Skip to main content

«Οι πλούσιες χώρες πρέπει να κλείσουν όλες τις μονάδες άνθρακα μέχρι το 2030 για να σωθεί το κλίμα»

Οι πλούσιες χώρες πρέπει να κλείσουν όλες τις μονάδες παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα μέχρι το 2030, ώστε να έχουν τη δυνατότητα περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε ανεκτά επίπεδα, σύμφωνα με νέα έκθεση από ομάδα περιβαλλοντικής έρευνας.

Η Κίνα θα πρέπει να καταργήσει σταδιακά τα πλέον ρυπαρά ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2040 και ο υπόλοιπος κόσμος μέχρι το 2050, σύμφωνα με την Climate Analytics, μια ΜΚΟ με έδρα το Βερολίνο που μελετά πώς τα κράτη μπορούν να επιτύχουν τους στόχους εκπομπών που συμφωνήθηκαν στις συνομιλίες των Ηνωμένων Εθνών στο Παρίσι το περασμένο έτος.

Τα ευρήματα καταδεικνύουν τη δυσκολία της επίτευξης του στόχου περιορισμού της παγκόσμιας υπερθέρμανσης κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Ο πλανήτης διαθέτει ήδη 8.175 μονάδες άνθρακα και άλλες 733 βρίσκονται υπό κατασκευή, παρέχοντας περίπου το 40% όλης της ηλεκτρικής ενέργειας.

Απεσταλμένοι από περισσότερα από 190 κράτη συναντιούνται αυτές τις ημέρες στο Μαρακές του Μαρόκο, για να συζητήσουν πώς θα προωθηθούν οι δεσμεύσεις που ορίστηκαν στο Παρίσι πέρυσι. Οι συνομιλίες έχουν επισκιαστεί από τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, ο οποίος στο πρόσφατο παρελθόν έχει δηλώσει ότι θεωρεί την κλιματική αλλαγή ως «μία απάτη που επινοήθηκε από τους Κινέζους για να πλήξουν την αμερικανική βιομηχανία».

Η ρύπανση από τους σταθμούς μπορεί να δημιουργήσει 2,5 φορές περισσότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από ό,τι επιτρέπεται από τα σενάρια περιορισμού της υπερθέρμανσης στους 2 βαθμούς Κελσίου, αναφέρει η έκθεση.

Αν οι μονάδες άνθρακα παραμείνουν ανοιχτές, ο κόσμος θα πρέπει να στηριχθεί σε διάφορες μεθόδους γεωμηχανικής, όπως την έκχυση θρεπτικών ουσιών στους ωκεανούς για την προστασία των κοραλλιών ή τον ψεκασμό μικροσκοπικών σωματιδίων στην ατμόσφαιρα της Γης για να αντανακλούν τις ακτίνες του Ήλιου πίσω στο διάστημα, αναφέρει η έκθεση. Τέτοιες προτάσεις όμως έχουν υψηλό κόστος και απρόβλεπτες συνέπειες στα παγκόσμια οικοσυστήματα.