Η πρόθεση της Πολιτείας για διατήρηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης σε χαμηλά επίπεδα την προσεχή τετραετία (2019-2022) εκτιμάται ότι δεν θα επιτρέψει στην αγορά των φαρμακαποθηκών να κινηθεί σε ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα έτη. Οι τελευταίες μεταβολές και προοπτικές εξέλιξης του εν λόγω κλάδου παρουσιάζονται στη νέα έκδοση της κλαδικής μελέτης που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP.
Οι εγχώριες φαρμακαποθήκες αποτελούν σημαντικό κομμάτι του τομέα υγείας. Στην ελληνική επικράτεια δραστηριοποιούνται αφενός μεν ιδιωτικές επιχειρήσεις (εταιρείες), αφετέρου δε προμηθευτικοί συνεταιρισμοί, οι οποίοι αναλαμβάνουν τη διανομή φαρμακευτικών και παραφαρμακευτικών ειδών, κυρίως, στα μέλη τους. Δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην εξάπλωση του δικτύου διανομής τους, ενώ διακινούν μια διευρυμένη γκάμα φαρμακευτικών και παραφαρμακευτικών ειδών, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να διαθέτει ένα από τα πιο οργανωμένα και πυκνότερα δίκτυα διανομής στην Ευρώπη. Στην παρούσα φάση, εκτιμάται ότι υφίστανται περίπου 90 επιχειρήσεις και 40 συνεταιρισμοί. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αυξημένο ενδιαφέρον από επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics) να εισέλθουν στον κλάδο των φαρμακαποθηκών, καθώς ορισμένες από αυτές έχουν ήδη προχωρήσει στην απόκτηση άδειας διανομής φαρμάκων.
Τα προϊόντα που διακινούν οι φαρμακαποθήκες επηρεάζονται τόσο από δημογραφικούς και κοινωνικούς παράγοντες (ηλικία, βιοτικό επίπεδο, τόπος διαβίωσης, επίπεδο μόρφωσης κ.λπ.) όσο και οικονομικούς παράγοντες (εισόδημα, τιμές υπηρεσιών, επίπεδο ασφάλισης κ.λπ.).
Η φαρμακευτική δαπάνη (δημόσια & ιδιωτική) παρουσίασε ανοδική πορεία την περίοδο 2006-2009 και το 2009 διαμορφώθηκε σε 8.461 εκατ. ευρώ (3,7% του ΑΕΠ). Τα τελευταία χρόνια ωστόσο (2010-2017) καταγράφει διαχρονική πτώση και το 2017 εκτιμάται σε 5.780 εκατ. ευρώ, καλύπτοντας το 3,3% του ΑΕΠ.
Ανάλογη εικόνα και πορεία εμφανίζει και η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη. Η επιβολή μέτρων που επιβλήθηκαν στα πλαίσια της δημοσιονομικής εξυγίανσης, οδήγησε σε αλλεπάλληλες μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων και σε συνδυασμό με την αλλαγή συντελεστή ΦΠΑ επέφερε σημαντική πτώση στη δημόσια εξωνοσκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, η οποία διαμορφώθηκε σε 1.945 εκατ. ευρώ περίπου το 2017, ενώ εκτιμάται ότι δεν θα υπερβεί το εν λόγω ποσό και το 2018.
Σύμφωνα με τη Σταματίνα Παντελαίου, διευθύντρια Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών της ICAP, η ιδιωτική φαρμακευτική δαπάνη διευρύνθηκε με έντονο ρυθμό την περίοδο 2012-2015, με συνέπεια το 2016 να ανέλθει σε 3.875 εκατ. ευρώ, καλύπτοντας μερίδιο 66,6% της συνολικής. Ωστόσο, η μείωση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης (λόγω ανατιμολογήσεων) και η θεσμική οριοθέτηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης στα ίδια περίπου επίπεδα είχαν ως αποτέλεσμα η ιδιωτική φαρμακευτική δαπάνη να εμφανίζεται οριακά μειωμένη το 2017 και να εκτιμάται σε 3.835 εκατ. ευρώ. Η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για την αγορά φαρμάκων και άλλων φαρμακευτικών ειδών καλύπτει το 2,6% των συνολικών μηνιαίων αγορών των νοικοκυριών.
Ο Μάρκος Κοντοές, Senior Consultant Οικονομικών Μελετών της ICAP, ο οποίος επιμελήθηκε τη συγκεκριμένη μελέτη, αναφέρει ότι την τριετία 2007-2009, η συνολική εγχώρια αγορά φαρμακαποθηκών κινήθηκε ανοδικά με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 8,7%. Την περίοδο 2010-2017 κατέγραψε πτώση με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης της τάξης του 6% (οριακή μείωση 0,8% το 2017 σε σχέση με το προηγούμενο έτος).
Παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι η αγορά το 2018 θα παραμείνει στα ίδια περίπου επίπεδα. Το πρόβλημα ρευστότητας παραμένει (όχι στην ίδια ένταση σε σχέση με τα προηγούμενα έτη), προκαλώντας «αναταράξεις» στην αγορά του φαρμάκου και δεν επιτρέπει στην αγορά να ανακάμψει πλήρως και να κινηθεί ανοδικά. Οι ίδιες πηγές συγκλίνουν στο ότι θα επικρατήσουν σταθεροποιητικές τάσεις στην αγορά και τη διετία 2019-2020.
Την περίοδο 2009-2013 μειώθηκε σημαντικά το χάσμα μεταξύ του μεγέθους της αγοράς των εταιρειών/φαρμακαποθηκών και των συνεταιρισμών του κλάδου. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια και μετά τη συρρίκνωση που υπέστη η αγορά και την εξ αυτής αναδιάταξη – συγκέντρωση, η σχέση μεταξύ εταιρειών – συνεταιρισμών τείνει να σταθεροποιηθεί. Οι εταιρείες εκτιμάται ότι απέσπασαν ποσοστό 56% της συνολικής εγχώριας αγοράς φαρμακαποθηκών το 2017, ενώ το υπόλοιπο 44% εκτιμάται ότι κάλυψαν οι προμηθευτικοί συνεταιρισμοί.
Η περίοδος από το 2010 και έπειτα σηματοδότησε τη δραστική μείωση τιμών των συνταγογραφούμενων φαρμάκων (κύριο προϊόν διακίνησης των φαρμακαποθηκών), η οποία σε συνδυασμό με τη μείωση των περιθωρίων κέρδους, το εγχώριο περιβάλλον ύφεσης και την έλλειψη ρευστότητας, περιόρισε δραστικά τη συνολική επιχειρηματική δραστηριότητα του κλάδου. Ταυτόχρονα, καταγράφεται η αποχώρηση ηγέτιδων επιχειρήσεων, καθώς και η συρρίκνωση της δραστηριότητας φαρμακαποθηκών με εδραιωμένη παρουσία.
Για τη σύνταξη του ομαδοποιημένου ισολογισμού της διετίας 2016-2017 χρησιμοποιήθηκαν τα δεδομένα αντιπροσωπευτικών εταιρειών (ιδιωτικών φαρμακαποθηκών). Το σύνολο του ενεργητικού των εν λόγω εταιρειών ενισχύθηκε κατά 12,3% το 2017 σε σχέση με το 2016, ως αποτέλεσμα της αύξησης της αξίας τόσο των καθαρών παγίων όσο και των απαιτήσεων. Τα ίδια κεφάλαια παρουσίασαν μικρή υποχώρηση (κατά 3,8%) το 2017/16, ενώ τόσο οι μεσομακροπρόθεσμες όσο και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις διευρύνθηκαν σημαντικά την ίδια περίοδο. Οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών του δείγματος ενισχύθηκαν κατά 1,5% το 2017/16, ενώ τα μικτά κέρδη παρέμειναν στα ίδια επίπεδα.
Το σύνολο του ενεργητικού αντιπροσωπευτικών συνεταιρισμών (φαρμακαποθηκών) διευρύνθηκε κατά 2,2% το 2017 σε σχέση με το 2016. Τα ίδια κεφάλαια παρέμειναν αμετάβλητα το 2017/16, ενώ και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις αυξήθηκαν σε σχέση με το προηγούμενο έτος (κατά 2,6%). Οι συνολικές πωλήσεις των συνεταιρισμών περιορίστηκαν κατά 1,6% το 2017/16, ενώ τα μικτά κέρδη παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητα.
Σε 28 χώρες της Ευρώπης εκτιμάται ότι λειτούργησαν 750 φαρμακαποθήκες περίπου το 2016 (ο αριθμός των φαρμακαποθηκών παγκοσμίως υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε περισσότερες από 16.000). Οι εν λόγω φαρμακαποθήκες υπολογίζεται ότι πραγματοποίησαν διανομές σε περισσότερα από 180.000 φαρμακεία/νοσοκομεία.