Της Ανθής Αγγελοπούλου
[email protected]
Υπό τη σκιά ενός ενδεχόμενου 2ου κύματος της πανδημίας, όλοι στρέφουν πλέον την προσοχή τους στις κινήσεις που πρέπει να γίνουν τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αφού ενδεχόμενες υπερβολικές χαλαρώσεις σε ένα κράτος μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στα υπόλοιπα κράτη.
Σημαντικό ρόλο για την επιτυχή επιστροφή στην κανονικότητα έχει να διαδραματίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναλαμβάνοντας ρόλο συντονιστή ανάμεσα σε όλα τα κράτη. Όπως κατ’ επανάληψη έχει αναφερθεί και από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Λοιμωδών Νοσημάτων (ECDC), για να έχουμε τα θεμιτά αποτελέσματα, οι όποιες αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται στοχευμένα και υπό την καθοδήγηση ενός κεντρικού φορέα, με στόχο την ομαλή και συγκροτημένη επαναλειτουργία όλων των κλάδων.
Το άλλο μεγάλο στοίχημα όλων είναι να καταστήσουν τις χώρες τους αυτόνομες σε βασικά είδη για να μην αντιμετωπίσουν στο μέλλον τα προβλήματα που προέκυψαν στην περίοδο της πανδημίας. Η διασφάλιση επαρκών ποσοτήτων σε αναλώσιμα και εξοπλισμό, καθώς και ικανοποιητικής ποσότητας αντιδραστηρίων για την απρόσκοπτη συνέχιση διενέργειας εργαστηριακών εξετάσεων κρίνεται αναγκαία.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, μόνο η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού και ασφαλούς εμβολίου κατά του κορονοϊού θα αποτελέσει μόνιμη λύση για την πανδημία, σώζοντας ζωές, ενώ την ίδια ώρα θα εξοικονομήσει δισεκατομμύρια ευρώ στην Ευρώπη και διεθνώς.
Γι’ αυτό το λόγο ξεκίνησε η πρωτοβουλία της Ε.Ε. «EU4Health» με τη σύσταση του 1ου Steering Group για τη Στρατηγική Εμβολίου. Σε αυτή συμμετέχουν εκπρόσωποι από τα υπουργεία Υγείας των «27» κρατών-μελών. Μέσα από τη σύναψη συνεργασίας με εταιρείαπαραγωγής εμβολίου, στόχος είναι η στήριξη της ανάπτυξης ενός εμβολίου και, κατ’ επέκταση, η εξασφάλιση του εφοδιασμού, όταν οι κλινικές έρευνες ολοκληρωθούν, ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε χώρας. Στο πλαίσιο αυτό θα χρησιμοποιηθούν 2,7 δισ. ευρώ από το Μέσο Στήριξης Έκτακτης Ανάγκης (Emergency Support Instrument – ESI) για επένδυση σε εταιρείες που η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι σε αρκετά προχωρημένο στάδιο σε σχέση με την έρευνα και την κλινική δοκιμή των εμβολίων.
Το ερώτημα που τίθεται από πολλά στόματα είναι κατά πόσο θα διασφαλιστεί ότι η προμήθεια και η διανομή του θα είναι ισότιμη σε όλα τα κράτη, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους και τη διαπραγματευτική τους ισχύ.
Σκεφτόμαστε θετικά. Εξάλλου και οι μέχρι στιγμής ενέργειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνουν τον αλληλέγγυο χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ συγχρόνως αναδεικνύουν τις ευκαιρίες που μπορούν να φανούν μέσα από μια κρίση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφορούν την ανάπτυξη σωστών διαδικασιών και μηχανισμών που θα είναι επωφελείς για όλους τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όχι μόνο για την πανδημία του κορονοϊού, αλλά και για μελλοντικές ανάγκες στον τομέα της δημόσιας υγείας.
Η Ελλάδα, εκτός του ότι πήρε τα εύσημα για το πώς διαχειρίστηκε και αντιμετώπισε την πανδημία μέχρι σήμερα, κρατώντας την σε πολύ χαμηλά επίπεδα και φροντίζοντας το καλύτερο δυνατό τη δημόσια υγεία, απέδειξε ότι με σύμμαχο τη φαρμακοβιομηχανία καθώς και δεκάδες άλλες επιχειρήσεις μπορεί να γίνει αυτόνομη. Τρανό παράδειγμα οι χιλιάδες χορηγίες από πολυεθνικές και ελληνικές φαρμακευτικές και άλλες εταιρείες προς το δημόσιο σύστημα υγείας, καθώς και οι έκτακτες εξαγωγές των ελληνικών εταιρειών σε ανεπτυγμένες χώρες την περίοδο της πανδημίας προκειμένου να τους βοηθήσουν να καλύψουν τα κενά που είχαν.
Παρόλη την ανησυχία των ημερών η ελληνική κυβέρνηση θέτει ήδη σε εφαρμογή το σχέδιό της για την αναβάθμιση του ΕΣΥ, προσβλέποντας σε ένα πιο μοντέρνο και αποδοτικό σύστημα υγείας που θα συμβαδίζει με την εποχή του και τις ανάγκες του λαού.
Ωστόσο, θετικά είναι και τα νέα που αφορούν την επιχειρηματικότητα, καθώς σε πρόσφατη σύσκεψη που είχε το υπουργείο Υγείας με φορείς της αγοράς ανακοίνωσε την παροχή κινήτρων για την ανάπτυξη και την εξωστρέφεια της εγχώριας βιομηχανίας παραγωγήςφαρμάκων, ένα νέο σύστημα καθορισμού τιμών και αποζημίωσης των φαρμάκων, τη μείωση της υπέρβασης της φαρμακευτικής δαπάνης, διαφάνεια σε όλες τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και το σημαντικότερο όλων, ένα προβλέψιμο επιχειρηματικό περιβάλλον, κάτι που ζητούν χρόνια οι εταιρείες προκειμένου να ξέρουν αν μπορούν να επενδύσουν στη χώρα μας χωρίς το φόβο του τι μέλλει γενέσθαι αύριο.