Skip to main content

Τα ESG, τα «χρήματα από το ελικόπτερο» και οι επενδύσεις με πράσινο πρόσημο

Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]

Σε μικρό βαθμό φιλτράρονται για την ώρα από κριτήρια ESG τα χρήματα που διοχετεύουν στις οικονομίες οι κυβερνήσεις, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επείγουσες ανάγκες από τις επιπτώσεις της πανδημίας, τα «χρήματα από το ελικόπτερο», όπως συνηθίζεται να αναφέρονται.

«Τα χρήματα αυτά, ακριβώς επειδή είναι “από το ελικόπτερο” και παρέχονται ως ανταπόκριση στην έκτακτη ανάγκη που έχει διαμορφωθεί λόγω της πανδημίας, δεν έχουν προϋποθέσεις συνδεδεμένες με κριτήρια περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εταιρικής διακυβέρνησης (ESG – Environmental, Social and Governance). Ωστόσο, αυτό δεν θα ισχύει και για τα επερχόμενα αναπτυξιακά προγράμματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που ήδη γνωρίζουμε βάσει ανακοινώσεων πως θα έχουν τα θέματα βιώσιμης ανάπτυξης ως προτεραιότητακαι στο επίκεντρο», περιγράφει χαρακτηριστικά στη «Ν» ο Γιώργος Ηλιόπουλος, Founder & Managing Director AIPHORIA, Πρόεδρος – Ένωση Επιστημόνων Περιβάλλοντος της Ελλάδας, μιλώντας για το περιβάλλον βιώσιμης χρηματοδότησης (sustainable finance) που διαμορφώνεται εν μέσω πανδημίας.

Μεσούσης της διαδικασίας διαχείρισης από τις τράπεζες των κόκκινων ανοιγμάτων και εν όψει της διόγκωσης του προβλήματος λόγω της νέας γενιάς κόκκινων δανείων που δημιουργείται από την πανδημία, υπάρχει κι ένας επιπλέον κίνδυνος, αυτός της επιβράδυνσης της ενσωμάτωσης υποχρεώσεων που θεσπίζονται σε επίπεδο Ε.Ε., στο πλαίσιο του Green Deal.

Ρωτήσαμε σχετικά τον κ. Ηλιόπουλο, ο οποίος έχει επιπλέον διατελέσει σύμβουλος της Παγκόσμιας Τράπεζας και εμπειρογνώμονας του οργανισμού GRI. Μας μεταφέρει ότι τον ίδιο προβληματισμό μοιράζονται πολλά στελέχη του χώρου αυτή την περίοδο. Συμφωνούν ότι ο ίδιος προβληματισμός ισχύει και για τα πλαστικά μιας χρήσης, που ακριβώς πάνω στο σημείο που είχε επιτευχθεί ένα σημαντικό momentum σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ήρθε η πανδημία και εκτόξευσε τη χρήση πλαστικού.

Το βιώσιμο μοντέλο ήρθε για να μείνει

«Σε γενικές γραμμές πιστεύω πως η στροφή της ευρωπαϊκής αγοράς σε ένα πιο βιώσιμο μοντέλο είναι κάτι που έχει αποφασιστεί και δύσκολα μπορεί να αλλάξει μεσοπρόθεσμα ή ακόμα και βραχυπρόθεσμα. Υπάρχουν μάλιστα ενδείξεις πως ενδεχομένως να συμβεί και το αντίθετο: Η πανδημία να αποτελέσει έναν παράγοντα επιτάχυνσης της ούτως ή άλλως αναπόφευκτης ενσωμάτωσης των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η αγορά, και το αναπτυξιακό μοντέλο, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε εθνικό, να είναι πλέον εστιασμένο σε μια περισσότερο βιώσιμη κατεύθυνση», προσθέτει ο κ. Ηλιόπουλος, σημειώνοντας ότι ειδικότερα σε εθνικό επίπεδο «ποτέ δεν ήμασταν αρκούντως leaders στις εξελίξεις, εννοώντας πως κατά κύριο λόγο περιοριζόμαστε στο να ακολουθούμε τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να ενσωματώνουμε τις ευρωπαϊκές οδηγίες και κανονισμούς. Που ακόμη και ο χρόνος ή ο τρόπος ενσωμάτωσης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας ήταν σε πολλές περιπτώσεις προβληματικός ή πολύ αργός και για τον λόγο αυτό η χώρα μας λάμβανε και σειρά προστίμων (π.χ. στη διαχείριση αποβλήτων). Συνεπώς, στον βαθμό που η αλλαγή πολιτικής αποτελεί ευρωπαϊκή επιλογή και αντίστοιχα εθνική υποχρέωση, δεν πιστεύω πως θα υπάρξει σημαντική επιβράδυνση. Μάλιστα, η συγκεκριμένη κυβέρνηση έχει επιδείξει διαφορετικά αντανακλαστικά σε σχέση με προηγούμενες, ανεξαρτήτως πολιτικού χώρου, σε ταχύτητα εναρμόνισης με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τους κανονισμούς, και σε ενσωμάτωση των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης και της κυκλικής οικονομίας στον τρόπο λειτουργίας της ελληνικής αγοράς. Συνεπώς, πιστεύω πως έχουμε λόγους να παραμένουμε μεσοπρόθεσμα θετικοί».

Πάντως μένει ακόμη πολύς δρόμος να διανυθεί, καθώς σε κρίσιμους τομείς διαπιστώνεται ότι τα επιχειρηματικά στελέχη δεν διαθέτουν την τεχνογνωσία για να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στις προκλήσεις.

Σχετικά με τον βαθμό επίγνωσης των κινδύνων που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή στα στελέχη των τραπεζών και των επιχειρήσεων, ο κ. Ηλιόπουλος σημειώνει ότι «σε γενικές γραμμές αυτό που υπάρχει είναι περισσότερο μία γενική αναγνώριση της ύπαρξης κάποιων κινδύνων και επιπτώσεων, παρά μια ακριβής κατανόηση του τρόπου με τον οποίο αναμένεται να επηρεάσουν ή τι θα μπορούσε να γίνει για τη διαχείρισή τους. Υπάρχουν αρκετά που μπορούν να γίνουν προς την κατεύθυνση κατ’ αρχήν της κατανόησης του πώς η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επηρεάσει οποιαδήποτε επιχείρηση και οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, κάτω από διαφορετικά σενάρια με βάση την άνοδο της θερμοκρασίας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, αλλά και την ανταπόκριση της κοινωνίας».

Σύμφωνα με τον κ. Ηλιόπουλο, ένας σημαντικός κρίκος στην αλυσίδα είναι ο βαθμός κατανόησης και γνώσης των θεμάτων αυτών από τα ανώτατα στελέχη και τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων, όπως εξάλλου προτείνουν τα διεθνή πρότυπα (GRI, TCFD etc).

Η εκπαίδευση: Δεδομένου του πόσο νέα είναι ακόμα τα ζητήματα αυτά, αλλά και της ελλιπούς κατανόησης και αντίστοιχα προσοχής που τύγχαναν μέχρι το πρόσφατο παρελθόν στην Ελλάδα, η διεξαγωγή εστιασμένων εκπαιδεύσεων στα ανώτατα στελέχη είναι μια επιλογή που αξίζει και πρέπει να εξετασθεί.

Διοικητική δομή: Αν η ενσωμάτωση του κλιματικού κινδύνου στη στρατηγική των τραπεζών είναι το ζητούμενο, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα και τις οδηγίες συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, υπάρχουν αρκετά που χρειάζεται να γίνουν από το τραπεζικό σύστημα προκειμένου να φτάσουμε εκεί. Για παράδειγμα, η κατάλληλη διοικητική δομή για τη βέλτιστη διαχείριση των θεμάτων αυτών επίσης είναι μια σημαντική παράμετρος που χωρίς αυτήν λίγα μπορούν να γίνουν μέσα σε έναν οργανισμό.

Πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων: Εξίσου σημαντική είναι και η ενσωμάτωση των κλιματικών και περιβαλλοντικών κινδύνων στο υφιστάμενο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων των τραπεζών, με σκοπό την παρακολούθηση αυτών σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα και επανεξέτασήτους σε τακτική βάση. Η ΕΚΤ προσδοκά από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να εντοπίσουν και να ποσοτικοποιήσουν, κατά το δυνατόν, αυτούς τους κινδύνους, στο πλαίσιο της συνολικής διαδικασίας εξασφάλισης κεφαλαιακής επάρκειας. Στο πλαίσιο αυτό, σημαντικό βήμα είναι και η πραγματοποίηση scenario analysis, όπως προτείνει το TCFD (Task Force on Climate Related Financial Disclosures) και ήδη κάνουν τράπεζες σε άλλες χώρες.

Αναφερόμενος ειδικότερα στην Ελλάδα ο κ. Ηλιόπουλος σημειώνει ότι «δυστυχώς, αυτά τα θέματα άργησαν αρκετά να έρθουν στο προσκήνιο της συζήτησης σε σχέση με άλλες χώρες από τη βόρεια Ευρώπη και την Αμερική, όπου τυγχάνει να έχω προσωπική εμπειρίατης αγοράς. Μόλις το τελευταίο διάστημα έχουν αρχίσει να εξετάζονται και έχουμε σημαντικό δρόμο να καλύψουμε, τόσο αναφορικά με τους κινδύνους όσο και με τις ευκαιρίες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα υπάρχεικάποια κινητικότητα προς αυτή την κατεύθυνση, τόσο από τις τράπεζες όσο και από θεσμικούς φορείς. Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει να αναφέρουμε και μια σημαντική πρωτοβουλία που ανέλαβε πρόσφατα το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, διοργανώνοντας μια διαδικτυακή συζήτηση (webinar) σχετικά με τα θέματα ESG (Environment, Social, Governance), στην οποία είχα και την ευκαιρία να συμμετάσχω. Τέτοιες ενέργειες από συστημικούς παράγοντες, όπως το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, είναι σημαντικές, καθώς, πέραν των άλλων, δίνουν και το σήμα για την αλλαγή της ατζέντας και την αυξημένη προσοχή που χρειάζεται να δοθεί και στα θέματα αυτά το επόμενο διάστημα». 

Τα πρότυπα

Σε τι βαθμό όμως συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες εφαρμόζονται στην Ελλάδα πρότυπα αναφοράς ώστε να ενημερώνεται επαρκώς το επενδυτικό κοινό για τον βαθμό υιοθέτησης από τις επιχειρήσεις κριτηρίων ESG;

Στην Ελλάδα αρκετές επιχειρήσεις, κυρίως μεγάλες, εκδίδουν σε ετήσια βάση εκθέσεις βιώσιμης ανάπτυξης, σύμφωνα με διεθνή πρότυπα αναφοράς και η τάση αυτή είναι σταθερά αυξητική σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τα στοιχεία που μοιράζεται μαζί μας ο κ. Ηλιόπουλος, που τονίζει ωστόσο ότι δεν είναι η ποσότητα που μετράει, αλλά η ποιότητα των στοιχείων. «Η προσέγγιση που παρατηρείται σε αρκετές περιπτώσεις, ειδικά αρχικά, μοιάζει περισσότερο με μια tick-the-box exercise παρά για μια ενέργεια συνδεδεμένη με τη στρατηγική της επιχείρησης. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν οδηγεί στα μέγιστα οφέλη για μια επιχείρηση. Η βέλτιστη πρακτική έτσι όπως προτείνεται από τα διεθνή πρότυπα αναφορικά με τα ESG κριτήρια, είναι η ενσωμάτωση των κριτηρίων στο επιχειρηματικό μοντέλο και τη στρατηγική της επιχείρησης», εξηγεί. 

Τα πλαίσια αναφοράς

Σχετικά με τους διεθνείς δείκτες αειφορίας και τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης της ESG επίδοσης, η αντιπροσώπευση των ελληνικών επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα χαμηλή, σύμφωνα με τον κ. Ηλιόπουλο. Αυτό βεβαίως αποτελεί μια ακόμα ένδειξη ότι χρειάζεται στενότερη σύνδεση των ESG κριτηρίων με τη στρατηγική και το επιχειρηματικό μοντέλο μιας επιχείρησης.

Μεταφέροντας τα δεδομένα άλλων χωρών, σημειώνει πως η σύνδεση των θεμάτων βιώσιμης ανάπτυξης με τη στρατηγική των επιχειρήσεων, καθώς και η δημοσιοποίηση των σχετικών επιδόσεων μέσω ετήσιων εκθέσεων βιώσιμης ανάπτυξης, μπορεί να ωφελήσει σημαντικά τις ελληνικές επιχειρήσεις, είτε είναι μεγάλες είτε μικρομεσαίες. Οι δημοσιοποιήσεις αυτές, σύμφωνα με το TCFD, για να είναι αποτελεσματικές θα πρέπει να περιστρέφονται γύρω από πέντε βασικές πτυχές: το επιχειρηματικό μοντέλο, τις πολιτικές καιδιαδικασίες δέουσας επιμέλειας, τα αποτελέσματα, τους κινδύνους και τη διαχείριση αυτών, καθώς και τους δείκτες μέτρησης της επίδοσης (KPIs). Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο οδηγός που εξέδωσε πρόσφατα και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την ενσωμάτωση των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον. Γενικότερα, όσο μεγαλύτερη είναι μια επιχείρηση, τόσο πιο ολοκληρωμένες αναμένεται να είναι και οι δημοσιοποιήσεις της.

Οι επενδύσεις στην πράσινη οικονομία

Μιλώντας για βιώσιμη χρηματοδότηση θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε στην προώθηση ενός μπαράζ επενδύσεων στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της μετάβασης στην πράσινη και καθαρή ενέργεια. Υπό μία έννοια θα πρέπει να δούμε στην πράξη να αναδεικνύονται όσα συζητήσαμε με τον κ. Ηλιόπουλο, δηλαδή η διάθεση των επενδυτών να τοποθετήσουν κεφάλαια σε επιχειρήσεις με δέσμευση στη βιώσιμη ανάπτυξη, με πιστοποιήσεις και αυστηρά πρότυπα.

Ο ίδιος συμφωνεί ότι ο κλάδος της ενέργειας στην Ελλάδα αλλάζει άρδην και το τελευταίο διάστημα συντελείται μια επιταχυνόμενη αλλαγή μετάβασης στην καθαρή ενέργεια. Καθώς οδεύουμε σε μια οικονομία χαμηλότερων εκπομπών άνθρακα, τόσο σε εθνικό όσο και ευρωπαϊκό επίπεδο, ο κλάδος της ενέργειας παίζει καταλυτικό ρόλο στη μετάβαση αυτή, με τον ΑΔΜΗΕ να αποτελεί τον enabler αυτής της μετάβασης με τις νέες διασυνδέσεις που υλοποιεί στον ελλαδικό χώρο.

Εν κατακλείδι ο κ. Ηλιόπουλος σημειώνει: «Θα συμφωνήσω μαζί σας ότι διαπιστώνεται μια αυξημένη διάθεση επενδυτών να τοποθετήσουν κεφάλαια σε επιχειρήσεις με υψηλή δέσμευση και επιδόσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη, σε διεθνές επίπεδο (όχι συγκεκριμένα στην Ελλάδα). Αυτοί οι επενδυτές, οι αποκαλούμενοι responsible investors, διαχειρίζονται ολοένα και περισσότερα κεφάλαια σε διεθνές επίπεδο και η τάση που παρατηρείται είναι ότι τα κριτήρια ESG παίζουν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στις επενδυτικές αποφάσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο προσκήνιο πλέον βρίσκεται και η έκδοση και αγορά πράσινων ομολόγων, η οποία έχει αναπτυχθεί ραγδαία τα τελευταία χρόνια, και αποτελεί κίνητρο για τις επιχειρήσεις, προκειμένου να προσελκύσουν νέους “υπεύθυνους” επενδυτές, εστιάζοντας παράλληλα στην προστασία και αποκατάσταση του περιβάλλοντος και στον περιορισμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Με άλλα λόγια, μια επιχείρηση η οποία έχει καλή επίδοση σε θέματα ESG και την παρουσιάζει/δημοσιοποιεί με τρόπο κατάλληλο επιτυγχάνοντας να πείσει για την ενσωμάτωση των θεμάτων αυτών στο επιχειρηματικό της μοντέλο, θα είναι σε θέση να ωφεληθεί σημαντικά».