Του Μιλτιάδη Νεκτάριου
καθηγητή πανεπιστημίου Πειραιώς
Η ΧΏΡΑ ΜΑΣ από το 1980 μέχρι και το τέλος των μνημονίων βίωσε μία συνεχή αποβιομηχάνιση. Το 2019 η χώρα μας ήταν στην 135η θέση του κόσμου ως προς το ποσοστό της βιομηχανικής παραγωγής σε σχέση με το σύνολο της οικονομίας. Πιο σημαντικός είναι ο Δείκτης Οικονομικής Πολυπλοκότητας, καθώς ποσοτικοποιεί τις πτυχές που θα οδηγούν μια οικονομία στη μακροχρόνια και όχι στη συγκυριακή ανάπτυξη. Η Ελλάδα, σε αυτόν τον δείκτη, είναι εδώ και πολλά χρόνια σε χειρότερη θέση απ’ ολόκληρη την Ευρώπη, πάνω μόνο από την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία. Αυτός ο Δείκτης αποδεικνύει και την αφέλεια όσων θεωρούν ως επενδύσεις τις εξαγορές ελληνικών επιχειρήσεων από τα περιώνυμα funds, τα οποία έπειτα από μια πενταετία πωλούν τις εταιρείες αυτές, χωρίς να έχουν μεταφέρει νέα τεχνογνωσία σε αυτές.
Η ΚΥΒΈΡΝΗΣΗ έχει δομήσει μια αναπτυξιακή στρατηγική για την επόμενη δεκαετία με βάση τους τέσσερις βασικούς άξονες δράσεων που έχει θέσει ως προτεραιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Κατατάσσει όλες τις προτάσεις έργων σε αυτές τις τέσσερις ενότητες. Το βασικό μειονέκτημα της κυβερνητικής πρότασης είναι ότι στις μεγάλες ενότητες έργων που καθορίζει δεν έχει αναπτύξει μια κεντρική στρατηγική. Για παράδειγμα, στον τομέα της εκβιομηχάνισης αναφέρει σειρά επιμέρους έργων, χωρίς να διατυπώνει τον κεντρικό στόχο, που δεν μπορεί να είναι άλλος από «την αύξηση των εξαγωγών και την υποκατάσταση των εισαγωγών». Η διατύπωση αυτού του εθνικού στόχου θα λειτουργήσει ως καταλύτης για τον προγραμματισμό και την υλοποίηση όλων των σχετικών επενδύσεων.
ΛΌΓΏ του μικρού μεγέθους της χώρας, ο κύριος παράγοντας που θα καθορίσει τη βιωσιμότητα των εξαγωγικών επιχειρήσεων είναι η κλίμακα παραγωγής. Στο σημείο αυτό χρειάζεται η συνεργασία του κράτους με τους ιδιωτικούς φορείς, ώστε να καθοριστούν οι τομείς της οικονομίας με τη μεγαλύτερη εξαγωγική δυναμική και στους τομείς αυτούς να επιδιωχθεί η μεγαλύτερη συγκέντρωση δυνάμεων. Στην περίπτωση αυτή θα γίνει δυνατή η χρήση παραγωγικών διαδικασιών που θα βασίζονται στις προδιαγραφές της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, διότι η ρομποτική, ο αυτοματισμός, η τεχνητή νοημοσύνη και η ψηφιακή τεχνολογία αμβλύνουν τις διαφορές κόστους παραγωγής μεταξύ χωρών με χαμηλό και υψηλό κόστος εργασίας.
ΕΠΙΠΛΈΟΝ, η δημιουργία εξαγωγικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας θα οδηγήσει στην αναβάθμιση του ελληνικού μάρκετινγκ με εξειδικευμένα στελέχη και νέα τεχνογνωσία, που θα συμβάλουν στην καθιέρωση των διεθνώς εμπορεύσιμων ελληνικών προϊόντων. Ένα παράδειγμα εφαρμογής αυτής της στρατηγικής είναι ο αγροτικός τομέας, στον οποίο έχουμε προτείνει τη δημιουργία ενός Φορέα Αγροτικών Εξαγωγών, η λειτουργία του οποίου θα είχε θεαματικές επιδόσεις τόσο στις εξαγωγές όσο και στη δημιουργία κινήτρων για αύξηση της αγροτικής παραγωγής.
Η ΔΕΎΤΕΡΗ διάσταση της προτεινόμενης στρατηγικής είναι η συστηματική υποκατάσταση των εισαγωγών με εγχωρίως παραγόμενα αντίστοιχα προϊόντα. Και στην περίπτωση αυτή είναι απαραίτητος ο εθνικός σχεδιασμός. Οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς, σε συνεργασία με τις μεγάλες συμβουλευτικές εταιρείες, πρέπει να επιλέξουν τους τομείς της οικονομίας στους οποίους υπάρχει ή μπορεί να δημιουργηθεί σχετικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την εγχώρια παραγωγή.
ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, μια τέτοια κατηγορία προϊόντων θα μπορούσε να αντληθεί από τις χιλιάδες προϊόντα που εισάγουν και πωλούν στην Ελλάδα οι μεγάλες εμπορικές αλυσίδες (ρούχων, συσκευών, εξαρτημάτων, επίπλων κ.λπ.). Από τις χιλιάδες προϊόντων, θα μπορούσαν να επιλεγούν μερικές δεκάδες για την παραγωγή τους στην Ελλάδα και με τις ίδιες ακριβώς προδιαγραφές. Η συμφωνία θα προέβλεπε την εξασφαλισμένη απορρόφηση της εγχώριας παραγωγής από τις εν λόγω εμπορικές αλυσίδες.
ΌΜΏΣ, για την υλοποίηση τέτοιων διεθνών συνεργασιών θα έπρεπε η Πολιτεία να προωθήσει μια στρατηγική για τη δημιουργία των κατάλληλων επιχειρηματικών σχημάτων, με τις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων, καθώς και με τη δημιουργία συστάδων επιχειρήσεων (clusters).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ, η επαναβιομηχάνιση της χώρας προϋποθέτει την εκπόνηση στρατηγικής με στόχο την αύξηση των εξαγωγών και την υποκατάσταση των εισαγωγών.