο κλάδος των ιατροτεχνολογικών προϊόντων αποτελεί τη μία συνιστώσα (η άλλη το φάρμακο) του τομέα της Υγείας της χώρας.

Το ιδεώδες σύστημα υγείας έχει τρία χαρακτηριστικά: να είναι υψηλής ποιότητας, οι υπηρεσίες του να παρέχονται άμεσα και να είναι και οικονομικά προσιτό. Ο ιατροτεχνολογικός εξοπλισμός και τα νοσοκομειακά προϊόντα συμμετέχουν καθοριστικά και στα τρία αυτά χαρακτηριστικά. Η αξιοποίησή του συμβάλλει τα μέγιστα στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας και της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών υγείας. Η εισαγωγή και χρήση των υλικών/συσκευών και γενικά της ιατρικής τεχνολογίας δεν είναι αποτέλεσμα γενικότερου σχεδιασμού, αλλά γίνεται με αποφάσεις αποσπασματικές και κυρίως κατευθυνόμενες από τους προμηθευτές.

Σήμερα είναι πλέον αποδεκτό ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις είναι ένας από τους σημαντικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ιατρική, εφόσον η τεχνολογία αποτελεί ένα σύστημα ενοποιημένο και σύνθετο που το αποτελούν ετερογενή στοιχεία: μηχανήματα, όργανα, υλικά, τεχνικές διαγνωστικές και θεραπευτικές, μέθοδοι σχεδιασμού και ορθολογισμοί. 

Τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα χαρακτηρίζονται από ανελαστικότητα ζήτησης η οποία δεν είναι αποτέλεσμα ελεύθερης «καταναλωτικής» επιλογής, αλλά προκλητής και επιβεβλημένης ανάγκης που οφείλεται στην επιδείνωση της υγείας του τελικού καταναλωτή.

Ως «εμπόρευμα», δε, παρουσιάζουν μια ιδιάζουσα ιδιομορφία, ότι δηλαδή δεν κρίνεται το προϊόν από τον τελικό καταναλωτή που είναι ο ασθενής, αλλά από κάποιον ενδιάμεσο που είναι ο ιατρός.

Σε παγκόσμια κλίμακα, παρατηρείται συνεχής αύξηση του αριθμού των εταιρειών που ειδικεύονται στην παραγωγή ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού, καθώς ο συγκεκριμένος κλάδος λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, που δεν είναι άλλα από τη σταθερή ανάπτυξη, την υψηλή κερδοφορία και την ταχύτατη εξέλιξη, αποτελεί πόλο έλξης νέων επιχειρηματικών δράσεων.

Το 2015, χρόνο που έχουμε διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία των εταιρειών, οι εξελίξεις και οι συζητήσεις σχετικά με το πρόγραμμα χρηματοδότησης της Ελλάδας, διατήρησε το μακροοικονομικό και χρηματοοικονομικό περιβάλλον ευμετάβλητο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι εταιρείες, ειδικά οι πολυεθνικές, εξετάζουν το επιχειρησιακό τους μοντέλο, καθώς και τη στρατηγική προσέγγιση της ελληνικής αγοράς. 

Τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα είναι κυρίως εισαγόμενα, ενώ τα εγχωρίως παραγόμενα καλύπτουν μικρό μερίδιο της συνολικής προσφοράς. Τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα αφορούν ορισμένες μόνο κατηγορίες προϊόντων, όπως αναλώσιμα, γάζες, επιδεσμικό υλικό, υλικά τεχνητού νεφρού, οδοντικές προσθέσεις, και συναφή υλικά και διαγνωστικά αντιδραστήρια. Ανάλογα με το αντικείμενο των εργασιών τους, οι επιχειρήσεις μπορούν να ταξινομηθούν στις εξής κατηγορίες:

  • Επιχειρήσεις εισαγωγής, διάθεσης και υποστήριξης αποκλειστικά ιατροτεχνολογικών προϊόντων.
  • Επιχειρήσεις και με άλλο βασικό αντικείμενο δραστηριότητας (φαρμακευτικές, επιστημονικά όργανα, φωτογραφικών ειδών, χημικές κ.λπ.), οι οποίες παράλληλα διαθέτουν στην αγορά ιατροτεχνολογικά προϊόντα.
  • Παραγωγικές επιχειρήσεις οι οποίες παράλληλα με τα προϊόντα που παράγουν ασχολούνται και με την εισαγωγή και διάθεση ομοειδών ή άλλων ιατροτεχνολογικών προϊόντων.

Ο κλάδος των ιατροτεχνολογικών προϊόντων καλύπτει μια ευρύτατη γκάμα ειδών και περιλαμβάνει από προϊόντα μιας χρήσης (π.χ. επίδεσμοι, γάζες κ.λπ.) μέχρι μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας (π.χ. μαγνητικοί και αξονικοί τομογράφοι, συστήματα ρομποτικής χειρουργικής, γραμμικοί επιταχυντές και συστήματα στερεοτακτικής ακτινοχειρουργικής). 

Η εγχώρια αγορά ιατροτεχνολογικών προϊόντων παρουσιάζοντας υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κατά την περίοδο 2006-2009, διαμορφώθηκε στα 2.700 εκατ. ευρώ το 2009. Το 2015, ωστόσο, η εικόνα διαφοροποιήθηκε ριζικά, καθώς η αγορά μειώθηκε στα 1.550 εκατ. ευρώ παρουσιάζοντας σημαντική υποχώρηση κατά 43,0%. Η μείωση αυτή ήταν συνέπεια συνδυασμού όχι μόνο των οικονομικών μέτρων των 3 μνημονίων αλλά και των ενεργειών του υπουργείου Υγείας, Υγειονομικών περιφερειών, Νοσοκομείων, της Επιτροπής Προμηθειών Υγείας, των διαδικασιών αξιολόγησης των παρόχων υπηρεσιών υγείας, των κανονιστικών εγκυκλίων του ΕΟΠΥΥ για την τιμολόγηση των ιατροτεχνολογικών προϊόντων.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα συνολικά μεγέθη 285 εταιρειών, οι οποίες αποτελούν περίπου το 34% του συνόλου των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον χώρο των πωλήσεων ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού (περισσότερες από περίπου 850 εταιρείες), αλλά συμβάλλουν στο 80% της ελληνικής αγοράς και μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου, οι συνολικές πωλήσεις διαμορφώθηκαν το 2015 στα 1,455 δισ. ευρώ, στα ίδια περίπου επίπεδα σε σχέση με το 2014, ενώ τα κέρδη τους ήταν αυξημένα πάνω από 50%. Την ίδια στιγμή οι απαιτήσεις των εταιρειών έφθασαν τα 900 εκ. ευρώ, αποτελούν δηλαδή το 73,5% των συνολικών πωλήσεών τους.

Όσον αφορά την κατανομή της αγοράς, ο δημόσιος τομέας απορροφά διαχρονικά το μεγαλύτερο  ποσοστό της συνολικής αγοράς ιατροτεχνολογικών προϊόντων. Παρ’ όλες τις δυσμενείς συνθήκες στην ελληνική αγορά, πολυεθνικές εταιρείες άνοιξαν θυγατρικές εταιρείες, ενώ άλλες επέλεξαν να δραστηριοποιούνται και με συνεργασία τοπικών εταιρειών. Χαρακτηριστικά, από τις δέκα (10) μεγαλύτερες εταιρείες ιατρικών συσκευών στον κόσμο, οι εννέα (9) δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά μέσω θυγατρικών εταιριών. 

Οι προοπτικές ανάπτυξης και οι προβλέψεις της αγοράς για τα αμέσως επόμενα χρόνια θεωρούνται παρακινδυνευμένες, με δεδομένα τις συνθήκες που επικρατούν στην ελληνική οικονομία. Σαφέστατα και στο επόμενο έτος αναμένεται περαιτέρω περιστολή των δημοσίων δαπανών στον τομέα της Υγείας. 

Υπουργικές κορώνες για τη συμπεριφορά του κλάδου είναι άστοχες και δείχνουν ότι το υπουργείο Υγείας δεν γνωρίζει ότι αυτό και οι φορείς που εποπτεύει έχουν τη μεγάλη ευθύνη της άναρχης διαχείρισης της αγοράς των ιατροτεχνολογικών συσκευών.
Η ελληνική αγορά δεν απαγορεύει από πλευράς θεσμικού πλαισίου τη δραστηριοποίηση καμιάς εταιρείας. Το θεσμικό πλαίσιο είναι αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ωστόσο, οι νεοεισερχόμενες εταιρείες του κλάδου πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν τις πρακτικές και παθογένειες της ελληνικής αγοράς και κουλτούρας στη συγκεκριμένη αγορά, οι οποίες μπορεί να δημιουργούν εμπόδια στην ανάπτυξή τους. Φυσικά ο χρόνος και ο χώρος δραστηριοποίησης απαιτεί μια ορθολογική ανάλυση των δεδομένων και συνθηκών. Η βιωσιμότητα μιας νέας εταιρείας στον κλάδο και η απόσπαση ενός αξιόλογου μεριδίου αγοράς γίνεται πιο δύσκολη, καθώς στην εξεταζόμενη αγορά δραστηριοποιείται ήδη μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων που έχουν εδραιώσει μακροχρόνιες σχέσεις συνεργασίας με νοσηλευτικά ιδρύματα, κέντρα υγείας, διαγνωστικά κέντρα και ιατρούς, τόσο του Δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα.

Η παρατεταμένη περίοδος οικονομικής ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, αναπόφευκτα επηρέασε και τον κλάδο της Υγείας μαζί με τους προμηθευτές του. Περαιτέρω, η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής για τον περιορισμό αλλά και τον εξορθολογισμό των δημοσίων δαπανών για την υγεία, επέφερε ριζικές μεταβολές και δημιούργησε νέα δεδομένα και συνθήκες στην εγχώρια αγορά.

Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι ο ρυθμός μεταβολής θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό από τις δαπάνες του δημόσιου τομέα και τη γενικότερη πορεία της οικονομίας. Με βάση πάντα τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις, η αγορά ιατροτεχνολογικών προϊόντων αναμένεται να παρουσιάσει τάσεις σταθεροποίησης, έπειτα από μια μακρά περίοδο πτωτικής πορείας και έντονων ανακατατάξεων.