Από την έντυπη έκδοση
Των Αγγελικής Κοτσοβού και Έφης Τριήρη
Ηχηρή παρέμβαση έκανε χθες ο Μάριο Ντράγκι στον συναλλαγματικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει το τελευταίο δίμηνο, δίνοντας την ευρωπαϊκή απάντηση στη θέση του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών για τα πλεονεκτήματα από ένα ασθενές δολάριο στο εμπόριο και την οικονομία των ΗΠΑ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατέστησε σαφές ότι η πρόσφατη ανατίμηση του ευρώ οφείλεται εν μέρει σε δηλώσεις που έρχονται σε αντίθεση με τις δεσμεύσεις των μεγάλων οικονομιών να αποφύγουν ανταγωνιστικές υποτιμήσεις.
Η θύελλα αντιδράσεων οδήγησε σε παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, ώστε να αποκαταστήσει τις εντυπώσεις. Μιλώντας στο CNBC, ο πρόεδρος Τραμπ διαβεβαίωσε ότι το δολάριο θα ενισχύεται ολοένα και περισσότερο με τον καιρό, διευκρινίζοντας ότι παρερμηνεύθηκαν οι δηλώσεις Μνούτσιν.
Με το ενιαίο νόμισμα να καλπάζει σε νέα υψηλά τριετίας, ξεπερνώντας και το 1,25 έναντι του δολαρίου, ο Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης προειδοποίησε ότι η απότομη ανατίμησή του αποτελεί πηγή αβεβαιότητας, παραδεχόμενος ότι η ΕΚΤ ίσως να χρειαστεί να επανεξετάσει τη στρατηγική της, εάν η θέση της Ουάσιγκτον περί ασθενούς δολαρίου οδηγήσει σε αλλαγή των νομισματικών συνθηκών.
Η έμφαση της αμερικανικής κυβέρνησης στο ασθενές δολάριο και οι ανησυχίες για κλιμάκωση του συναλλαγματικού πολέμου δεν άφησαν περιθώρια στον Μάριο Ντράγκι να μείνει αμέτοχος στην κόντρα μεταξύ Αμερικής και Ευρώπης με φόντο τα νομίσματα. Το ισχυρό ευρώ ήταν ακόμη ένας λόγος για την ΕΚΤ να διατηρήσει αμετάβλητη τη νομισματική της πολιτική κατά την πρώτη συνεδρίαση του έτους, με το ενιαίο νόμισμα να σκαρφαλώνει ενδοσυνεδριακά έως και το 1,2538 έναντι του δολαρίου, στα υψηλότερα επίπεδα από τον Δεκέμβριο του 2014. Η δυναμική άνοδος του ενιαίου νομίσματος έχει ξεπεράσει τις προβλέψεις των αναλυτών, που στις αρχές του έτους σε δημοσκόπηση του Reuters ανέμεναν μικρή αποδυνάμωση του ευρώ στους τρεις πρώτους μήνες του έτους και ήπια κέρδη έως τα τέλη του 2018, με την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου στο 1,21.
Το δ.σ. της κεντρικής τράπεζας επανέλαβε ότι θα συνεχίσει τις μηνιαίες αγορές ομολόγων -ύψους 30 δισ. ευρώ- τουλάχιστον έως τα τέλη Σεπτεμβρίου. Παράλληλα διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια, με τη δέσμευση ότι το κόστος δανεισμού αναμένεται να παραμείνει στα τωρινά επίπεδα και μετά το πέρας του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, ο κ. Ντράγκι παραδέχθηκε ότι η πρόσφατη άνοδος του ευρώ αποτελεί πηγή αβεβαιότητας για τις προοπτικές του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη. Το ισχυρό ευρώ περιπλέκει τις προσπάθειες της ΕΚΤ για σταδιακή απόσυρση των μέτρων νομισματικής στήριξης, καθώς απειλεί να υπονομεύσει την εύθραυστη ανάκαμψη των τιμών καταναλωτή. «Η πρόσφατη μεταβλητότητα στη συναλλαγματική ισοτιμία συνιστά πηγή αβεβαιότητας, που προϋποθέτει στενή παρακολούθηση όσον αφορά τις πιθανές επιπτώσεις στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τη σταθερότητα των τιμών», δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΚΤ.
Ένα ισχυρότερο νόμισμα καθιστά λιγότερο ανταγωνιστικές τις εξαγωγές της Ευρωζώνης και τις εισαγωγές φθηνότερες, αναιρώντας εν μέρει τις προσπάθειες της ΕΚΤ για αποκατάσταση του πληθωρισμού κοντά στον στόχο 2% και τόνωση της ανάπτυξης μέσω του προγράμματος των 2 τρισ. ευρώ.
Ερωτηθείς στη συνέντευξη Τύπου για την προοπτική ενός παγκόσμιου συναλλαγματικού πολέμου, ο κ. Ντράγκι επανέλαβε ότι η ΕΚΤ δεν έχει ως στόχο συγκεκριμένη συναλλαγματική ισοτιμία. «Δεν στοχεύουμε σε συναλλαγματικές ισοτιμίες. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι σημαντικές για την ανάπτυξη και τη σταθερότητα -ενισχύονται καθώς αναπτύσσεται η οικονομία-, αυτό είναι ένα γεγονός της ζωής. Για μας, βασικό μέλημα είναι ο πληθωρισμός», επισήμανε ο Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης.
Χωρίς να γίνει συγκεκριμένος, ο κ. Ντράγκι δήλωσε ότι το ευρώ ενισχύθηκε εν μέρει εξαιτίας «της χρήσης ρητορικής σε συζητήσεις για τις συναλλαγματικές εξελίξεις που δεν αντικατοπτρίζει τους όρους αναφοράς που έχουν συμφωνηθεί». Ο κ. Ντράγκι αναφερόταν στη φθινοπωρινή σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον, όπου οι χώρες είχαν συμφωνήσει ότι θα «αποφύγουν ανταγωνιστικές υποτιμήσεις και ότι δεν θα στοχεύουν σε συγκεκριμένες συναλλαγματικές ισοτιμίες για ανταγωνιστικούς σκοπούς».
«Εάν όλα αυτά οδηγήσουν σε ανεπιθύμητη σύσφιγξη της νομισματικής μας πολιτικής… τότε θα πρέπει να εξετάσουμε τη νομισματική μας στρατηγική» δήλωσε ο κ. Ντράγκι, σημειώνοντας ότι ορισμένα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εξέφρασαν τις ανησυχίες τους. Ο κ. Ντράγκι διευκρίνισε ότι είναι «πολύ λίγες» οι πιθανότητες για αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ φέτος.