Skip to main content

Ξεκάθαρες οι προτεραιότητες της νέας ηγεσίας του υπουργείου Υγείας

Εστιάζοντας στην άμεση αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων των Ελλήνων πολιτών, η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, όπως τόνισε από την αρχή της ανάληψης των καθηκόντων της, σχεδιάζει τη στρατηγική της «με επίκεντρο» τον άνθρωπο, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο υπουργός Βασίλης Κικίλιας. 

Από την αρχή της υπουργίας του, ο κ. Κικίλιας θέλησε να αντιληφθεί τα άμεσα ζητήματα στον τομέα των δομών περίθαλψης επισκεπτόμενος νοσοκομειακές μονάδες αλλά και κέντρα υγείας. Σε συνεργασία με τον γενικό γραμματέα του υπουργείου προχωρά στην «ανίχνευση» των αναγκών «σε κάθε νοσοκομείο, σε κάθε κλινική και σε κάθε ειδικότητα. Πρέπει να γίνει ένας εξορθολογισμός αυτών των αναγκών με βάση τον πολίτη. Δεν μπορεί να υπάρχουν σε ένα νοσοκομείο 8 πνευμονολογικές κλινικές και να μην υπάρχει ορθοπεδική κλινική. Δεν μπορεί να υπάρχουν σε ένα άλλο νοσοκομείο 7 ορθοπεδικές και να μην υπάρχει καρδιολογική. Μπορεί να υπάρχουν κλινικές που έχουν τεράστια αποδοτικότητα και που έχουν 100% κάλυψη και που οι άνθρωποι κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους και να μην τη στηρίζουμε έναντι άλλων που είναι στο 50% ή στο 60% δουλεύουν και διεκδικούν τα ίδια; Όχι» αναφέρει. 

Ο υπουργός, σημειώνοντας επίσης ότι θα πρέπει να υπάρχει και η ανάλογη εκτίμηση στο έμψυχο δυναμικό του ΕΣΥ, καθιερώνει και την επιβράβευση των ανθρώπων που εργάζονται στην υγεία, τους οποίους και αποκαλεί «σύγχρονους ήρωες, παραδείγματα προς μίμηση, πρότυπα για την κοινωνία». Παράλληλα μεριμνά για την ενδυνάμωση επιδιώκοντας να γίνουν νέες προσλήψεις εντός πενταμήνου και όχι σε ενάμιση χρόνο μέσω της ενεργοποίησης ηλεκτρονικής πλατφόρμας. 

«Μιλάμε για 2.500 στελέχη της υγείας που είναι και γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό και διοικητικό προσωπικό. Είναι μια προκήρυξη που είναι λοιπό προσωπικό που τρέχει στον ΑΣΕΠ, υπάρχουν και οι άνθρωποι αυτοί που προέρχονται από τον ΟΑΕΔ και θέλουμε να μεριμνήσουμε και για αυτούς, είναι 4.000 άτομα. Υπάρχει μεγάλο φάσμα ανθρώπων που εμπλέκονται στην υγεία και θέλουμε να τους στηρίξουμε». 

Ένα ακόμη σημαντικό θέμα το οποίο χρήζει άμεσης αντιμετώπισης είναι και η χρηματοδότηση των νοσοκομείων. Τα νοσοκομεία μας παραδοσιακά είχαν θέμα τον Νοέμβριο, όχι τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο και ο εκάστοτε υπουργός Υγείας απευθυνόμενος στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και από τα αδιάθετα έπαιρνε ένα ποσό προκειμένου να συμπληρώσει τις πιστώσεις και να βγει η χρονιά. Το 2019 παρουσιάστηκε το φαινόμενο ήδη από τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο ένα-ένα τα νοσοκομεία ζητάνε παραπάνω πλαφόν για τα ακριβά τους φάρμακα και για τους παρόχους. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί και το συγκεκριμένο ζήτημα αποφασίστηκε να επεκταθούν οι πιστώσεις κατά 54 εκατ. ευρώ.

Για τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας προτείνει επίσης δύο λύσεις: Η μία λύση αφορά την ιεράρχηση στην κορυφή των προτεραιοτήτων για  προσλήψεις σε γιατρούς και νοσηλευτές για τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, καθώς χρειάζεται τουλάχιστον ένας γιατρός και τρεις νοσηλευτές για κάθε κρεβάτι εντατικής θεραπείας. «Πρώτα απ’ όλα, θα πάνε οι γιατροί και οι νοσηλευτές εκεί και μετά στα ΤΕΠ, στα επείγοντα» αναφέρει. 

Παράλληλα δηλώνει ως δεύτερη λύση να γίνει διαπραγμάτευση του ΕΟΠΥΥ με τις ιδιωτικές κλινικές, «γιατί θα πάρουμε και απ’ αυτούς παραπάνω κρεβάτια εντατικής θεραπείας, διότι δεν ανέχομαι ως άνθρωπος πρώτα απ’ όλα τέσσερις μήνες μέσα στον χρόνο να περιμένουν εκατό άνθρωποι στην ουρά για ένα κρεβάτι». 

Όσον αφορά τα Κέντρα Υγείας και τις ΤΟΜΥ, αναφέρει ότι θα εμπλακούν όλοι σε μια κοινή διαδικασία Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας όπως και οι οικογενειακοί γιατροί που έχει η μέση ελληνική οικογένεια και εμπιστεύεται, «έτσι ώστε να πείσουμε τον κόσμο ότι πρέπει να πάει πρώτα στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και στον γιατρό του, για να του πει αν χρειάζεται απλά ένα σιρόπι ή και να πάει σπίτι ή να πάει στο νοσοκομείο».

Επίσης αποκαλύπτει ότι οι ΤΟΜΥ θα υπάρξουν και θα λειτουργήσουν κανονικά και θα ενισχυθούν. Θα αξιολογηθούν όμως και θα μετεξελιχθούν γιατί δεν μπορεί να υπάρχει Κέντρο Υγείας και ΤΟΜΥ με κοινή πόρτα αλλά να λειτουργούν ξεχωριστά.

Συνολικά για το θέμα των δημοσίων δαπανών αναφέρει ότι η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι έχει να κάνει με τις δαπάνες στην υγεία και ενδεχομένως θα μπορούσε να αυξήσει κάποιες από τις δαπάνες στην υγεία.

«Χρειάζεται όμως να υπάρξει και εξορθολογισμός των δαπανών. Πρέπει ο Έλληνας φορολογούμενος να γνωρίζει πού πηγαίνει μέχρι και το τελευταίο ευρώ που πληρώνει για την υγεία. Στο πλαίσιο αυτό εγκαθιδρύουμε ηλεκτρονικό σύστημα προμηθειών, συνδέουμε το BI (σύστημα επιχειρηματικής ευφυΐας) του υπουργείου με όλα τα νοσοκομεία και θέτουμε ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες στους διοικητές, τους υποδιοικητές των νοσοκομείων και στις διοικήσεις των οργανισμών του υπουργείου, με στόχο τη λογοδοσία, διαφάνεια, αποτελεσματικότητα και την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας».