Skip to main content

Νέα μελέτη συνδέει την ατμοσφαιρική ρύπανση με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης αυτισμού

Νέα έρευνα της Κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών, μαζί με το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας και το Πανεπιστήμιο ΜακΓκίλ του Καναδά, αποκαλύπτει σύνδεση μεταξύ της μακροπρόθεσμης έκθεσης σε ατμοσφαιρική ρύπανση από καυσαέρια οχημάτων, βιομηχανικές εκπομπές και άλλες πηγές, και του αυξημένου κινδύνου ανάπτυξης αυτισμού στα παιδιά.

Η νέα μελέτη είναι η πρώτη που διερευνά τη σχέση ανάμεσα στη μακροχρόνια έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση και την αναπτυξιακή διαταραχή του αυτισμού, κατά τη διάρκεια της πρώιμης παιδικής ηλικίας σε μια αναπτυσσόμενη χώρα.

Οι ερευνητές εξέτασαν 124 παιδιά με αυτισμό και άλλα 1.240 υγιή παιδιά που ενήργησαν ως ομάδα ελέγχου. Τα παιδιά εξετάστηκαν σε διαφορετικά στάδια για μια περίοδο εννέα ετών.

Η μελέτη επικεντρώθηκε στις επιπτώσεις στην υγεία τριών τύπων σωματιδίων, των PM1, PM2.5, και PM10, τα οποία είναι μικροσωματίδια που βρίσκονται σε εκπομπές από εργοστάσια, καυσαέρια, κατασκευαστικές δραστηριότητες, οδική σκόνη και άλλες πηγές.

Όσο μικρότερα είναι τα αερομεταφερόμενα σωματίδια, τόσο καλύτερα μπορούν να διεισδύσουν στους πνεύμονες και να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος, όπου μπορούν να προκαλέσουν μια σειρά σοβαρών προβλημάτων υγείας.

Το PM1 είναι το μικρότερο μέγεθος σωματιδίων, ακολουθούμενο από τα PM2.5 και PM10. Ο αριθμός αντιπροσωπεύει τη διάμετρο των σωματιδίων σε μικρόμετρα. Τα PM1 έχουν αποτελέσει αντικείμενο λίγων ερευνών σε παγκόσμιο επίπεδο και δεν υπάρχουν τρέχοντα πρότυπα ασφαλείας για αυτά.

Τα ευρήματα έδειξαν ότι η έκθεση σε σωματίδια PM2.5 από την εξάτμιση οχημάτων, τις βιομηχανικές εκπομπές και άλλες πηγές εξωτερικής ρύπανσης από τη γέννηση έως την ηλικία των τριών ετών αύξησε τον κίνδυνο ανάπτυξης αυτισμού έως και κατά 78%.

Τα αποτελέσματα αυτά είναι σε συμφωνία με προηγούμενες μελέτες που έχουν συνδέσει την προγεννητική έκθεση σε ατμοσφαιρική ρύπανση με εμφάνιση αυτισμού στα παιδιά.

«Οι αιτίες του αυτισμού είναι σύνθετες και δεν είναι πλήρως κατανοητές, αλλά οι περιβαλλοντικοί παράγοντες αναγνωρίζονται όλο και περισσότερο εκτός από γενετικούς και άλλους παράγοντες» δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ζιλίνγκ Γκουό. «Οι αναπτυσσόμενοι εγκέφαλοι των μικρών παιδιών είναι πιο ευάλωτοι σε τοξικές εκθέσεις στο περιβάλλον και αρκετές μελέτες έχουν υποδείξει ότι αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τη λειτουργία του εγκεφάλου και το ανοσοποιητικό σύστημα. Αυτά τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να εξηγήσουν τον ισχυρό δεσμό που βρήκαμε μεταξύ της έκθεσης σε ατμοσφαιρικούς ρύπους και του αυτισμού. Αλλά απαιτείται έρευνα για να διερευνηθούν οι σχέσεις μεταξύ ατμοσφαιρικής ρύπανσης και ψυχικής υγείας ευρύτερα» εξήγησε.