Η πανδημία του νέου κορονοϊού έφερε στο προσκήνιο μνήμες από περασμένες σοβαρές πανδημίες που είχε περάσει η ανθρωπότητα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας έχουν παρατηρηθεί πολλές πανδημίες, όπως της ευλογιάς, της φυματίωσης και της πανώλης ενώ έχουμε και πιο πρόσφατες όπως η πανδημία του HIV και της γρίπης του 1918 και του 2009.
Τι είναι όμως η πανδημία; Προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις παν (όλος) και δήμος (πληθυσμός) και είναι η επιδημία λοιμωδών νόσων που εξαπλώνεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς σε μια μεγάλη περιοχή και απειλεί το σύνολο του πληθυσμού. Μια επιδημική ασθένεια που παραμένει σταθερή όσον αφορά τον αριθμό ανθρώπων που αρρωσταίνουν δεν θεωρείται πανδημία. Επιπλέον, οι πανδημίες γρίπης γενικά δεν αποτελούν την επανεμφανιζόμενη εποχική γρίπη.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει δημιουργήσει μια 6βάθμια κατάταξη με την οποία περιγράφει τη διαδικασία που ένας νέος ιός κινείται από τις πρώτες λοιμώξεις στον άνθρωπο σε μια πανδημία. Η πανδημία ξεκινά με τη μόλυνση ζώων από τον ιό, με λίγες περιπτώσεις στις οποίες τα ζώα μολύνουν ανθρώπους και στη συνέχεια φτάνει σε ένα στάδιο στο οποίο ο ιός αρχίζει να εξαπλώνεται από άνθρωπο σε άνθρωπο και τελειώνει με μια πανδημία, όταν λοιμώξεις από τον νέο ιό έχουν εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο.
Ιστορικές πανδημίες
Το 430 π.Χ. είχαμε το Λοιμό των Αθηνών όπου ο τυφοειδής πυρετός σκότωσε κυριολεκτικά τα 2/3 του πληθυσμού της Αθήνας μέσα σε 4 χρόνια. Η καταστροφική αυτή επιδημία εκδηλώθηκε κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου και ενώ την πόλη την πολιορκούσαν οι Σπαρτιάτες. Ξεκίνησε από τον Πειραιά που ήταν η κύρια είσοδος προμηθειών της πόλης. Εμφανίστηκε και σε άλλες περιοχές της ανατολικής Μεσογείου και στην Αθήνα επέστρεψε δύο ακόμα φορές το 427 π.Χ. και το 426 π.Χ. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο ίδιος ο Περικλής μαζί με όλα τα μέλη της οικογένειας του ενώ ο Θουκυδίδης ο οποίος κατέγραψε ιστορικά γεγονότα κατόρθωσε να επιζήσει παρόλο που είχε μολυνθεί. Ωστόσο, αξίζει να αναφερθεί ότι ο Ιπποκράτης ήταν ένας από τους γιατρούς της εποχής που βοήθησε σημαντικά στην αντιμετώπιση του λοιμού.
Για όσους δεν το γνωρίζουν, ο Τυφοειδής πυρετός είναι μία συνηθισμένη ασθένεια που εμφανίζεται παγκοσμίως. Μεταδίδεται από την κατανάλωση φαγητού ή μολυσμένου νερού από κόπρανα ατόμου που έχει προσβληθεί από την ασθένεια, τα οποία περιέχουν το βακτήριο της Salmonella enterica enterica, serovar Typhi. Ενώ, δεν θα πρέπει να συγχέεται ο “τυφοειδής πυρετός” με την εντελώς ασύνδετη ασθένεια που λέγεται τύφος. Η γενική προφύλαξη του ανθρώπου είναι να διαθέτει σωστά δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης. Ωστόσο, για τα άτομα που κινδυνεύουν υπάρχει πλέον εμβόλιο.
Στη συνέχεια το 14ο αιώνα μπήκε στη ζωή μας η Μαύρη Πανώλη που προήλθε από την Ασία και μέσω της Μεσογείου διαδόθηκε στην Ευρώπη και από την οποία υπολογίζεται ότι οι νεκροί έφτασαν τα 75 εκατομμύρια. Η Μαύρη Πανώλη ή αλλιώς ο “Μαύρος Θάνατος” όπως χαρακτηρίσθηκε ήταν η πανδημία των ετών 1348-1353. Ήταν από τις πλέον καταστροφικές πανδημίες αφού ο συνολικός απολογισμός των θανάτων έφτασε τα 200 εκατομμύρια σε Ευρώπη και Ασία. Εκτιμάται ότι μείωσε τον παγκόσμιο πληθυσμό από τα 450 εκατομμύρια σε 350375 εκατομμύρια. Οι πρώτες επίσημες καταγραφές της πανδημίας ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 1347, όταν γενοβέζικα εμπορικά πλοία από το λιμάνι της Κάφφας στη Μαύρη Θάλασσα μπήκαν στο λιμάνι της Μεσσήνης στη Σικελία, γεμάτα ετοιμοθάνατους και νεκρούς, μεταφέροντας έτσι στην Ευρώπη την πανώλη. Η ασθένεια αυτή είχε δύο μορφές: τη βουβωνική (ή σηψαιμική) και την πνευμονική. Μεταδιδόταν ακαριαία και βοηθούμενη από τις κακές συνθήκες υγιεινής, την έλλειψη ιατρικών γνώσεων της εποχής και τις επακόλουθες δεισιδαιμονικές προλήψεις. Συνέπεια της επιδημίας ήταν να χαθεί σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ευρώπης. Η επιδημία ξαναχτύπησε και στα επόμενα χρόνια του 14ου αιώνα, με μικρά χρονικά διαλείμματα, αναιρώντας έτσι ολοκληρωτικά τη δημογραφική αύξηση που είχε σημειωθεί στα μέσα του 13ου αιώνα και ο παγκόσμιος πληθυσμός επανήλθε στα επίπεδα πριν το 1347 μόλις τον 17ο αιώνα.
Το 19ο αιώνα η Χολέρα (γνωστή και ως Ασιατική χολέρα ή Επιδημιακή χολέρα) προκάλεσε το θάνατο δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Πρόκειται για νόσημα που προκαλείται από το βακτήριο Δονάκιο της χολέρας (Vibrio cholerae) και χαρακτηρίζεται από έντονη διάρροια, η οποία μπορεί να προκαλέσει σοβαρή αφυδάτωση. Οφείλεται στην κατανάλωση μολυσμένου νερού, γάλακτος, τροφίμων. Η πρώτη πανδημία χολέρας το 1817, ήταν περιορισμένη στο Δέλτα του Γάγγη στην Ινδία. Οι ταξιδιώτες όμως, μετέφεραν τη νόσο στις σημερινές χώρες της Βιρμανίας και της Σρι Λάνκα. Πήρε την ονομασία “Ασιατική Χολέρα” στη Δύση, που δεν είχε χτυπηθεί ακόμα από αυτήν. Κόστισε τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων. Χτύπησε ακόμα τις Φιλιππίνες και το Ιράκ, όπου 18.000 άνθρωποι πέθαναν κατά τις τρεις πρώτες βδομάδες εκδήλωσής της. Ήταν η πρώτη από τις 7 πανδημίες χολέρας που θα ξεσπούσαν στον πλανήτη.
Η τρίτη πανδημία Πανούκλας το 1850 ήταν και η τελευταία πανδημία πανούκλας που γνώρισε ο κόσμος έπληξε την επαρχία Γιουνάν της Κίνας. Ο λοιμώδης πυρετός χτύπησε τους κατοίκους της περιοχής, εξοντώνοντας δεκάδες χιλιάδες. Περί τα τέλη του 19ου αιώνα, η επιδημία εξαπλωνόταν και στις γύρω περιοχές (Χονγκ Κονγκ, Ινδία, Νότια Αφρική, Ισημερινό, Σαν Φρανσίσκο κ.λπ.), με καταστροφικές συνέπειες. Συνολικά, 12 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Το θετικό ήταν ότι χάρη στην μεγάλη μάχη που έδωσαν τότε οι γιατροί για να θεραπεύσουν τους ασθενείς από τη νόσο, αναπτύχθηκε η επιστημονική γνώση που απέτρεψε στο μέλλον την επανεμφάνισή της.
Ο Κίτρινος Πυρετός του Μέμφις το 1878 ξεκίνησε όταν οι Κουβανοί που εγκατέλειπαν την πατρίδα τους για να γλιτώσουν από τον πολυετή πόλεμο, μετέφεραν άθελά τους τον κίτρινο πυρετό στην Αμερική. Πρώτο θύμα ήταν η Νέα Ορλεάνη, όμως γρήγορα, η νόσος προχώρησε μέχρι το Μέμφις και μέχρι τα τέλη του 1878 πάνω από 5.000 κάτοικοι του Μέμφις έχασαν τη ζωή τους. Οι συνολικές απώλειες στην κοιλάδα του Μισισίπι έφτασαν στις 20.000.
Το 1916 είχαμε την επιδημία Πολιομυελίτιδας με τις Ηνωμένες Πολιτείες να γεμίζουν καραντίνες και μέσα σε λίγους μήνες η Νέα Υόρκη να μετρά 9.000 περιστατικά πολιομυελίτιδας, και το ποσοστό θνησιμότητας να ανέρχεται στο 25%. Η ασθένεια προκαλούσε σταδιακή παράλυση και μεταδιδόταν με ταχύτατους ρυθμούς, ιδιαίτερα μεταξύ των παιδιών. Το τελευταίο στάδιό της ήταν η παράλυση των μυών του στέρνου όπου ο ασθενής αδυνατούσε να αναπνεύσει. Το εμβόλιο για την αντιμετώπιση της νόσου ήρθε τη δεκαετία του ‘50 και μέχρι τότε η πολιομυελίτιδα είχε κοστίσει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους.
Από το 1918-1920 η Ισπανική Γρίπη άφησε πίσω της 50 εκατομμύρια νεκρούς μόνο τους πρώτους 6 μήνες με το συνολικό αριθμό μέχρι τα τέλη της επιδημίας να φτάνει σύμφωνα με υπολογισμούς στα 10 εκατομμύρια. Ο ιός μεταπήδησε από τα πτηνά στον άνθρωπο και στη συνέχεια άρχισε να μεταδίδεται μεταξύ των ίδιων των ανθρώπων. Η ισπανική γρίπη σύμφωνα με τους ειδικούς, πιθανότατα προήλθε από την Άπω Ανατολή, ωστόσο, ονομάστηκε έτσι επειδή οι πρώτες αναφορές για την πανδημία προήλθαν από την Ισπανία, η οποία δεν συμμετείχε στον πόλεμο. Οι ερευνητές μελέτησαν δείγματα του ιού που είχαν διατηρηθεί σε εργαστήρια ή βρέθηκαν σε πτώματα θαμμένα στο παγωμένο έδαφος της Αλάσκας. Διαπίστωσαν ότι μια μικρή μετάλλαξη του ιού επέτρεψε στις πρωτεΐνες της επιφάνειάς του, που χρησιμοποιούνται για να προσκολληθεί ο ιός στα κύτταρα, να αναγνωρίζουν και τους αντίστοιχους ανθρώπινους υποδοχείς. Ο θάνατος επερχόταν από οξύ φλεγμονώδες πνευμονικό οίδημα, αιμορραγική πνευμονίτιδα ή πνευμονία με οξύ αιμορραγικό οίδημα. Παρατηρούνταν κυάνωση του δέρματος ιδιαίτερα γύρω από το πρόσωπο, στο στόμα, στον λαιμό και στα δάκτυλα. Στη νεκροψία οι βάσεις των πνευμόνων ήταν περισσότερο προσβεβλημένες και οι θωρακικές κοιλότητες περιείχαν ανοικτό καφέ ή κίτρινο ως σκούρο κόκκινο υγρό. Τα πρώτα κρούσματα της εκδηλώθηκαν στη Γαλλία τον Απρίλιο του 1918 ανάμεσα στα βρετανικά στρατεύματα στη Ρουέν και στο Βιμερέ. Καθώς μετακινούνταν τα στρατεύματα μεταφερόταν και η ασθένεια και έτσι τον Μάιο επεκτάθηκε σε όλη τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Μεγάλη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη Γερμανία εισήλθε με τους αιχμαλώτους που είχε συλλάβει και στις 10 Ιουλίου του 1918 περίπου 160.000 κρούσματα έπληξαν το Βερολίνο, ενώ, τα στρατεύματα του Ναπολέοντα στη Ρωσία αποδεκατίστηκαν εξαιτίας των βακτηρίων του τύφου. Τον Ιούνιο του 1918 η πανδημία έφτασε στις Ινδίες, τον Ιούλιο του ίδιου έτους στη Νέα Ζηλανδία και τον Αύγουστο στη Νότιο Αφρική. Έως τον Ιανουάριο του 1919 η Αυστραλία κατόρθωσε να μην πληγεί λόγω μιας αυστηρής καραντίνας. Στη Μεγάλη Βρετανία η γρίπη προκάλεσε τον θάνατο 220.000 ανθρώπων, στις Ηνωμένες Πολιτείες σημειώθηκαν πάνω από 550.000 θάνατοι, ενώ στην Ιαπωνία περίπου 250.000 θάνατοι και στις Ινδίες έφτασε στα πέντε εκατομμύρια νεκρούς.
Η ακριβής ημερομηνία εμφάνισης του ιού της Ευλογιάς, δεν έχει ακόμα διευθετηθεί. Πιθανολογείται ότι εξελίχθηκε από έναν ιό που προσβάλει τα τρωκτικά, μεταξύ 68.000 με 16.000 χρόνια πριν. Ένας τύπος της Variola major (της κλινικά πιο σοβαρής μορφής της ευλογιάς) φαίνεται να εξαπλώθηκε στην Ασία πριν 1.600 με 400 χρόνια. Ένας άλλος πιο ήπιος περιγράφεται στις αμερικανικές ηπείρους και απομονώνεται από τη Δυτική Αφρική στην οποία εμφανίζεται και ένα προγονικό στέλεχος πριν 6.300 με 1.400 χρόνια. Αυτός ο τύπος στη συνέχεια φαίνεται ότι απέκλινε περαιτέρω σε δύο υπότυπους, τουλάχιστον πριν 800 χρόνια. Μία δεύτερη προσέγγιση, εκτιμά ότι ο ιός της ευλογιάς διαχωρίστηκε από αυτόν του Taterabox πριν 3.000 με 4.000 χρόνια. Αυτό φαίνεται να συμφωνεί με τα αρχαιολογικά και ιστορικά στοιχεία που αναφέρουν την εμφάνιση της ευλογιάς ως μια σχετικά πρόσφατης ασθένειας. Ωστόσο, εάν ο ρυθμός μετάλλαξης θεωρείται παρόμοιος με εκείνον των ερπητοϊών τότε ο διαχωρισμός της ευλογιάς από τον Taterabox εκτιμάται ότι συνέβη πριν 50.000 χρόνια. Αν ισχύει αυτό, τότε αυτό σημαίνει ότι τα αρχαιολογικά και τα ιστορικά στοιχεία που έχουμε, είναι πολύ ελλιπή. Σε ενδημική μορφή πάντως φαίνεται ότι εμφανίστηκε στην Ινδία ήδη πριν από 2.500 με 3.000 χρόνια. Η ευλογιά πιστεύεται ότι άρχισε να προσβάλλει τον άνθρωπο περίπου το 10.000 π.Χ. Η πρώτη φυσική απόδειξη της ύπαρξής της είναι ίσως τα φλυκταινώδη εξανθήματα που παρατηρήθηκαν στο μουμιοποιημένο σώμα του Φαραώ Ραμσή V της Αιγύπτου. Η ασθένεια προκαλούσε το θάνατο σε περίπου 400.000 Ευρωπαίους κάθε χρόνο κατά το 18ο αιώνα και ήταν υπεύθυνη για το ένα τρίτο του συνόλου των τυφλώσεων. Η ευλογιά ήταν επίσης υπεύθυνη για την κατάρρευση του πολιτισμού των Ίνκας καθώς και της αποδυνάμωσης της αυτοκρατορίας των Αζτέκων, όπως και για το θάνατο ενός πολύ μεγάλου αριθμού ιθαγενών της Β. Αμερικής. Η ασθένεια ήταν άγνωστη στην αμερικανική ήπειρο μέχρι που την έφεραν εκεί οι Ισπανοί. Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα υπολογίζεται ότι η ευλογιά προκάλεσε 300-500 εκατομμύρια θανάτους. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘50 υπολογίζεται ότι εμφανίζονταν περίπου 50 εκατομμύρια περιστατικά κάθε χρόνο παγκοσμίως.
Το 1967 ο ΠΟΥ υπολόγισε ότι 15 εκατομμύρια άνθρωποι προσβλήθηκαν από την ασθένεια και 2 εκατομμύρια πέθαναν. Έτσι εντείνει την προσπάθειά του για την παγκόσμια εξάλειψη της ευλογιάς, συμβάλλοντας με 2.400.000 δολ. ετησίως. Ενώ, παράλληλα εγκρίνεται μια νέα μέθοδος παρακολούθησης της ασθένειας από τον τσεχικής καταγωγής επιδημιολόγο Karel Raska.
Το τελευταίο κρούσμα ευλογιάς εμφανίστηκε στη Σομαλία το 1977. Στην Ελλάδα, η τελευταία επιδημία ευλογιάς εμφανίστηκε το 1951 στην Μάνδρα Αττικής, ενώ ο εμβολιασμός σταμάτησε το 1980. Η παγκόσμια εξάλειψη της ευλογιάς πιστοποιήθηκε από μια επιτροπή διακεκριμένων επιστημόνων, στις 9 Δεκεμβρίου του 1979 και στη συνέχεια εγκρίθηκε από την Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας στις 8 Μαΐου του 1980. Ωστόσο, μετά από την εκρίζωση, ο ιός διατηρείται μόνο σε δύο εργαστήρια στον κόσμο, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Ρωσία. Το 1986, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνέστησε την καταστροφή του ιού η οποία προγραμματίστηκε να γίνει στις 30 Δεκεμβρίου του 1993. Τελικά η ημερομηνία καταστροφής αναβλήθηκε για τις 30 Ιουνίου του 1999. Λόγω της μη συμμόρφωσης από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, το 2002, η Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας συμφώνησε να επιτρέψει την προσωρινή διατήρηση των αποθεμάτων του ιού για συγκεκριμένους ερευνητικούς σκοπούς. Αν και μερικοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι τα αποθέματα μπορεί να είναι χρήσιμα για την ανάπτυξη εμβολίων, αντι-ιικών φαρμάκων και διαγνωστικών εξετάσεων, μια ομάδα από εμπειρογνώμονες του ΠΟΥ, το 2010, κατέληξε ότι δεν υπάρχει ουσιώδης λόγος διατήρησης των δειγμάτων αυτών.
Το 1968 εμφανίστηκε η Γρίπη H3N2, γνωστή και ως “Γρίπη του Χονγκ Κονγκ”, αφού εκεί αναφέρθηκε το πρώτο περιστατικό. Η πανδημία γρίπης προκλήθηκε από το στέλεχος H3N2 του ιού της γρίπης Α, ένα γενετικό παράγωγο του υποτύπου H2N2 και αμέσως εξαπλώθηκε σε Βιετνάμ, Μαλαισία, Σιγκαπούρη, ενώ έπειτα από 3 μήνες τα κρούσματα εμφανίστηκαν και στην Ευρώπη, την Ινδία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρόλη την εξάπλωσή της σε όλο σχεδόν τον πλανήτη, έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας (0,5%). Ωστόσο η ραγδαία εξάπλωσή της είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο περισσότερων από ένα εκατομμύριο ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων και 500.000 κατοίκων του Χονγκ Κονγκ, δηλαδή περίπου το 15% του πληθυσμού της πόλης.
Σχετικά πρόσφατα, το 1970 είχαμε την επιδημία Ανεμοβλογιάς που ξεκίνησε στην Ινδία με τα καταγεγραμμένα κρούσματα να ξεπερνούν τις 100.000 και οι νεκροί τις 20.000. Ωστόσο, έπειτα από συντονισμένη δράση και στενή παρακολούθηση από τη διεθνή επιτροπή, η Ινδία κατάφερε επισήμως να βγει από την καραντίνα τον Μάιο του 1975.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 έκανε την εμφάνιση της η Ιλαρά. Μια ομάδα Αμερικανών επιστημόνων διαπίστωσε πως κάποια παιδιά που δεν είχαν εμβολιαστεί κατά της ιλαράς ανέπτυξαν τοπικές επιδημίες σε διάφορες κοινότητες της χώρας. Η ιλαρά είναι γνωστός ιός ο οποίος προκαλεί πυρετό, βήχα και πόνο στο λαιμό ενώ ο ασθενής βγάζει εξανθήματα στο σώμα του, σχεδόν παντού. Είναι μεταδοτική νόσος, όμως ελέγχεται χρόνια τώρα μέσω των εμβολιασμών. Από το 1991, οι γιατροί συστήνουν ένα δεύτερο εμβόλιο για όλους για την καταπολέμηση του νέου κύματος, το οποίο τελικά κατάφερε να περιορίσει την ασθένεια σε λιγότερα από 1.000 περιστατικά στις ΗΠΑ. Ωστόσο, ακόμα και τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε μια μικρή εξάπλωση της νόσου στην Ευρώπη, γεγονός που αποδόθηκε από τους επιστήμονες στα μοντέρνα κινήματα κατά των εμβολιασμών με αποτέλεσμα να “σπάσει” η αλυσίδα ανοσοποίησης της αγέλης και έρθει η ανθρωπότητα αντιμέτωπη με ιούς που είχε καταφέρει είτε να εξαλείψει πλήρως είτε να θέσει υπό έλεγχο. Ο ιός της ιλαράς εξελίχθηκε από τον κάποτε διαδεδομένο ιό της πανώλης των βοοειδών, κατά πάσα πιθανότητα τον 11ο και 12ο αιώνα. Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί 21 στελέχη του ιού της ιλαράς. Το σημερινό στέλεχος εξελίχθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα – πιθανότατα μεταξύ 1908 και 1943. Ο Μόρις Χίλμαν, ο οποίος εργαζόταν στην φαρμακευτική εταιρία Merck, ανέπτυξε το πρώτο επιτυχημένο εμβόλιο ενώ, άδεια εμβολιασμού για την πρόληψη της ασθένειας άρχισε να διατίθεται το 1963.
Το 1529, μία επιδημία ιλαράς στην Κούβα σκότωσε τα 2/3 των κατοίκων που είχαν επιζήσει από την ευλογιά. Δύο χρόνια αργότερα, η ιλαρά ήταν υπεύθυνη για το θάνατο του μισού πληθυσμού της Ονδούρας, ενώ, ρήμαξε το Μεξικό, την Κεντρική Αμερική και τον πολιτισμό των Ίνκας. Στα τελευταία 150 χρόνια, έχει υπολογιστεί ότι η ιλαρά έχει σκοτώσει περίπου 200 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Το 1875, η ιλαρά σκότωσε πάνω από 40.000 κατοίκους των Φίτζι. Τον 19ο αιώνα, η ασθένεια αποδεκάτισε τον πληθυσμό των νήσων Ανταμάν. Το 1954, ο ιός που προκαλεί την ασθένεια απομονώθηκε από ένα εντεκάχρονο αγόρι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Ντέιβιντ Έντμονστο, και μεταφέρθηκε σε ιστοκαλλιέργεια εμβρύου όρνιθας. Το 2007, μια μεγάλη επιδημία στην Ιαπωνία οδήγησε μια σειρά από πανεπιστήμια και άλλα ιδρύματα να κλείσουν, σε μια προσπάθεια για τον περιορισμό της νόσου. Περίπου 1.000 κρούσματα της νόσου αναφέρθηκαν στο Ισραήλ μεταξύ Αυγούστου 2007 και Μαΐου 2008. Ενώ, από το 2008, η ασθένεια είναι ενδημική στο Ηνωμένο Βασίλειο, με 1.217 περιπτώσεις να έχουν διαγνωστεί και επιδημίες να έχουν αναφερθεί στην Αυστρία, την Ιταλία και την Ελβετία.
Μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 25ης Απριλίου 2008, συνολικά 64 επιβεβαιωμένα κρούσματα ιλαράς είχαν αναφερθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), που είναι η μεγαλύτερη συχνότητα που είχε καταγραφεί μέχρι τότε για κάθε έτος από το 2001. Από τις 64 περιπτώσεις, 54 σχετίζονταν με την εισαγωγή της ιλαράς από άλλες χώρες στις Ηνωμένες Πολιτείες, και 63 από τους 64 ασθενείς δεν είχαν εμβολιασθεί. Μέχρι τις 9 Ιουλίου του 2008, συνολικά 127 περιπτώσεις αναφέρθηκαν σε 15 κράτη, συμπεριλαμβανομένων 22 στην Αριζόνα, καθιστώντας την τον μεγαλύτερο ξέσπασμα των ΗΠΑ από το 1997 (όταν αναφέρθηκαν 138 περιπτώσεις) και έπληξαν άτομα που δεν είχαν εμβολιασθεί. Μέχρι τις 30 Ιουλίου 2008, ο αριθμός των κρουσμάτων είχε αυξηθεί σε 131. Από αυτά, περίπου τα μισά αφορούσαν παιδιά των οποίων οι γονείς απέρριψαν τον εμβολιασμό. Από τις αρχές του Σεπτεμβρίου του 2009, στο Γιοχάνεσμπουργκ αναφέρθηκαν 48 κρούσματα ιλαράς και η κυβέρνηση διέταξε όλα τα παιδιά να εμβολιαστούν. Στις 19 Φεβρουαρίου 2009, δώδεκα επαρχίες στο Β. Βιετνάμ ανέφεραν 505 κρούσματα ιλαράς. Την 1η Απριλίου 2009, η νόσος ξέσπασε σε δύο σχολεία στη Βόρεια Ουαλία. Τον Μάρτιο του 2010, οι Φιλιππίνες κήρυξαν επιδημία λόγω αυξημένων κρουσμάτων. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2011, πάνω από 17.000 περιπτώσεις ιλαράς έχουν αναφερθεί στη Γαλλία, μεταξύ Ιανουαρίου 2008 και Απριλίου 2011, συμπεριλαμβανομένων 2 θανάτων το 2010 και 6 θανάτων το 2011. Πάνω από 7.500 από αυτές τις περιπτώσεις παρατηρήθηκαν στους τρεις πρώτους μήνες του 2011, ενώ η Ισπανία, η Τουρκία, η πΓΔΜ και το Βέλγιο περιλαμβάνονται στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες αναφέρονται περαιτέρω μικρότερα ξεσπάσματα της νόσου. Το ξέσπασμα της νόσου στη Γαλλία συνδέεται με το ξέσπασμα στο Κεμπέκ το 2011, όπου 327 περιπτώσεις είχαν αναφερθεί από την 1η Ιανουαρίου έως την 1η Ιουνίου του 2011. Από τον Ιούλιο του 2011, 1.145 παιδιά έχουν χάσει τη ζωή τους από τις 115.600 περιπτώσεις στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η οποία μάχεται επίσης τα θανατηφόρα κρούσματα της χολέρας και της πολιομυελίτιδας. Τον Αύγουστο του 2011, κατά τη διάρκεια ενός ξεσπάσματος της νόσου η Νέα Ζηλανδία κατέγραψε 94 επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Το 2003 μπήκε στη ζωή μας ο ιός SARS. Το Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο (ΣΟΑΣ), γνωστό και ως SARS (αρκτικόλεξο της αγγλικής ονομασίας severe acute respiratory syndrome), είναι ιογενής νόσος του αναπνευστικού, ζωονοσικής προέλευσης, η οποία προκαλείται από τον κορονοϊό του SARS. Μια επιδημία του SARS καταγράφηκε από τον Νοέμβριο του 2002 μέχρι τον Ιούλιο του 2003 στη νότια Κίνα. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ συνολικά καταγράφηκαν σε 37 χώρες 8.098 περιστατικά και 774 επιβεβαιωμένοι θάνατοι, με τα περισσότερα περιστατικά να παρατηρούνται στην Κίνα και Χονγκ Κονγκ (θνητότητα 9,6%). Τα τελευταία περιστατικά καταγράφηκαν το 2004 και από τότε δεν έχουν αναφερθεί νέα. Το 2017, Κινέζοι επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι ο ιός προερχόταν από ρινολοφίδες νυχτερίδες των σπηλαίων της επαρχίας Γιουνάν, με ενδιάμεσο ξενιστή τη μοσχογάλη.