Του Αδώνιδος Γεωργιάδη*
Από την πρώτη ημέρα που η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ανέλαβε τα καθήκοντά της, η Ελλάδα έχει τεθεί σε τροχιά αλλαγών για να γίνει μια επιχειρηματικά φιλική χώρα. Όλοι μας, ο καθένας εφ’ ω ετάχθη, εργαζόμαστε για την επίτευξη του εθνικού στόχου που ο πρωθυπουργός έθεσε: να γίνει η Ελλάδα ανεπτυγμένη οικονομία και να προσφέρουμε ευημερία στον ελληνικό λαό.
Στο πλαίσιο αυτό οι επενδύσεις και η προσέλκυση επενδύσεων καθίστανται όρος εθνικής επιβίωσης για την Ελλάδα καθώς συμβάλλουν
- στην αύξηση των θέσεων εργασίας και μάλιστα καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας,
- την αύξηση του ΑΕΠ (θυμίζω ότι στόχος της κυβέρνησης είναι ο ρυθμός ανάπτυξης να ανέλθει στο 4% και πάντως να είναι -και θα είναι- αισθητά αυξημένος σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια), που με τη σειρά του σημαίνει περισσότερα έσοδα, άρα μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο για την υλοποίηση των δεσμεύσεων της κυβέρνησης με αιχμή τη μείωση της φορολογίας,
- την ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας έναντι της διεθνούς επιχειρηματικής κοινότητας αλλά και έναντι της τρόικας. Επισημαίνω χαρακτηριστικά ότι κατά την πρώτη συνάντησή μας ως πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων με την τρόικα, το πρώτο που έθεσαν ήταν το Ελληνικό.
Είναι προφανές, συνεπώς, ότι το συγκεκριμένο project έχει προ πολλού ξεπεράσει τα στενά όρια μιας επένδυσης του συγκεκριμένου χώρου και τόπου και λόγω του μεγέθους της – 8 δισεκατομμύρια ευρώ- έχει καταστεί συμβολική στο να αποδείξει η Ελλάδα εάντελικά μπορεί.
Είμαι απολύτως βέβαιος ότι εφόσον το Ελληνικό προχωρήσει -και θα προχωρήσει- πολλές άλλες επενδύσεις θα ακολουθήσουν, ενώ θα συμβάλει καίρια και στην επίτευξη του στόχου για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Διότι η στρατηγική μας ως κυβέρνηση είναι να κάνουμε πρώτα εμείς όλες τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και να δείξουμε τι θέλουμε να κάνουμε στη χώρα, και μετά, με αυξημένη την αξιοπιστία της χώρας, να διεκδικήσουμε την επίτευξη του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Και έτσι πιστεύω θα τον πετύχουμε.
Συμπερασματικά, εντός του 2019 «ξεμπλοκάρουμε» μία μία όσες μεγάλες επενδύσεις έχουμε βρει «κλειδωμένες» από το παρελθόν. Γιατί δεν είναι μόνο το Ελληνικό. Είναι και άλλα μεγάλα επενδυτικά projects, της τάξης των 200-400 εκατομμυρίων ευρώ, όπως αυτά στην Κασσιόπη της Κέρκυρας, στο Αφάντου της Ρόδου, στην Ελούντα της Κρήτης. Συνολικά, είναι τουλάχιστον 1.500 τα επενδυτικά σχέδια, του Αναπτυξιακού νόμου και των Στρατηγικών Επενδύσεων, συνολικού προϋπολογισμού αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ εφόσον αθροιστούν, που παραμένουν στα συρτάρια.
Δουλεύουμε νυχθημερόν για όλα αυτά. Και όχι μόνο για τις πολύ μεγάλες επενδύσεις των εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, αλλά ακόμη και για επενδύσεις της τάξης των 300 χιλιάδων ευρώ. Για πολλούς μικρομεσαίους επιχειρηματίες μια επένδυση ενός τέτοιου μεγέθους μπορεί να είναι το όνειρο της ζωής τους.
Καταφέραμε, λοιπόν, με σκληρή δουλειά να πετύχουμε τον συντονισμό των συναρμόδιων υπουργείων ώστε να άρουμε τα εμπόδια και να επιταχύνουμε τις διαδικασίες.
Και, παράλληλα με τις απόλυτα επιβεβλημένες σ’ αυτήν την πρώτη φάση ad hoc παρεμβάσεις, να δρομολογήσουμε υπό τον συντονισμό του Μαξίμου και με τη συνεργασία άλλων 9 υπουργείων μια τολμηρή νομοθετική πρωτοβουλία που μεταξύ άλλων αποσκοπεί
- στην απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης των επιχειρήσεων και των βιομηχανιών,
- την κινητροδότηση αφενός της προσέλκυσης επενδύσεων άνω των 15 εκατομμυρίων ευρώ και αφετέρου της εγκατάστασης επιχειρήσεων σε επιχειρηματικά πάρκα,
- την αξιοποίηση του ιδιωτικού τομέα στην αξιολόγηση των φακέλων ώστε να μη λιμνάζουν οι επενδύσεις στις δημόσιες υπηρεσίες,
- την ψηφιοποίηση της Τράπεζας Γης για να ενισχύσουμε την οικοδομική δραστηριότητα,
- την άρση στο μέγιστο δυνατό βαθμό των γραφειοκρατικών εμποδίων που εμποδίζουν την επιχειρηματική δραστηριότητα
- και γενικότερα τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Κεντρικός στόχος μας είναι σ’ έναν χρόνο η Ελλάδα να έχει πολύ καλύτερη θέση από την 72η θέση που είχε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην έκθεση της World Bank για το Doing Business, δηλαδή τη μεγαλύτερη έκθεση παγκοσμίως για τον δείκτη επιχειρηματικού περιβάλλοντος σε μια χώρα.
Υλοποιώντας με σταθερά και προσεκτικά βήματα ένα μίγμα πολιτικής που αποτελείται από λιγότερους φόρους, λιγότερες ασφαλιστικές εισφορές, μικρότερη γραφειοκρατία, ταχύτερη αδειοδότηση των επιχειρήσεων και, γενικότερα, τη δημιουργία ενός κράτους φιλικού προς τον επενδυτή και τον επιχειρηματία, είναι βέβαιο ότι θα μπορέσουμε να θέσουμε τη χώρα μας σε αναπτυξιακή επανεκκίνηση ώστε να επιτύχουμε ισχυρή ανάπτυξη. Ορόσημο αυτής της πορείας αποτελεί η 84η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, η οποία σηματοδοτεί τη μετάβαση της χώρας μας στη νέα εποχή.