Skip to main content

Wall Street: Υποτονικό κλίμα-μικρή διόρθωση στα χθεσινά κέρδη

Σε στενό πλαίσιο διακύμανσης κινήθηκαν οι μετοχές στη Wall Street στη σημερινή συνεδρίαση, με τους επενδυτές να περιμένουν εναγωνίως τα ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία για την απασχόληση Ιουλίου στις ΗΠΑ, τα οποία θα μπορούσαν να δώσουν μία εικόνα για την αγορά εργασίας και την ευρωστία της αμερικανικής οικονομίας. 

Ο Dow Jones υποχώρησε 85,51 μονάδες ή 0,26%, ο S&P 500 σημείωσε οριακή πτώση 0,08%, αφού την Τετάρτη άγγιξε το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούνιο, ενώ αντίθετα ο Nasdaq έκλεισε με άνοδο 0,41% στις 12.720,58 μονάδες, που σηματοδοτεί το υψηλότερο κλείσιμο από τις αρχές Μαΐου. H άνοδος του δείκτη υψηλής τεχνολογίας καθοδηγήθηκε από την Amazon και την Advanced Micro Devices.

Οικονομολόγοι προβλέπουν ότι η αμερικανική οικονομία δημιούργησε 250.000 θέσεις εργασίας τον Ιούλιο, λιγότερες από τις 372.000 θέσεις του Ιουνίου, με το ποσοστό ανεργίας να παραμένει στο 3,6%, σύμφωνα με στοιχεία της FactSet. 

Εναγωνίως περιμένουν οι επενδυτές και τα στοιχεία για τις τιμές καταναλωτή Ιουλίου στις ΗΠΑ που ανακοινώνονται την επόμενη εβδομάδα. 

O ενεργειακός ήταν ο μεγαλύτερος χαμένος μεταξύ των κλάδων του S&P 500, από τη στιγμή που η τιμή αργού στις ΗΠΑ διολίσθησε κάτω από το φράγμα των 90 δολαρίων για πρώτη φορά από τα μέσα Φεβρουαρίου. Πιέσεις στον S&P 500 άσκησε και η πτώση της Apple. 

Στο μεταξύ συνεχίζεται και η περίοδος ανακοινώσεων εταιρικών αποτελεσμάτων, παρότι σε πιο περιορισμένο βαθμό. Η μετοχή της Eli Lilly σημείωσε πτώση από τη στιγμή που η εταιρεία δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προβλέψεις των αναλυτών για τα τριμηνιαία αποτελέσματά της. 

Η Wall Street είχε μία ιδιαίτερα δυνατή επίδοση στη συνεδρίαση της Τετάρτης και το σημερινό υποτονικό κλίμα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία μικρή διόρθωση στα χθεσινά κέρδη. Ο Dow ενισχύθηκε χθες περισσότερο από 400 μονάδες, ενώ ο S&P 500 άγγιξε το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούνιο. Αντίστοιχα, ο Nasdaq ενισχύθηκε περίπου 2,5%.

Να σημειωθεί ότι ο S&P 500 έχει ενισχυθεί 14% από τα μέσα Ιουνίου, όμως από τις αρχές του έτους έως σήμερα καταγράφει απώλειες 13%, εν μέσω ανησυχιών για τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, τον αυξανόμενο πληθωρισμό, τις επιθετικές επιτοκιακές αυξήσεις και τα περιοριστικά μέτρα στην Κίνα.