Skip to main content

Δράση για το Κλίμα στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού green deal

Πολιτικοί και επιχειρηματικοί ηγέτες οφείλουν να συνεργαστούν στο πλαίσιο της νέας «πράσινης συμφωνίας» για την Ευρώπη, με στόχο να καταστεί η πρώτη ήπειρος στον πλανήτη που θα πετύχει μέχρι το 2050 την κλιματική ουδετερότητα με μηδενικές εκπομπές άνθρακα.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε έναν οδικό χάρτη και έχει προγραμματίσει στις αρχές του 2020 να προωθήσει συγκεκριμένες νομοθετικές προτάσεις, ενώ το ενδιαφέρον είναι πως για την προσαρμογή θα απαιτηθούν επενδύσεις ύψους περίπου 3 τρισ. ευρώ τα επόμενα 10 χρόνια. Το φιλόδοξο σχέδιο δημιουργεί το περιβάλλον εντός του οποίου θα γίνει εφικτή η μετάβαση της οικονομίας από το γραμμικό στο κυκλικό μοντέλο, ενώ όπως τόνισε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν (φωτογραφία), οι επιχειρήσεις θα συνδράμουν αυτήν την προσπάθεια με ανάλογες επενδύσεις, αλλά αυτό που ζητούν είναι έναν σταθερό χάρτη πορείας ώστε να γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν.

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία καλύπτει ένα ευρύ φάσμα κλάδων και κυρίως τις μεταφορές, την ενέργεια, τη γεωργία, τα κτίρια και τις βιομηχανίες χάλυβα, σκυροδέματος, ΤΠΕ. Καλύπτει επίσης τη μεταποιητική βιομηχανία, την κλωστοϋφαντουργία και τη χημική βιομηχανία. Πρόκειται για τομείς που αναμένεται να συνεισφέρουν στην επίτευξη του στόχου, ενώ θα υπάρξει μια περίοδος μετάβασης με κοινοτική και δημόσια στήριξη για ορισμένες περιοχές της Ένωσης, αλλά και κλάδους της αγοράς.

Για να εξυπηρετηθεί το φιλόδοξο αυτό green deal θα απαιτηθούν μέχρι το 2030 ετήσιες επενδύσεις ύψους 260 δισ. ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν περίπου στο 1,5% του ΑΕΠ (2018) και για την επένδυση αυτή θα χρειαστεί συνεργασία και ανάπτυξη πρωτοβουλιών τόσο από τον δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. Στο πλαίσιο αυτό η Ε.Ε. ανακοίνωσε ότι θα παρουσιάσει στις αρχές του 2020 ένα επενδυτικό σχέδιο που θα αποτελέσει τη βάση για την ανάπτυξη πολιτικών που έχουν να κάνουν με τις επενδυτικές ανάγκες του project, αφού μόνο για δράσεις που αφορούν το Κλίμα θα κατευθύνεται περί το 25% του μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της Ε.Ε. τουλάχιστον. Αυτό σημαίνει περίπου 250 δισ. ευρώ, ποσό που θα διατίθεται σε δράσεις για το κλίμα. Το εγχείρημα θα υποστηριχθεί με μηχανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα για το Κλίμα. Με βάση το χρονοδιάγραμμα η πρώτη νομική πρόταση της Κομισιόν που θα περιλαμβάνει τον βασικό στόχο της κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050 θα υποβληθεί τον Μάρτιο, ενώ ταυτόχρονα θα δρομολογηθεί ένα «σύμφωνο για το Κλίμα» προκειμένου να δοθεί στους πολίτες η δυνατότητα να εκφράσουν τη γνώμη τους και να συμμετάσχουν στον σχεδιασμό νέων δράσεων. Το καλοκαίρι του 2020 θα ακολουθήσει η πρόταση με το γενικό πλαίσιο που θα περιλαμβάνει και τον ενδιάμεσο στόχο μείωσης.

Βέβαια, για να φτάσει η Ευρώπη στην κλιματική ουδετερότητα το 2050 θα πρέπει να αναθεωρηθεί ο ενδιάμεσος στόχος, από μείωση των εκπομπών 40% συγκριτικά με το 1990 και με ορίζοντα το 2030 που είναι σήμερα, να αυξηθεί στο 50%-55%.

Συμφωνία με συμβιβασμούς

Το παραπάνω σχέδιο θέτει την Ευρώπη σε ρόλο ηγέτη στο παγκόσμιο σκηνικό, σε μια συγκυρία μάλιστα που μόλις ολοκληρώθηκε μια διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP25) στη Μαδρίτη, η οποία απέτυχε να καταλήξει σε μια συμφωνία για τους κανόνες των διεθνών αγορών άνθρακα, ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα ζητήματα, όπως και το πώς θα χρηματοδοτηθούν οι πιο φτωχές χώρες προκειμένου να περιορίσουν τις καταστροφές που προκαλεί η κλιματική αλλαγή.

Το αποτέλεσμα αυτό δεν συνάδει ούτε με τις φυσικές καταστροφές που είναι απόρροια της Κλιματικής Αλλαγής αλλά ούτε και με τις ηχηρές εκκλήσεις εκατομμυρίων νέων που κατέβηκαν στους δρόμους μαζί με την έφηβη Σουηδέζα Γκρέτα Τούνμπεργκ για να διεκδικήσουν ένα βιώσιμο περιβάλλον. Οι περίπου 200 χώρες που υπέγραψαν τη Συμφωνία του Παρισιού υπέστησαν μια ισχυρή πίεση γι’ αυτή την COP25, υπό την προεδρία της Χιλής, που μεταφέρθηκε στη Μαδρίτη λόγω της κρίσης που πλήττει τη χώρα. Προφανώς οι αποφάσεις δεν αντανακλούν το αίτημα για ριζοσπαστικές και άμεσες ενέργειες, αν και καλούν για επείγουσες ενέργειες προκειμένου να μειωθεί η απόσταση ανάμεσα στις δεσμεύσεις και τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού για τη μείωση της αύξησης της θερμοκρασίας στους +2 βαθμούς Κελσίου, ακόμη και στον 1,5 βαθμό Κελσίου. Με βάση συγκλίνουσες εκτιμήσεις το αποτέλεσμα είναι μέτριο.

Πάντως θα πρέπει να σημειωθεί ότι εν όψει της διάσκεψης, το Ευρωκοινοβούλιο είχε εγκρίνει ψήφισμα, κηρύσσοντας ευρωπαϊκή και παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το κλίμα και το περιβάλλον, ζητώντας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διασφαλίσει ότι όλες οι σχετικές νομοθετικές προτάσεις και ο προϋπολογισμός είναι σε πλήρη συμφωνία με τον στόχο του περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη κάτω από 1,5 βαθμό Κελσίου. Οι ευρωβουλευτές είχαν καλέσει επίσης την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen να συμπεριλάβει στόχο μείωσης κατά 55% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030 στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.

Το ψήφισμα σχετικά με την κλιματική και περιβαλλοντική κατάσταση έκτακτης ανάγκης εγκρίθηκε, όπως και το ψήφισμα για την COP25. Επίσης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ήδη προτείνει τον στόχο μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2050, αν και είχαν εκδηλωθεί αντιδράσεις από Πολωνία, Ουγγαρία και Τσεχία.

Η Ελλάδα εναρμονίζεται

Είναι σαφές ότι η Ελλάδα εναρμονίζεται με το ευρωπαϊκό πλαίσιο ενώ συζητήσεις γίνονται για εξειδικευμένες πρωτοβουλίες. Εξάλλου οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι διαφορετικές για τις τοπικές οικονομίες.

Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Μυκόνου, που αναφέρεται σε μελέτη της διαΝΕΟσις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανάπτυξη (2017). Ειδικότερα, η Μύκονος αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα περιοχής με πολύ μεγάλη ανάπτυξη μαζικού τουρισμού. Και ο τουρισμός αυτού του τύπου εξαρτάται καθοριστικά από την ύπαρξη παραλιών με μεγάλη αμμουδιά (σε μήκος και πλάτος), ενώ παράλληλα ως νησί η Μύκονος διαθέτει λιμενικές υποδομές που εξυπηρετούν τόσο τις κανονικές τουριστικές ροές όσο και τον τουρισμό κρουαζιέρας, που είναι επίσης ιδιαίτερα αναπτυγμένος στο νησί. Η διερεύνηση πιθανών επιπτώσεων από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, τόσο ως προς τις παραλίες όσο και ως προς τα λιμάνια, οδήγησε σε χαρτογράφηση εντάσεων που ενδέχεται να κατακλυστούν από τη θάλασσα σε τρεις παραθαλάσσιες περιοχές (Πλατύς Γιαλός, Ορνός, Χώρα Μυκόνου). Υπάρχουν διάφορες εκτιμήσεις για το φαινόμενο της ανόδου της στάθμης της θάλασσας λόγω της Κλιματικής Αλλαγής, που κυμαίνονται μεταξύ 0,2 μ. και 2 μ. σε ορίζοντα 100ετίας.

Στο σενάριο ανόδου κατά 0,5 μ., στο βόρειο τμήμα του Ορνού, μειώνεται το πλάτος της αμμουδιάς κατά 10%-70% ανάλογα με τη θέση. Στο νότιο τμήμα η αμμουδιά σχεδόν εξαφανίζεται (καλύπτεται όλη η έκταση στην οποία σήμερα αναπτύσσονται ομπρέλες), ενώ κατακλύζεται και σημαντική έκταση που φθάνει σε απόσταση 150 μ. από τη σημερινή ακτογραμμή και περιλαμβάνει και τμήματα δρόμων και κτίρια. Στο σενάριο ανόδου κατά 2μ., στο βόρειο τμήμα του Ορνού, η αμμουδιά εξαφανίζεται, ενώ κατακλύζονται δρόμοι, άλλες υποδομές μεταξύ των οποίων και τμήμα υπάρχοντος γηπέδου και ορισμένα κτίρια (μέγιστη απόσταση από τη σημερινή ακτογραμμή: 200 μ.).