Skip to main content

Οι επενδύσεις της φαρμακοβιομηχανίας οδηγός στην ανάκαμψη της επόμενης ημέρας

Του Θεόδωρου Τρύφων*

Η ελληνική οικονομία, εξερχόμενη από τη βαθιά κρίση της περασμένης δεκαετίας, βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις: Μπορεί μεν η πανδημία του COVID-19 και η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας που αυτή επέφερε να οδήγησαν σε ύφεση που το 2020 ξεπέρασε το 8%, όμως όλες οι προβλέψεις συγκλίνουν στο σενάριο της ταχείας επιστροφής σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Οι θετικές αυτές προβλέψεις συνοδεύονται από την επισήμανση ότι η χώρα μας θα πρέπει να αξιοποιήσει τις χρηματοδοτικές ευκαιρίες του Ταμείου Ανάκαμψης διαμορφώνοντας έναν συνεκτικού αναπτυξιακό οδικό χάρτη, με στόχο την προσέλκυση εγχώριων και ξένων επενδύσεων που θα κινητοποιήσουν την οικονομία. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης των ευρωπαϊκών χωρών της ζώνης του ευρώ σε ό,τι αφορά τις άμεσες επενδύσεις. Ο στόχος αυτός προϋποθέτει τον σχεδιασμό κατάλληλων κινήτρων τα οποία θα απελευθερώσουν την αναπτυξιακή δυναμική εκείνων των κλάδων της οικονομίας που διαθέτουν διεθνώς ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά, δραστηριοποιούνται με εξωστρέφεια και παράγουν υψηλή προστιθέμενη αξία. Η φαρμακοβιομηχανία αποτελεί έναν κατ’ εξοχήν τέτοιο κλάδο.

Επενδύσεις 1,2 δισ. με πολλαπλασιαστική αξία

Ο επενδυτικός προγραμματισμός της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας αφορά σε μια σειρά από έργα και δράσεις συνολικού ύψους  1,2 δισ. ευρώ  σε βάθος τετραετίας. Οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες δραστηριοποιούνται με αξιώσεις στο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον και σχεδιάζουν σημαντικές επενδύσεις σε παραγωγικές υποδομές, σε εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας και σε προγράμματα Έρευνας και Ανάπτυξης. Ο επενδυτικός αυτός σχεδιασμός θα δημιουργήσει πολλές και ποιοτικές θέσεις εργασίας, ενώ  θα δημιουργηθούν 12 νέα εργοστάσια, 32 νέες μονάδες παραγωγής και 56 νέες γραμμές παραγωγής.

Ωστόσο, η υλοποίηση των επενδύσεων αυτών προϋποθέτει κατ’ αρχήν τον εξορθολογισμό των υπερβολικών άμεσων και έμμεσων επιβαρύνσεων της φαρμακοβιομηχανίας που υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα του κλάδου. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η φορολόγηση μαζί με τις επιστροφές με τη μορφή των υποχρεωτικών εκπτώσεων και του μηχανισμού του clawback φθάνουν σήμερα το 70% του κύκλου εργασιών του κλάδου στερώντας πολύτιμους πόρους που σε άλλη περίπτωση θα κατευθύνονταν σε αναπτυξιακές δραστηριότητες.

Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση θέσπισε πρόσφατα τη δυνατότητα  συμψηφισμού – έστω ενός μικρού μέρους του clawback με επενδύσεις, μέτρο που σημείωσε τεράστια επιτυχία ξεκλειδώνοντας σημαντικές επενδύσεις για την αναβάθμιση των παραγωγικών υποδομών και την υλοποίηση δράσεων Έρευνας και Ανάπτυξης. Το μέτρο ορθά εντάχθηκε στον σχεδιασμό του προγράμματος Ελλάδα 2.0, ενώ  θα πρέπει να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο με μεγαλύτερα ποσά και σε ικανό βάθος χρόνου επιτρέποντας την ολοκλήρωση σημαντικών επενδυτικών προγραμμάτων από ελληνικές και ξένες φαρμακοβιομηχανίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι επενδύσεις αυτές έχουν σημαντική πολλαπλασιαστική επίδραση για το σύνολο της οικονομίας, δημιουργώντας οικονομική προστιθέμενη αξία που μένει και επανεπενδύεται στη χώρα. Τα στοιχεία της πρόσφατης μελέτης του ΙΟΒΕ για τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αξιοποίηση της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας είναι χαρακτηριστικά και αποτυπώνουν τη μοναδική πολλαπλασιαστική αξία των επενδύσεων του κλάδου στο ΑΕΠ, στην απασχόληση και στα δημόσια έσοδα. Συγκεκριμένα, η ανταποδοτικότητα των επενδύσεων στο ΑΕΠ κυμαίνεται από 86%129% της επενδυτικής δαπάνης, τα έσοδα του Δημοσίου αυξάνονται σε ετήσια βάση μέχρι και έως 37,6% του επενδυόμενου ποσού, ενώ ανάλογη είναι και ενίσχυση της απασχόλησης με μόνιμες, εξειδικευμένες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας.

Το ελληνικό φάρμακο κρατά ψηλά την ελληνική σημαία στις διεθνείς αγορές

Εκτός όμως από τη σημαντική επενδυτική δυναμική του κλάδου, η εγχώρια βιομηχανία φαρμάκου συμβάλλει μέσω των εξαγωγών στη βελτίωση της εικόνας του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας και στην αύξηση των δεικτών ανταγωνιστικότητας.  Τα ελληνικά φάρμακα εξάγονται σήμερα σε περισσότερες από 147 χώρες, ελέγχονται από δεκάδες οργανισμούς φαρμάκων και αναγνωρίζονται διεθνώς για την ποιότητα και την αποτελεσματικότητά τους.

Το φάρμακο αναδεικνύεται σταθερά τα τελευταία χρόνια ως το δεύτερο σε αξία εξαγώγιμο προϊόν της ελληνικής οικονομίας, μετά τα πετρελαιοειδή. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό της συμμετοχής των φαρμάκων στο σύνολο των εξαγωγών τα τελευταία χρόνια ξεπερνά το 12%, ενώ σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ) η αύξηση των εξαγωγών φαρμάκου στο εννεάμηνο του 2020 ξεπέρασε το 50% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αύξηση αυτή κατεγράφη εν μέσω ιδιαίτερα αντίξοων συνθηκών λόγω της υγειονομικής κρίσης η οποία οδήγησε σε αρρυθμίες στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και σε μεγάλες καθυστερήσεις στο διεθνές εμπόριο.

Διασφάλιση επάρκειας φαρμάκων στην αγορά

Το ξέσπασμα της πανδημίας οδήγησε στην αποσταθεροποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας και στη δημιουργία προβλημάτων στον ομαλό εφοδιασμό των συστημάτων υγείας. Απόρροια αυτών ήταν η εμφάνιση σημαντικών ελλείψεων σε φάρμακα πρώτης γραμμής και ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό, σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και του κόσμου. Στη χώρα μας, αντίθετα, δεν παρατηρήθηκαν παρόμοια φαινόμενα, γεγονός που οφείλεται στην ύπαρξη ισχυρής εγχώριας παραγωγικής βάσης φαρμάκων. Εν μέσω της πανδημίας, οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες διασφάλισαν συνθήκες επάρκειας στα απαραίτητα φάρμακα, καλύπτοντας τις θεραπευτικές ανάγκες για περισσότερους από 3 εκατομμύρια ασθενείς. Αυτό δείχνει και τη στρατηγική σημασία του κλάδου για τη θωράκιση του συστήματος υγείας προκειμένου να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά και με επάρκεια σε ανάλογες έκτακτες περιστάσεις, που ίσως αντιμετωπίσουμε στο μέλλον.

Η αναγκαιότητα φιλοεπενδυτικής πολιτικής

Τόσο η πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ όσο και οι μελέτες άλλων ανεξάρτητων φορέων τα τελευταία χρόνια καταγράφουν τη μοναδική επενδυτική δυναμική της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και αναδεικνύουν τη αξία του κλάδου για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο γενικότερης αποεπένδυσης, επιδείνωσης των δεικτών ανταγωνιστικότητας, υποχώρησης των κλάδων της μεταποίησης, αποδιάρθρωσης της απασχόλησης, ο κλάδος της φαρμακοβιομηχανίας θα πρέπει να οργανωθεί στο πλαίσιο ενός νέου στρατηγικού σχεδιασμού που θα περιλαμβάνει στοιχεία όχι μόνο φαρμακευτικής, αλλά και ερευνητικής, επενδυτικής και φορολογικής πολιτικής. Η διαμόρφωση ενός τέτοιου ολοκληρωμένου πλαισίου θα επιτρέψει τον βιώσιμο προγραμματισμό των επιχειρήσεων και το ξεδίπλωμα της αναπτυξιακής τους δυναμικής προς όφελος των ασθενών, της ελληνικής κοινωνίας και της εθνικής οικονομίας.